Γεννήθηκε στις 23 Ιουλίου του 1957. Έχει ύψος 1,83 και αγωνιζόταν στις θέσεις των guard. Στα κολλεγιακά του χρόνια αγωνίστηκε με την φανελα του Seton Hall (1975-79) όπου και ξεχωρισε για την ικανοτητα του στο σκοράρισμα αν και πολλές φορές έπαιζε ως play maker. Στην τελευταία του σεζόν στο κολλέγιο μέτρησε 27,5 πόντους ανά αγώνα, κάτι που τον έκανε τρίτο σκόρερ σε όλο το NCAA. Παρόλες τις φοβερές του επιδόσεις στο σκοράρισμα, το ΝΒΑ τον αψήφησε με αποτέλεσμα να βρεθεί στον τρίτο γύρο του draft στο νούμερο 68, οπου τον επέλεξαν οι Boston Celtics. Εκεί ένας τραυματισμός του στέρησε το Αμερικανικό όνειρο με τον Red Auerbach, τον θρυλικό προπονητή-παράγοντα να δηλώνει αργότερα πως η «μη επίλογή του Γκάλη για να παίξει στο ΝΒΑ ήταν το μεγαλύτερο λάθος που έχει κάνει στην καριέρα του».
Κάπως έτσι το καλοκαίρι του 1979, όλες οι μεγάλες ομάδες της Ελλάδας ερίζουν για την απόκτησή του. Την κούρσα τελικά κερδίζει ο Άρης με μεγάλο του επιχείρημα το πρωτάθλημα που είχε κατακτήσει την τελευταία σεζόν. Ο Νικ θα περάσει αγωνιζόμενος στον Άρη (1979-1992) τα επόμενα 13 χρόνια. Από την πρώτη του κιόλας σεζόν θα δώσει τα διαπιστευτήριά του, αλλά από την δεύτερη και έπειτα θα είναι που θα αναδειχθεί μόνιμος πρώτος σκόρερ για τα επόμενα 11 χρόνια (1981-1991). Παράλληλα με τις ατομικές πλησιάζουν και οι ομαδικές επιτυχίες,ειδικά μετά το 1985, οπότε και ο Άρης καθιερώνεται ως απόλυτος κυρίαρχος του Ελληνικού μπάσκετ με 7 συνεχόμενα πρωταθλήματα (1985-1991) και 6 κύπελλα σε αυτό το διάστημα. Το δίδυμο Γκάλης-Γιαννάκης είναι από τα καλύτερα στην Ευρώπη και καταφέρνουν να οδηγήσουν την ομάδα σε τρία Final Four χωρίς την ουσιαστική βοήθεια ξένων παικτών.
Το καλοκαίρι του 1992, η διαμάχη του με τον πρόεδρο του Άρη, Θεόφιλο Μητρούδη, θα τον οδηγήσει στην αποχώρησή του από την ομάδα της Θεσσαλονίκης. Επόμενος σταθμός της καριέρας του θα είναι ο Παναθηναικός (1992-94) με τον οποίο θα αγωνιστεί μέχρι τις αρχές της σεζόν 1994-95. Με την πράσινη φανέλα θα κερδίσει ένα ακόμη κύπελλο (1993) και θα αγωνιστεί σε ένα ακόμη final four. Στις 18 Οκτωβρίου του 1994, στο Μετς, στον αγώνα μεταξύ Αμπελοκήπων και Παναθηναικού, μία κόντρα του με τον προπονητή της ομάδας Κώστα Πολίτη θα τον κάνει να αποχωρήσει από την ομάδα. Θα ανακοινώσει επίσημά την απόσυρσή του από την ενεργό δράση στις 29 Σεπτεμβρίου του 1995, μία μέρα πριν την επίσημη έναρξη της σεζόν 1995-96, με ένα γράμμα.. « Φεύγω από το άθλημα που αγάπησα πικραμένος...» έγραφε μέσα. Έδωσε έτσι τέλος σε μία επαγγελματική καριέρα με τεράστια προσωπικά αλλά και ομαδικά επιτεύγματα...Πιο συγκεκριμένα μέτρησε 8 Πρωταθλήματα, 7 Κύπελλα, 5 τίτλους MVP πρωταθλήματος, 11 τίτλους πρώτου σκόρερ στην Ελλάδα, 2 τίτλους πρώτου σκόρερ στην Euroleague με τον ένα να συνοδεύεται και από πρωτιά στις ασίστ, κάτι μοναδικό. Συνολικά στην Α1 αγωνίστηκε σε 385 παιχνίδια και σκόραρε 12,714 πόντους με μέσο όρο 33 πόντους ανά αγώνα. Δύο φορές ο μέσος όρος του ξεπέρασε τους 40 ανά αγώνα ενώ το πιο απίστευτο ήταν το γεγονός ότι σούταρε απίστευτα αποτελεσματικά για guard, ίσως πιο αποτελεσματικά από τον καθένα αφού τις περισσότερες σεζόν του είχε πάνω από 60% στα σουτ εντός πεδίας. Συνολικά στην καριέρα του αγωνίστηκε σε 863 επίσημα παιχνίδια και σκόραρε 26,275 πόντους.
Με την φανέλα της εθνικής Ελλάδος αγωνίστηκε για 11 συναπτά έτη και σε 168 παρουσίες μέτρησε 5,129 πόντους. Μεγαλύτερες στιγμές του το χρυσό του 1987 αλλά και το ασημενιο του 1989, αμφότερα σε Ευρωμπάσκετ. Σε ατομικό επίπεδο, έχει ρεκόρ πόντων 53 απέναντι στον Παναμά, ενώ έχει αναδειχθεί πρώτος σκόρερ σε 4 Eurobasket (1983,87,89,91) και σε ένα Mudobasket (1986) ενώ ο μέσος όρος πόντων του με την εθνική Ελλάδος ήταν 30,45 πόντοι ανά αγώνα.
Τον Σεπτέμβριο του 2017 έγινε ο πρώτος Έλληνας παίκτης στην ιστορία που μπήκε στο Naismith Hall of Fame.
(Αναλυτικότερα για την πορεία και την καριέρα του μπορείτε να διαβάσετε στο blog μας στα παρακάτω λήμματα):
ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΝΑ ΚΛΕΙΣΩ, ΝΑ ΟΝΕΙΡΕΥΤΩ
Ο ΝΟΥΣ ΜΟΥ ΨΗΛΑΦΕΙ ΤΟΥ ΓΚΑΛΗ ΤΗ ΜΟΡΦΗ
ΤΕΛΙΚΑ,ΤΙ ΤΗΝ ΕΚΑΝΕ ΤΗΝ ΜΠΑΛΑ Ο ΘΕΟΣ?
Η ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΓΚΑΛΗ
Η ΜΠΙΛΙΑ ΣΤΟ 4
5 ΙΟΥΛΙΟΥ:ΑΠΟ ΤΟ ΖΕΝΙΘ ΣΤΟ ΝΑΔΙΡ
ΟΤΑΝ ΜΙΛΟΥΝ ΟΙ ΘΡΥΛΟΙ
ΤΟ ΝΤΕΜΠΟΥΤΟ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΓΚΑΛΗ
ΓΚΑΛΗ
ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΝΑ ΚΛΕΙΣΩ, ΝΑ ΟΝΕΙΡΕΥΤΩ