1936: Γεννιέται ο Adrian Smith. Ένας παίκτης με σπουδία καριέρα στο πρώιμο ΝΒΑ, ο οποίος έγινε All Star, κατέκτησε το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο ως μέλος της εθνικής των ΗΠΑ και μπήκε στο Hall of Fame το 2010.
Παρακαλώ περιμένετε...
Γεννηθηκε στις 2 Αυγούστου του 1956. Έχει ύψος 2,08 και αγωνιζόταν στην θέση του Center. Στα κολλεγιακά του χρόνια αγωνίστηκε με τρεις διαφορετικές φανέλες, με πιο σημαντική εκεινη του Maryland (1976-78), στο οποίο και έκανε περισσότερο γνωστό το όνομά του. Παρόλο που είχε καποιες κόντρες με τον θρυλικό Lefty Driessel που οδήγησαν στην αποβολή του από την ομάδα μπασκετ διατήρησε την υποτροφία του και δεν έκανε τόσο κακό στο όνομά του, ώστε να μην μπορεί να βρει δουλειά στο μπάσκετ. Ωστόσο, ίσως του κόστισαν μία ενδεχόμενη επιλογή στο draft, κάνοντας έτσι μονόδρομο το πέρασμα του Ατλάντικού για να αγωνιστεί την Ευρώπη και τον πιο hot προορισμό εκείνης της εποχής για του Αμερικάνους, την Ιταλία.
Στην γειτονική χώρα αγωνίστηκε για 4 σεζόν με τις φανέλες της Ρόμα (1978-81) και την Νάπολι (1981-82) και οι εμφανίσεις του εκεί ήταν ικανές να του δώσουν μία ευκαιρία στον μαγικό κόσμο του ΝΒΑ. Δυστυχώς όμως μία ευκαιρία που δεν κατάφερε να αξιοποιήσει, και έτσι να και θεωρήθηκε ο καλύτερος νέος παίκτης του CBA με την φανέλα των Albany Patroons, οι φορές που πάτησε τα παρκέ με την φανέλα των Knicks ήταν ελάχιστες.
Δεν πτοήθηκε ωστοσο ιδιαίτερα, καθώς το όνομα που είχε κάνει στην Ευρώπη ήταν αρκετό για να του εξασφαλίσει μια καλή καριέρα για τα επόμενα χρόνια. Το 1983 βρέθηκε στην Καταλωνία και την Μπαρτσελόνα (1983-85) όπου κατέκτησε μαλιστα και το κύπελλο Κυπελλούχων το 1985. Στο πέρασμά του από την Βαρκελώνη μέτρησε λίγο πάνω από 10 πόντους και 7 ριμπάουντ ανά αγώνα. Επόμενος σταθμός η Λιμόζ (1985-86) με την οποία μετράει 12,8 πόντους και 10,6 ριμπάουντ. Όμως αυτό που πραγματικά εκτόξευσε τα νούμερά του, ήταν η επιστροφή στην αγαπημένη του LBA με την φανέλα της Ουντίνε (1986-87) αλλά και της Τρεβίζο (1987-88). Με την ομάδα μάλιστα της Μπενετόν μέτρησε 18,4 πόντους και πάνω από 13 ριμπάουντ ανά αγώνα. Ακολουθεί μία σεζόν στην Παβια (1988-89) και μία ακόμη ποιοτική διετία στα γήπεδα της Ισπανίας και της Γκρανόλερς (1989-91) μετά την οποία θα κρεμάσει τα παπούτσια του σε ηλικία 35 ετών. Το γεγονός ότι την τελευταία του σεζόν είχε 11,3 πόντους και 9 ριμπάουντ ανά αγώνα, δείχνει ότι είχε ακόμη μπάσκετ μέσα του, ωστόσο οι τραυματισμοί είχαν αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους, οδηγώντας τον στην απόφαση της απόσυρσης.
Δεν ήταν σίγουρα από τους κορυφαίους παίκτες των 80ς στην Ευρώπη, όμως η τρομακτική του αθλητικότητα και το δυναμικό του παιχνίδι, του έδωσαν το δίχως άλλο μια καλή θέση στις αναμνήσεις μας. Όπως άλλωστε τον χαρακτηριζουν και οι Ισπανοί από τα πολλά χρόνια που πέρασε στην χώρα τους, ήταν όσο να πεις ο Mike Davis, o "εκφοβιστής". Και αυτο είναι ένα προσωνύμιο που αξίζει αφιέρωμα.