1955: Γεννιέται ο James Edwards. Ένας ψηλός με σχεδόν 20 χρόνια καριέρα στο ΝΒΑ και τρία πρωταθλήματα. Σε ένα εκ των οποίων μάλιστα - με τους Pistons το 1990 - ήταν βασικό στέλεχος της ομάδας.
Παρακαλώ περιμένετε...
Του Αντρέα Τσεμπερλίδη
Στη δεκαετία του 80 ήταν κοινό μυστικό στο ΝΒΑ πως το αλκοόλ και τα ναρκωτικά μεταξύ των παιχτών της λίγκας, έδιναν και έπαιρναν. Σχεδόν το 70% έκανε χρήση κάποιων απαγορευμένων ουσιών, κάποιοι δεν πιάστηκαν ποτέ, άλλοι έπεσαν στην φάκα των ελέγχων και πλήρωσαν το τίμημα που αρκετές φορές ήταν βαρύ, φτάνοντας μέχρι και τον ισόβιο αποκλεισμό.
Για αυτούς τους αθλητές λοιπόν, η αναζήτηση επαγγελματικής στέγης στην Ευρώπη και δη στην Ελλάδα, ήταν σχεδόν μονόδρομος και ένας εξ αυτών των κυρίων που σημάδεψαν με την παρουσία τους και χιλιάδες πόντους τα εγχώρια παρκέ. Ο λόγος βέβαια για τον αγαπημένο μας Μιτς. Ο Μίτσελ Ουΐγκινς αν δεν είχε πέσει θύμα των κακών συνηθειών του, η αλήθεια είναι πως θα ερχόταν στην χώρα μας μόνο για διακοπές. Ο Αμερικανός σούπερ σκόρερ είχε όλα τα φόντα για μια σπουδαία καριέρα στο ΝΒΑ όπως έδειχναν και οι 23 πόντοι ανά αγώνα που σημείωνε ως κολεγιόπαιδο με το Φλόριντα και ήταν επίσης το νούμερο που τον επέλεξαν οι Ιντιάνα Πέισερς στο ντραφτ του 1983.
Ο Μιτς δεν πήγε ποτέ στην Ιντιάνα αφού αμέσως μετά την επιλογή του ενεργοποιήθηκε η συμφωνία της ανταλλαγής του και βρέθηκε να προβάρει την φανέλα των Μπουλς. Σε μία κακή ομάδα όπως ήταν το Σικάγο εκείνης της περιόδου, ο ρούκι Ουΐγκινς ξεχώρισε παίζοντας και στους 82 αγώνες (40 ως βασικός σουτινγκ γκαρντ) με μέσο όρο 12 πόντους. Την επόμενη χρονιά η παρουσία του κρίθηκε περιττή αφού ο νεαρός με το νούμερο 23 στη φανέλα του που είχαν τσιμπήσει στο ντραφτ οι Ταύροι εκείνο το καλοκαίρι, δύσκολα έβγαινε απο το παρκέ.
Ο Μιτς μετακόμισε στην Άγρια Δύση για να γίνει μέλος των Ρόκετς, ρίχνοντας άγκυρα στο Χιούστον για τα επόμενα τρία χρόνια φτάνοντας να παίξει μέχρι και τελικούς διεκδικώντας το δαχτυλίδι απέναντι στους Σέλτικς το 1986. Η καριέρα του πήγαινε καλά αλλά ο εθισμός στην κοκαϊνη και η αποτυχία του να περάσει τα drug tests ήταν αυτό που τον οδήγησε λίγο πριν την είσοδο του 1987 σε ποινή τριετούς αποκλεισμού παρέα με τον συμπαίχτη του οχι μόνο στο παρκέ αλλά και στις καταχρήσεις, Λιούις Λόϊντ.
Όσο περίμενε να περάσει ο καιρός για να αρθεί ο αποκλεισμός, ο Ουΐγκινς περιφερόταν στο CBA για να βγάζει τα προς το ζην και προετοιμαζόταν για την επιστροφή του, έχοντας την αμέριστη συμπαράσταση ηθικά και προπονητικά της συζύγου του, της Καναδής ασημένιας Ολυμπιονίκη Μαρίτα Πέϊν μέχρι το 1990 και αφού βρέθηκε καθαρός, ο Ντέιβιντ Στερν του επέτρεψε να επανέλθει στον μαγικό κόσμο του ΝΒΑ. Όταν ξαναπάτησε το παρκέ του The Summit ήταν σαν να μην έλειψε ούτε μια μέρα. Ο 30αρης Μίτσελ έκανε την καλύτερη σεζόν της καριέρας του με 15.5 πόντους ανά αγώνα, με αποκορύφωμα τους 34 που σημείωσε εναντίον του Ντένβερ. Αποτέλεσε δε τεράστια έκπληξη το γεγονός της αποδέσμευσης του απο τους Ρόκετς και ακόμα μεγαλύτερη το ότι δεν κατάφερε να βρει ένα νέο εγγυημένο συμβόλαιο, με αποτέλεσμα να αναγκαστεί να παίξει στο ημιεπαγγελματικό πρωτάθλημα της Αμερικής, το USBL.
Η τελευταία απόπειρα που έκανε στο ΝΒΑ το 1992 με τη Φιλαδέλφεια στέφθηκε απο αποτυχία, στο CBA δεν έβρισκε τα συμβόλαια που ήθελε και κάπως έτσι, το καλοκαίρι του 93 ο Μιτς ήρθε στη χώρα που έμελλε να τον αγαπήσει πολύ και αυτός να κάνει τα καλάθια να αναστενάζουν. Ο νεοφώτιστος Μίλωνας έψαχνε έναν σκόρερ που θα τον βοηθούσε στη μάχη της παραμονής στα σαλόνια της Α1 και η επιλογή ήταν ο τότε 34 Μαΐων Μίτσελ Ουΐγκινς, ο οποίος έκανε τέλεια τη δουλειά για την οποία αποκτήθηκε αλλά οι Νεοσμυρνιώτες δεν κατάφεραν την επίτευξη του στόχου.
Ο Ουΐγκινς ξεχώρισε και με το παράσημο του πρώτου σκόρερ της κατηγορίας με 31 πόντους μέσο όρο, ανέβηκε λίγο πιο βόρεια και στα Πατήσια για λογαριασμό του ιστορικού Σπόρτιγκ. Είχα την τύχη να δώ ιδίοις όμμασι αρκετές φορές τον Μιτς στο κλειστό της Ηλία Ζερβού και αυτό που μου έμεινε είναι η απίστευτη επαφή που είχε αυτός ο φοβερός σκόρερ με το καλάθι. Μπορούσε να βάλει τη μπάλα στο διχτάκι με όποιον τρόπο ήθελε, υπήρχαν στιγμές που έμοιαζε ασταμάτητος. Στα Πατήσια έμεινε δύο χρόνια και λατρεύτηκε απο την εξέδρα, κάτι πολύ λογικό αφού με αυτον μπροστάρη ο Σπόρτιγκ κέρδισε ξανά την έξοδο στο Κύπελλο Κόρατς μετά απο 15 χρόνια και την εποχή του Ντέιβιντ Καλλιγκάρις.
Η επόμενη ελληνική ομάδα του Ουΐγκινς ήταν ο ευρωλιγκάτος Πανιώνιος του 96-97 αλλά τα προβλήματα στη νεοσμυρνιώτικη "Βαβέλ", εκείνη τη χρονιά δεν άφησαν ανεπηρέαστο τον Αμερικανό που αποχώρησε νωρίς για να φορέσει ξανά το νούμερο 6 στα αγαπημένα του Πατήσια και λίγο πριν πατήσει τα 40, να κρατήσει τον Σπόρτιγκ στην μεγάλη κατηγορία τη σεζόν 98-99.
Παρά τα χρονάκια του, η καρδούλα του το έλεγε ακόμα και το λυκόφως του εικοστού αιώνα τον βρήκε στη Γαλλία για την πρωταθλήτρια Ευρώπης του 1993 Λιμόζ. Κάπου εκεί το ταξίδι του στην Ευρώπη τελείωσε και γύρισε στην πατρίδα του παίζοντας για την πλάκα του σε ημιεπαγγελματικές κατηγορίες μέχρι το 2003 και σε ηλικία 44 χρονών που κρέμασε οριστικά τη φανέλα του.
Ο Μίτσελ Ουΐγκινς ήταν πραγματικά ένας πολύ μεγάλος παίχτης. Τρομερό πρώτο βήμα, εξαιρετικός σουτέρ απο μέση απόσταση, ικανότατος απο την γραμμή των 6.25, ένα πλήρες πακέτο αυθεντικού σκόρερ. Η μόνιμη απορία όσων τον βλέπαμε τότε, ήταν πως αυτός ο μπασκετμπολίστας δεν έμεινε εκεί όπου ήταν η θέση που του άρμοζε, γιατί δεν παίζει στο ΝΒΑ.
Η απάντηση βρισκόταν στους προσωπικούς του δαίμονες που προσγείωσαν στην Ελλάδα έναν αθλητή που αν το ήθελε μπορούσε να πετάξει πολύ ψηλά στον πλανήτη ΝΒΑ...