Παρακαλώ περιμένετε...

ΦΡΑΖΙΕΡ ΓΟΥΟΛΤΕΡ (FRAZIER WALT)

HALL OF FAME / ΝΒΑ και κόσμος
ΟΧΙ
29/03/1945
Point guard
Shooting guard
194cm

« Ήταν η δικιά του μπάλα, στο δικό του παιχνίδι , και καμιά φορά μας άφηνε και εμάς να παίξουμε με αυτήν»...Αυτά ήταν τα λόγια ενός από τους πιο διάσημους συμπαίκτες του, του Willis Reed. Kαι όταν αυτά τα λέει κάποιος που έχει αφήσει το όνομά του με χρυσά γράμματα στην ιστορία του ΝΒΑ τότε δεν μπορούν παρά να αξίζουν κάτι παραπάνω....

Γεννήθηκε στις 29 Μαρτίου του 1945, και ήταν το μεγαλύτερο από 9 παιδιά στην οικογένειά του. Έδειξε τα πρώτα δείγματα του τεράστιου ταλέντου του στον κόσμο κατά την φοίτησή του στο Atlanta Howard High School, όμως το μπασκετάκι το έμαθε στα τσιμέντα και τα μεταλλικά διχτάκια, καθώς πίσω στην παιδική του ηλικία ήταν η μόνη διέξοδος που είχαν οι αφροαμερικανοί στο μπάσκετ. Πολλοί λένε (κυρίως αυτοί που έχουν δει τον Frazier να παίζει), πως Clyde είναι μόνο ένας , αγνοόντας επιδεικτικά τον επίσης μεγάλο, Clyde Drexler. Ίσως να έχουν και δίκιο. Όχι τόσο σε νούμερα, αφού η καριέρα του Frazier στερήθηκε μεγάλης διάρκειας και από ένα σημείο και μετά συνέπειας, όμως τα χρόνια που διήρκησε ήταν υψίστου επιπέδου και γεμάτη μεγάλες σιτγμές.

Κέρδισε το όνομά του, “Clyde” χάρι στην μοναδική του ικανότητα να κλέβει την μπάλα, ενώ επισήμως νονός του ήταν ο γυμναστής του στους Knicks. Έμπνευση φυσικά δεν ήταν άλλος από τον γνωστό ληστή, Clyde Barrow από το Bonnie και Clyde. Ενώ άν παρατηρήσεις προσεκτικά την πορεία του θα μπορέσεις να καταλάβεις ότι ήταν ο σωστός άνθρωπος, την σωστή στιγμή του μπάσκετ, για όσο αυτή η στιγμή μπορούσε να κρατήσει.

Στα κολλεγιακά του χρόνια, αγωνίστηκε με την φανέλα του Southern Illinois, οδηγώντας το σχολείο του για πρώτη φορά στην ιστορία του σε ένα τελικό τουρνουά. Μάλιστα ίσως από τύχη , ίσως σαν σημάδι, ο τελικός του τουρνουά που θα οδηγούσε στην τελική φάση, ήταν ο τελευταίος κολλεγιακός αγώνας που έγινε ποτέ στο παλιό Madison Square Garden. Ο ίδιος κέρδισε τον τίτλο του MVP και έδειξε ξεκάθαρα ότι επιθυμεί να συνεχίσει να αγωνίζεται σε αυτό το γήπεδο. Οι Knicks σεβάστηκαν την επιθυμία τους και έτσι τον κάνανε δικό τους στο draft του 1967 επιλέγοντάς τον στο νούμερο 5. Να πούμε σε αυτό το σημείο, ότι πρωτού βρεθεί να παίζει μπάσκετ, δεν ήταν λίγες οι ομάδες που του πρόσφεραν μία υποτροφία ως παίκτη του Football, όμως το γεγονός ότι « Δεν υπήρχαν μαύροι παίκτες του Football” , όπως ο ίδιος έλεγε, τον οδήγησε προς το μπάσκετ.

Από την πρώτη του χρονιά στο ΝΒΑ, προσπάθησε να εφαρμόσει την βασική του φιλοσοφία, η οποία δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μία αβυσσαλέα άμυνα και μία προσπάθεια για πάσα στον ελεύθερο συμπαίκτη. Όπως ο ίδιος έλεγε συχνά, η προσπάθεια που εκβιάζεις , δεν μπορεί παρά να μην είναι η καλύτερη. Όμως τα νούμερά του δεν συμβάδιζαν με τις προθέσεις του, αφού τελείωσε την rookie χρονιά του με μόλις 9 πόντους ανά αγώνα. Ωστόσο, η έλευση μεσούσης της σεζόν του “Red” Holzman ως προπονητή των Knicks, του έδωσε την ευκαιρία να αναδείξει τις αρετές του. Η επόμενη σεζόν, 1968-69, ήταν καταιγιστική. Ο Clyde είχε έρθει για να σκορπίσει τον τρόμο σε κάθε αντίπαλο, και στις δύο μεριές του παρκέ. Εκείνη την εποχή δεν ήταν πολλοί οι παίκτες που συνδίαζαν την στραγγαλιστική άμυνα με την ασταμάτητη επίθεση. Ο Frazier, ίσως να ήταν αυτός που έδειξε τον δρόμο. Και αυτό τον ξεχώριζε περισσότερο από ότιδήποτε άλλο. Αυτό και η ανάγκη που είχε για να αναλαμβάνει την ευθύνη. Μία ευθύνη που δεν φοβήθηκε ποτέ. Αφού τελείωσε την δεύτερη σεζόν του με 17,5 πόντους, 7,9 ασίστ και 6,2 ριμπάουντ, το μήνυμα είχε ήδη σταλεί. Οι Knicks ξεκίνησαν να ελπίζουν ότι η εποχή της ξηρασίας ίσως να είχε έρθει στο τέλος της. Βέβαια αυτό δεν οφειλόταν μόνο στον ταλαντούχο γκάρντ, αλλά κυρίως στον θηριώδη ψηλό της ομάδας της Νέας Υόρκης, τον Willis Reed, που τρομοκρατούσε με την σειρά του του αντιπάλους, σε μία εποχή που το πρωτάθλημα πήγαινε στον καλύτερο ψηλό.

Η επιρροή του Reed στους Knicks, ήταν τόσο μεγάλη, που κατάφερε να κλέψει την δόξα του Frazier ακόμα και στην μεγαλύτερη στιγμή του. Το 7ο παιχνίδι των τελικών του 1970. Το παιχνίδι που έχει στιγματιστεί από την φράση « Here comes the Reed”, και την εικόνα του θηριώδους ψηλού να κουτσαίνει στο γήπεδο, μπροστά σε ένα γήπεδο που παραλιρρούσε , και να πετυχαίνει μάλιστα και το πρώτο καλάθι του αγώνα. Η 8η Μαίου του 1970 έχει μείνει στην ιστορία ως η «Willis Reed Day”. Έχει επίσης μείνει στην ιστορία ως η μέρα που η Knicks επιτέλους πήραν ένα πρωτάθλημα. Στην πραγματικότητα όμως έπρεπε να μείνει στην ιστορία ως η « μεγαλύτερη παράσταση που έχει δοθεί ποτέ από έναν παίκτη σε ένα τόσο σημαντικό παιχνίδι». Σημαντικό τόσο για την ομάδα του, όσο και για την ίδια την σεζόν, αφού έκρινε ένα ολόκληρο πρωτάθλημα. Εκείνη ήταν η μέρα που το παγκόσμιο μπάσκετ κατάλαβε ότι ο Clyde ήταν ένας εκπληκτικός αμυντικός, κλέφτης, σκόρερ και clutch παίκτης. Χαρακτηριστική είναι η στιγμή που περιγράφει ο ίδιος στο βιβλίο του " One Magic Season and a Basketball Life ", όταν στο συγκεκριμένο παιχνίδι, στο δεύτερο δωδεκάλεπτό του θα καταφέρει ένα κλέψιμο στον Mr. Clutch, Jerry West, κοντά στο κέντρο του γηπέδου, φτάνωντας μέχρι το lay up κερδίζοντας παράλληλα και το φάουλ. Στην αμέσως επόμενη φάση ο Jerry West θα αναγκαζόταν να υποπέσει σε σε παράβαση 24 δευτερολέπτων. Για μία από τις λίγες στιγμέες στην καριέρα του ο West θα ήταν εκτός εαυτόυ. Μαζί του θα κατέρρεαν ολόκληροι οι Lakers και το πρωτάθλημα θα πήγαινε στην Νέα Υόρκη. Την ημέρα του Willis Reed, o Clyde καθάρισε το παιχνίδι με 36 πόντους, 19 ασίστ, 7 ριμπάουντ και 5 κλεψίματα, μαζί με μία ντουζίνα clutch plays. Κι όμως η μέρα αυτή δεν φέρει το όνομά του.

 

Παρακάμπτωντας αυτήν την αδικία, συνέχισε να ζει αρμονικά την ζωή του στην Νέα Υόρκη, ξεχωρίζοντας ως μία εξέχουσα μορφή της νυχτερινής ζωής του Manhatan. Τα κατορθώματά του σε αυτήν είναι μνημιώδη, κυρίως λόγω της ευρυματικότητάς του τόσο σε ντύσιμο όσο και σε αυτοκίνητα, αλλά και φυσικά για την περίφημη εργένικη ζωή του. Ο Walt Frazier, ήταν ένας πραγματικός σταρ της εποχής. Το δεύτερο πρωτάθλημα με την ομάδα του Μεγάλου Μήλου, ήρθε σαν φυσικό επακόλουθο το 1973. Με λιγότερους πανηγυρισμούς, αλλά με μία ομάδα που θεωρείται από τις καλύτερες όλων των εποχών και ένα από τα καλύτερα backcourt που έχουμε δει να παίζει μαζί, αφού ήδη από το 1971 οι Knicks έχουν φέρει στον Earl Monroe να συμπληρώσει τον Walt Frazier. Το εκπληκτικό αυτό δίδυμο θα μείνει γνωστό στην μπασκετική ιστορία ως οι “Rolls Royce Brothers». Στην Νέα Υόρκη έμεινε μέχρι  το 1977, μετρώντας 10 συνεχή έτη. Δέκα χρόνια μέσα στα οποία συνδέθηκε με το κοινό του MSG όσο κανένας άλλος, μέχρι την στιγμή που σταμάτησε να παίζει καλά. Τότε ο κόσμος που τον λάτρεψε, τον απαρνήθηκε και ζήτησε την ανταλλαγή του μέσα σε μία νύχτα. Όταν το 1977 βρέθηκε στo Cleveland, ως αντάλλαγμα για το νεαρό Jim Clemons, κουβαλούσε μαζί του τα ρεκόρ στις μισές κατηγορίες των Knicks. Παιχνίδια, Πόντοι, Ασίστ, Βολές και μερικά ακόμα ρεκόρ, διατηρήθηκαν αρκετά χρόνια, μέχρι να φορέσει τα πορτοκαλομπλε ο Pat Ewing και να φροντίσει να σπάσει τα περισσότερα από αυτά.

Στο Cleveland, αγωνίστηκε σε  μόλις 66 παιχνίδια μέσα σε 3 χρόνια, και έτσι αποσύρθηκε άδοξα μέσα στην σεζόν του 1979-1980. Την στιγμή της απόσυρσής του μετρούσε 15,000+ πόντους , 4,500+ ριμπάουντ και 5000+ ασίστ. Έκλεισε έτσι μία καριέρα, που αν την εξετάσει μέσα από το πρίσμα των αριθμών, τον τοποθετεί σε ένα χαμηλό ράφι των κορυφαίων του κορυφαίου πρωταθλήματος του κόσμου. Η γνώμη μας είναι πως ξεκάθαρα αδίκησε τον εαυτό του μέσα σε αυτήν και είμαστε σίγουροι πως θα βρεθούν αρκετοί που τον είδαν να παίζει live, που θα πέσουν στην φωτιά για την αναγνώρισή του ως ένα από τα καλύτερα two side guards στην ιστορία του αθλήματος. Και αυτό θα γίνεται για μερικά χρόνια ακόμη, μέχρι οι θεατές αυτοί να λιγοστέψουν επικίνδυνα. Τότε θα είμαστε εμείς εδώ για να φιλονικήσουμε με την ιστορία, που τείνει να κάνει τα πάντα αριθμούς για την αξία και την μοναδικότητα του. Γιατί, ό,τι και να λένε μερικοί, ο πραγματικός Clyde ήταν μόνο ένας.

Σαν Σήμερα