Παρακαλώ περιμένετε...
Του Αντρέα Τσεμπερλίδη
Παρότι το όνομα του έχει συνδεθεί κυρίως με την την ΑΕΚ, ο Δημήτρης Ποδαράς, δεν ξεκίνησε την καριέρα του με τα κιτρινομαύρα του Δικεφάλου. Στα ανοιχτά του Ζωγράφου ο πιτσιρικάς άρχισε να μαθαίνει τα μυστικά του αθλήματος και τα έμαθε τόσο καλά ώστε σε ηλικία 17 χρονών προβιβάστηκε στην πρώτη ομάδα απο τον Φαίδωνα Ματθαίου, κάνοντας προπονήσεις και συλλέγοντας εμπειρίες δίπλα στους σπουδαίους βετεράνους που έπαιζαν εκείνη την εποχή στον Ηλυσιακό, όπως ο Δημήτρης Κοκολάκης, ο Βασίλης Γκούμας και ο Χάρης Παπαγεωργίου.
Ο Ηλυσιακός υποβιβάστηκε στην Α2 το 1988 και στο πλαίσιο της ανανέωσης ο 18χρονος Δημήτρης καθιερώθηκε στην βασική πεντάδα ως πλέι μεικερ και οχι ως σούτινγκ γκαρντ όπως τον μάθαμε αργότερα. Το 1991 δοκιμάστηκε απο τον Κρέζιμιρ Τσόσιτς ο οποίος έδωσε το πράσινο φως για την απόκτηση του και έτσι ο παίχτης έγινε κάτοικος του "Γεώργιος Μόσχος" για τα επόμενα έξι χρόνια.
Χρόνια δύσκολα για τον σύλλογο που στιγματίστηκαν απο οικονομικά προβλήματα, διοικητικές αλλαγές και αγωνιστική αστάθεια. Ο Ποδαράς με όπλο το εξαιρετικό μακρινό σουτ βρήκε γρήγορα τον δρόμο για την πεντάδα της ΑΕΚ και ξεχώριζε σχεδόν πάντα στα παιχνίδια. Τα πράγματα φάνηκαν να αλλάζουν με την εμφάνιση του Γιάννη Φιλίππου στο διοικητικό κομμάτι και την πρόσληψη του Γιάννη Ιωαννίδη αλλά η σεζόν 96-97 έμελλε να είναι η τελευταία του Ποδαρά με το νούμερο 12 και τον Δικέφαλο Αετό στο στήθος.
Η αιτία βρισκόταν στην μη επίτευξη της συμφωνίας για το νέο συμβόλαιο του παίχτη ο οποίος θεωρούσε πως είχε φτάσει η ώρα να αμοιφθεί ανάλογα με την προσφορά του και την αφοσίωση του στις δύσκολες περιόδους. Συζητήσεις έγιναν, λύση δε βρέθηκε και τελικά η ΑΕΚ προχώρησε σε μονομερή ανανέωση του συμβολαίου όπως είχε δικαίωμα με βάση τον τότε αθλητικό νόμο και ουσιαστικά ο παίχτης αγωνίστηκε την τελευταία του χρονιά στην ομάδα διετελώντας μάλιστα και αρχηγός της, χωρίς να πληρωθεί.
Μία υπόσχεση που είχε λάβει ο Δημήτρης πριν τους τελικούς με τον Ολυμπιακό για κατάθεση προσφοράς που θα τον ικανοποιούσε, δεν υλοποιήθηκε ποτέ και με το τέλος του πρωταθλήματος αποχώρησε πικραμένος απο την ομάδα που δεν εκτίμησε τη στάση του. Στην πιο παραγωγική του ηλικία και με εχέγγυο το "βρωμόχερο" του δεν δυσκολεύτηκε ιδιαίτερα για να βρει τον επόμενο σταθμό της καριέρας του και ανηφόρισε στη Θεσσαλονίκη για να προβάρει τα κυανόλευκα του Ηρακλή. Στάθηκε άτυχος όμως γιατί και στον Ηρακλή το ταμείο ήταν άδειο με ο,τι αυτό συνεπάγεται στο αγωνιστικό κομμάτι και την προσήλωση ενός επαγγελματία αθλητή μόνο στο παρκέ.
Η συνέχεια τον βρήκε στο αρχαιότερο κλειστό της χώρας, αυτό της οδού Ηλία Ζερβού με τη φανέλα του Σπόρτιγκ όπου όπως έχει δηλώσει ο ίδιος ευχαριστήθηκε το μπάσκετ. Όταν ολοκληρώθηκε το συμβόλαιο του με τους Πατησσιώτες, έμεινε με τη θέληση του εκτός για την αγωνιστική περίοδο 2000-01 και εκμεταλλεύθηκε τον ελεύθερο χρόνο του για να πάρει το πτυχίο του απο τη Γυμναστική Ακαδημία.
Επέστρεψε στα παρκέ με τον Πανελλήνιο το καλοκαίρι του 2001 στα γνώριμα λημέρια της Α2 και την επόμενη χρονιά ενώ είχε ήδη ξεκινήσει προετοιμασία με τον Μίλωνα, ο σοβαρός τραυματισμός στο αριστερό του γόνατο τον υποχρέωσε να κρεμάσει τη φανέλα σε ηλικία 32 χρονών. Το σκαρί του έμοιαζε βαρύ και το παιχνίδι του μονοδιάστατο αλλά ο Δημήτρης Ποδαράς μπορούσε να τιμωρήσει την οποιαδήποτε άμυνα τον άφηνε ελεύθερο να σηκωθεί απο τα 6.25 μέτρα. Ήταν άλλωστε χωρίς αμφιβολία ένας από τους καλύτερους Έλληνες σουτέρ των 90ς...