Παρακαλώ περιμένετε...
Γεννήθηκε 17 Νοεμβρίου του 1945. Έχει ύψος 2,06 και θεωρείται ένας από τους πιο ταλαντούχους Power forward που έπαιξαν ποτέ το άθλημα του μπάσκετ. Ο Elvis Hayes χρησιμοποιούσε τη χαρακτηριστική κίνηση του αυτό το turn around Jumper για να φορτώσει με πόντους το αντίπαλο καλάθι κάτι που παράλληλα με την επιθετικότητα του στην άμυνα του χάρισαν μία θέση τα βιβλία με τους θρύλους του NBA. Με διάρκεια που θα τη ζήλευε ακόμη και ένας υπεράνθρωπος, έχασε μόλις 9 παιχνίδια στα 16 χρόνια της καριέρας του, και αυτό από μόνο του αποτελεί ένα τεράστιο επίτευγμα.
Ξεκίνησε την καριέρα του στο ΝΒΑ το 1968 όταν και επιλέχθηκε στο νούμερο 1 του ντραφτ από τους Σαν Ντιέγκο και αργότερα Χιούστον Ρόκετς (1968-72). Από το 1968 έως το 1972 αγωνίστηκε με τη φανέλα της ομάδας που τον επέλεξε πρώτο στο ντραφτ. Το 1972 μετακόμισε στην ομάδα των Bullets (1972-1981) και βίωσε την αλλαγή δύο ονομάτων αυτής, καθώς στην αρχή ονομαζόταν Baltimore, στη συνέχεια Capital και τέλος Washington Bullets, το όνομα με το οποίο τους γνωρίσαμε πολύ τη δεκαετία του 90. Το 1981 επιστρέφει στο αγαπημένο του Χιούστον και τους Ρόκετς (1981-84) με τη φανέλα των οποίων θα κλείσει την καριέρα του το 1984.
Μοναδικά δημοφιλής ανάμεσα στους φιλάθλους των ομάδων στις οποίες αγωνίστηκε, κάτι που το οφείλει τόσο στο μεγάλο πάθος του μέσα στις τέσσερις γραμμές, όσο και στην ιδιαίτερη προσωπικότητα του έξω από αυτές. Άνθρωποι οι οποίοι τον κριτίκαραν έντονα θεωρούσαν ότι έχει πρόβλημα συμπεριφοράς και πολλές φορές τον χαρακτήριζαν σαν έναν άνθρωπο με διχασμένη προσωπικότητα οπως ο λογοτεχνικός ήρωας Τζέκιλ και Χάιντ.
Ωστόσο ποτέ δεν υπήρξε κάτι το πολύ έντονο που να χαρακτήρισε τη συμπεριφορά του και να τον ακολούθησε στα πολλά χρόνια της καριέρας του και για αυτό το λόγο οι προπονητές του χαρακτήριζαν, την περίεργη συμπεριφορά του σαν κινέζικο βασανιστήριο και πιο συγκεκριμένα σαν το μαρτύριο της σταγόνας. «Είναι μία σταγόνα κάθε φορά, τίποτα ιδιαίτερο αλλά στο τέλος μπορεί να σε κάνει να τρελαθείς.»
Ο ίδιος ,όπως οι περισσότεροι άνθρωποι με ένα δύσκολο χαρακτήρα, δήλωνε από παλιά το ότι «απλά ήταν πάρα πολύ ευθύς και ειλικρινής σε αυτά που έλεγε στους ανθρώπους» έλεγα λέει «αυτά που ένιωθα και άμα δεν το έκανα θα αισθανόμουν ότι δεν συμπεριφέρομαι σαν άντρας». Ίσως αυτή τη συμπεριφορά του να την οφείλει στις δύσκολες περιοχές όπου μεγάλωσε ως Αφροαμερικανός σε εποχές που ο ρατσισμός βρισκόταν ακόμη σε άνθηση (όχι ότι τώρα δηλαδή δεν βρίσκεται), και στις διδαχές του πατέρα του ο οποίος του έμαθε να απαιτεί σεβασμό από τους γύρω του.
Με το άθλημα του μπάσκετ ασχολήθηκε κυριολεκτικά κατά λάθος, όταν στο σχολείο για να αντιμετωπίσουν την προβληματική συμπεριφορά του, θεώρησαν ότι πρέπει να ασχοληθεί με κάποιο άθλημα. Το πολύ δυνατό και ψηλό κορμί του βέβαια, του επέτρεπε να μπορέσει να ανελιχθεί και να πρωταγωνιστήσει γρήγορα σε αυτό παρόλο που πρωτοασχολήθηκε με την πορτοκαλί μπάλα σε πολύ μεγάλη ηλικία. Πολύ γρήγορα έγινε βασικός στην ομάδα του σχολείου του και ένας από τους καλύτερους παίκτες πολιτείας του.
Όπως και πολλοί άλλοι αφροαμερικανοί της γενιάς του, σε ένα σχολείο όπου μόλις οι 100 από τους 20.000 μαθητές ήτανε αφροαμερικανοί, είδε το μπάσκετ σαν μία πολύ καλή ευκαιρία για να ξεφύγει από τη φτώχεια στην οποία μεγάλωσε. Στα κολεγιακά του χρόνια αγωνίστηκε με το κολέγιο του Χιούστον (1965 – 1968) και ίσως σε αυτά τα τρία χρόνια να είχε καταφέρει να πάρει κάποιον τίτλο εάν δεν είχε βρει μπροστά του το εκπληκτικό UCLA, του Lew Alcindor. Παρόλα αυτά στο «Game of the century», στις 20 Ιανουαρίου του 68 ήταν η ομάδα που σταμάτησε το ρεκόρ νικών του UCLA, το οποίο εκείνη τη στιγμή έφτανε τις 47. O Άλβιν σε αυτό το παιχνίδι,σταμάτησε στους 39 πόντους μάζεψε 15 ριμπάουντ, ενώ περιόρισε τον ασταμάτητο Alcindor στους 15 πόντους. Στο τέλος του αγώνα ο ηλεκτρονικός πίνακας έγραφε 71-69 υπέρ τους του Χιούστον. Αυτα είναι σίγουρα πράγμαγα που σε βοηθάνε να χτίσεις τον μύθο σου. Και ο μύθος του Hayes είχε πολλά ακόμη να μας πει.
Το 1968 ως rookie, βρέθηκε να ηγείται στο τέλος χρονιάς του πίνακα των σκόρερ με 28,4 ανά αγώνα ενώ παράλληλα κατέβασε 17,1 ριμπάουντ. Αυτά βέβαια ήταν αρκετά για να του εξασφαλίσουν τον τίτλο του rookie of the year. Η επόμενη του χρονιά στο NBA ήταν εξίσου αποτελεσματική, όμως η ομάδα του δεν μπορούσε να πρωταγωνιστήσει και η γνωστή περίεργη συμπεριφορά του, οδήγησε στο να τον κατηγόρησουν ως την βασική πηγή των δεινών της ομάδας του Χιούστον. Κάπως έτσι, τον Ιούνιο του 1972 βρέθηκε στους Baltimore Bullets. Με την ομάδα των Bullets άλλαξε τρεις πόλεις αλλά το πιο σημαντικό ήταν το ότι βρέθηκε συμπαίκτης με τον επίσης Hall of famer ,Wes Unseld, δημιουργώντας ένα από τα πιο κυριαρχικά δίδυμα ψηλών στην ιστορία. Κυριαρχικό όχι μόνο γιατί οι δυο τους μπορούσαν να σκοράρουν ( άλλωστε ο Unseld δεν ήταν γνωστός τόσο για το σκοράρισμα του όσο για άλλα πράγματα στο παιχνίδι του), αλλά γιατί ήταν και οι δύο ιδιαίτερα δυναμικοί σε αυτό, και έκαναν τη ζωή των αντιπάλων ψηλών δύσκολη. Αυτό το δίδυμο παιχτών οδήγησε την ομάδα από την Ουάσιγκτον σε τρεις τελικούς του NBA (1975 , 1978 ,1979) και εν τέλει έναν τίτλο με αντίπαλο Seattle Supersonics το 1978. Τη σεζόν του πρωταθλήματος των Bullets, ο Άλβιν, ο οποίος ήθελε βέβαια να δώσει τις απαντήσεις στους επικριτές του σημείωνε 21,8 ενώ κατέβαζε και πάνω από 12 rebound στα playoff.
Με το δαχτυλίδι του πρωταθλητή πλέον στα χέρια του το 1981, δηλαδή τρία χρόνια μετά το θρίαμβο του 78, μπόρεσε να επιστρέψει στην πόλη την οποία αγάπησε όσο καμία άλλη, το Houston, για να κλείσει την καριέρα του το 1984 φορώντας την φανέλα τους.
Στο τέλος της μακρόχρονης καριέρας του αριθμούσε ακριβώς 50.000 λεπτά αγωνιστικής δράσης, ενώ παρόλη τη μεγάλη διάρκεια της, οι μέσοι όροι του ήταν στους 21 πόντους και το 12,3 ριμπάουντ ανά αγώνα. Είναι από τους καλύτερους ριμπάουντερ που έχουν αγωνιστεί ποτέ στο ΝΒΑ, ενώ οι πάνω από 27.000 πόντοι, τους οποίους πέτυχε, τον βάζουν μέσα στους καλύτερους σκόρερ όλων των εποχών. Το νούμερο 11 έχει αποσυρθεί προς τιμήν του από τους Washington Wizards. Ως παίκτης ίσως επειδή δεν αγωνίστηκε ποτέ σε κάποια από τις ιδιαίτερα εμπορικές ομάδες, άλλωστε οι Washington bullets του 1978 ήταν ξεκάθαρα underdogs για την κατάκτηση του πρωταθλήματος, δεν έλαχε ποτέ της αναγνώρισης που θα του άξιζε. Αυτό όμως δεν μπορεί με τίποτα να αποκρύψει το γεγονός ότι είναι από τους κορυφαίους παίκτες που αγωνίστηκαν ποτέ στο ΝΒΑ. Το 1990 μπήκε το Basketball Hall of Fame.