Ο Maurice Stokes γεννήθηκε στις 17 Ιουνίου του 1933. Είχε ύψος 2,01 και αγωνιζόταν στις θέσεις των ψηλών. Ήταν ένα παιδί με πλούσια αθλητικά χαρίσματα. Πολύ πλούσια. Πήγε high school στο Westinghouse και κολλέγιο στο St. Francis (1951-55) και εκεί είναι που τον έμαθε όλη η Αμερική. Όσο δηλαδή ήταν δυνατό καθώς μιλάμε για το 1950. Από την πρώτη του χρονιά κατάφερε να κερδίσει το βραβείο του MVP στο NCAA ακόμη και αν η ομάδα του τερμάτισε 4η, ενώ στην συνέχεια εκανε πράγματα εκπληκτικά που κανείς άλλος ποτέ δεν είχε δει και έφτασε την τελευταία του χρονιά να έχει 27 πόντους και 26 ριμπάουντ ανά αγώνα. Δεν βλέπεις και κάθε μέρα ένα τόσο επιβλητικό double-double. Τα νούμερα αυτά ήταν αρκετά για να του χαρίσουν την δεύτερη θέση στο draft του 1955, όπου τον επέλεξαν οι Rochester Royals (1955-1957). Ως rookie θα αντιληφτεί ότι το επίπεδο του ΝΒΑ είναι διαφορετικό από αυτό του ΝCAA. Αλλά όχι πολύ διαφορετικό. Έτσι στην πρώτη του χρονιά θα τελείωσει με 16 πόντους και 16 ριμπάουντ ανά αγώνα. Το εντυπωσιακό βέβαια για έναν παίκτη στο ύψος του αλά και στην θέση του δεν ήταν αυτό, αλλά ότι μοίραζε με εξίσου μεγάλη άνεση ασσίστ. Κάτι που έκανε προφανές από το πρώτο του κιόλας παιχνίδι στο ΝΒΑ όταν και τελείωσε με 32 πόντους, 20 ριμπάουντ και 8 ασίστ. Και φυσικα δεν έχουμε ιδέα τι άλλα στατιστικά έκανε σε μία εποχή που δεν μετρούσαν κάτι παραπάνω. Επόμενο ήταν να κερδίσει με χαρακτηριστική άνεση το βραβείο του rookie of the year.
Η επόμενη χρονιά δεν ήταν πολύ διαφορετική. Ίσως να την έκανε λίγο καλυτερη το γεγονός ότι καταλάβαινε σιγά σιγά ότι πλέον δεν είχε αντίπαλο. Τα νουμερά του θα μείνουν περίπου στα ίδια, θα κερδίσει και πάλι μία θέση στην 2η καλύτερα 5αδα του ΝΒΑ και θα βγει πρώτος ριμπάουντερ της χρονιάς. Την τρίτη του σεζόν (1957-58) , οι Royals θα μετακομίσουν από το Rochester στο Cincinnatti. Και ο Maurice θα γίνει ακόμη καλύτερος. Όταν η σεζόν τελείωσε η στατιστική του έγραφε 17 πόντους, 18 ριμπάουντ και 6,5 ασίστ ανά αγώνα. Σε μόλις μία τριετία, από την στιγμή που είχε μπει στο ΝΒΑ, μετρούσε τα περισσότερα ριμπάουντ σε αυτήν την περίοδο αλλά και τις περισσότερες ασίστ μετά τον μεγάλο Bob Cousy. Το ίδιο το ΝΒΑ έχει δηλώσει ότι θεωρεί ίσως το μεγαλύτερο κατόρθωμα του Wilt το ότι κατάφερε να ηγηθεί στις ασίστ όντας Center. Ο Maurice δεν ήταν πολύ μακρυά από αυτό. Η μάλλον ήταν.
Στο τελευταίο παιχνίδι της σεζόν 1957-58, στις 12 Μαρτίου 1958, σε μία προσπάθεια του να πλησιάσει προς το καλάθι, θα πέσει με άτσαλο τρόπο στο έδαφος και θα χάσει τις αισθήσεις του. Θα τον επαναφέρουν με την χρήση αλάτων και θα συνεχίσει να αγωνίζεται. Τρεις μέρες μετά η ομάδα των Royals θα παίξει το πρώτο παιχνίδι για τα Play off με τους Detroit Pistons. O Stokes θα τελειώσει τον αγωνα με 12 πόντους και 15 ριμπάουντ. Στην πτήση της επιστροφής θα πει στον συμπαίκτη του που κάθεται δίπλα του πως δεν αισθάνεται καθόλου καλά, και πως νιώθει ότι πεθαίνει. Και δυστυχώς η αλήθεια δεν ήταν πολύ μακρυά από αυτό που ένιωθε. Όταν το αεροπλάνο προσγειώθηκε, κατέρρευσε σε μία επιληπτική κρίση και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο. Εκεί διαγνώστηκε με μετατραυματική εγεφαλοπάθεια καθώς επίσης και η πλήρης παράλυση των κινητικών του νευρώνων. Η πρόβλεψη ήταν αμείλικτη. Θα έμενε παράλυτος σε όλη του την ζωή, για οσο αυτή διαρκούσε. Από την πρώτη στιγμή, δίπλα του με κάθε πιθανό και δυνατό τρόπο θα σταθεί ο συμπαίκτης του, Jack Twyman.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Stokes έκανε μια σπουδαία προσπάθεια να αναπτύξει έστω και λίγο τις κινητικές του δεξιότητες. Κατάφερε να δακτυλογραφεί, να ζωγραφίζει αλλά και να επικοινωνεί με τα μάτια. Έκανε μάλιστα και μία απόπειρα να γράψει την αυτοβιογραφία του. Στις 6 Απριλίου του 1970, η καρδιά του δεν άντεξε άλλο. Πέθανε σε ηλικία 37 ετών.
Ενδεικτικά και μόνο, για αυτόν ο Cousy έχει πει ότι ήταν « Μία πιο ντελικάτι έκδοση του Karl Malone”. Δηλαδή μία καλύτερη έκδοση. Δεν θα μάθουμε ποτέ. Στα τρία χρόνια που έπαιξε, μέτρησε 3 All Star, 3 δεύτερες καλύτερες πεντάδες του ΝΒΑ, 16,5 πόντους, 17,5 ριμπάουντ και 5+ ασίστ. Το 2004 μπήκε στο Hall of Fame. Το βραβείο φυσικά δεν θα μπορούσε να παραλάβει άλλος από τον Jack Twyman. Ο οποίος βέβαια Jack, μετά από όλα αυτά, έζησε μέχρι το 2012 όταν και πέθανε σε ηλικία 78 ετών. Το 2013, η λίγκα του ΝΒΑ δεν έχασε χρόνο και θέσπισε το βραβείο του καλύτερου συμπαίκτη. Το όνομα αυτόυ? «Twyman-Stokes”…