1955: Γεννιέται ο James Edwards. Ένας ψηλός με σχεδόν 20 χρόνια καριέρα στο ΝΒΑ και τρία πρωταθλήματα. Σε ένα εκ των οποίων μάλιστα - με τους Pistons το 1990 - ήταν βασικό στέλεχος της ομάδας.
Παρακαλώ περιμένετε...
Γεννήθηκε στις 11 Απριλίου του 1955. Έχει ύψος 1.96 και αγωνιζόταν στις θέσεις των γκαρντ. Άνθρωπος με πάρα πολλές ιστορίες πίσω του ιδιαίτερος χαρακτήρας αλλά στα μπασκετικά πάνω από όλα χαρισματικός σκόρερ. Στα κολεγιακά του χρόνια φόρεσε τη φανέλα του κολεγίου της Μοντάνα (1974-1978) με το οποίο έδειξε πολύ νωρίς ότι μπορεί να είναι ένας ικανότατος σκόρερ αφού την τελευταία του χρονιά σε αυτό με τις επάνω από 24 πόντους ανά αγώνα. Αυτό ήταν αρκετό για να του δώσει το νούμερο 4 στο ντραφτ του 1978 όπου επιλέχθηκε από τους New York Knicks (1978-82)
Μπροστά του διαγραφόταν μία λαμπρή καριέρα ενώ είχε χαρακτηριστεί λόγω στυλ αλλά και λόγω ομάδας ως “ο επόμενος Walt Frazier”. Ως rookie δεν θα αγωνιστεί πολύ και τα νούμερα του θα είναι χαμηλά. Από τη δεύτερη κιόλας χρόνια όμως, σκοράρει πάνω από 15 πόντους ανά αγώνα ενώ παράλληλα την σεζόν 1979-80 μετράει πάνω από 10 ασίστ και πάνω από τρία κλεψίματα (αρκετά και τα δύο για να κερδίσει την πρώτη θέση τόσο στον πίνακα των πασέρ όσο και των κλεφτών). Αυτή βέβαια ήταν και η καλύτερη σεζόν της καριέρας του Ray. Το 1982 θα γίνει ανταλλαγή για τους Golden State Warriors (1982-83). Προορισμός η οποία δεν τον ευχαριστεί ιδιαίτερα αλλά και πήγε ξεκάθαρα πίσω την καριέρα του.
Σε μία εποχή που το NBA πάλευε για να διώξει από πάνω του το πρόβλημα των καταχρήσεων ο Ray είχε πέσει βαθιά μέσα σε αυτές. Ναρκωτικά αλκοόλ και nightlife ήταν αυτά που δημιουργούσαν μία κακή φήμη γύρω από το όνομά του αλλά και δεν του επέτρεψαν ποτέ να παίξει το μπάσκετ το οποίο μπορούσε. Στο Golden State έμεινε για μόλις 33 παιχνίδια ακολούθησε η μεταγραφή στους New Jersey Νets (1983-86) τη φανέλα των οποίων φόρεσε μέχρι το 1986. Το 1984-85 μπορεί να θεωρηθεί ως η σεζόν που έδωσε ελπίδα ότι αυτό το προβληματικό παιδί, μπορεί όντως να σταθεί και πάλι στο μαγικό κόσμο του NBA. Σε 82 παιχνίδια μέτρησε πάνω από 20 πόντους ανά αγώνα μαζί με 8 ασίστ 3 κλεψίματα. Κι όμως όλα αυτά δεν ήταν αρκετά. Την άνοιξη του 1986 θα φορέσει για τελευταία φορά τη φανέλα ομάδας του NBA.
Στα 8 χρόνια πάλευε και αγωνίστηκε στο NBA μέτρησε 4 All-Star άλλα και τρεις πρώτες θέσεις στον πίνακα των κλεψίματων (1980,1983,1985). Με το χαρακτήρα του να μην μπορεί να τον κρατήσει στο NBA αποφασίζει να κάνει την προσπάθειά του στις χαμηλότερες λίγες ανάμεσα στο 1986 και το 1988. Το καλοκαίρι του 1988, σε ηλικία 33 ετών αφού βλέπει ότι δεν μπορεί πλέον να περιμένει το ΝΒΑ, αποφασίζει να περάσει τον Ατλαντικό για να αγωνιστεί στην Ευρώπη. Το ξαναλέμε σε ηλικία 33 ετών. Πρώτος σταθμός η Μπολόνια όπου αγωνίστηκε για τρεις σεζόν (1988-1991 Με την ομάδα της Μπολόνια θα κατακτήσει το κύπελλο Σαπόρτα (1990) αλλά και θα αναδειχθεί πρώτος σκόρερ των τελικών ενώ θα της χαρίσει και δύο κύπελλα Ιταλίας (1989,1990) . Ακολουθεί το 1991 η κροατική σπλιτ (1991-92) για να γυρίσει το 1992 στην Ιταλία και την Λιβόρνο (1992-94). Το 94 θα μεταγραφεί στην Αντίπ (1994-97), Γαλλική ομάδα η οποία τότε πρωταγωνιστούσε, ενώ το 1997 θα βρεθεί στη Cholet (1997-98). Το 1998 γυρίζει και πάλι στην Ιταλία για λογαριασμό της Forli (1998-99) ενώ το 1999 θα επιστρέψει και πάλι στη Λιβόρνο (1999-2000). Ακολουθεί ένα πέρασμα του to 2001 από την Αντιπ ενώ το 2002 θα κλείσει την καριέρα του σε ηλικία 47 ετών.
Η μπασκετική πορεία του Richardson σίγουρα δεν ήταν αυτή που περίμενε ο ίδιος αλλά και οι άλλοι αππό αυτόν. Κι όμως, η έλευση του στην Ευρώπη, ενός παίκτη με 4 All Star και 18 triple double, δείχνει ξεκάθαρα το επίπεδο των παικτών που ερχόντουσαν τότε για να αγωνιστούν στην Ευρώπη.