Παρακαλώ περιμένετε...

ΤΟ ΔΙΔΥΜΟ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

  • 08/12/2021

Του Αντρέα Τσεμπερλίδη

Το 1976 στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μόντρεαλ, ο Βλαντιμίρ Κοντράσιν εμφάνισε στο διεθνές προσκήνιο ένα νέο προϊόν παραγωγής του σοβιετικού μπάσκετ. Είκοσι χρόνια μετά τον Γιάν Κρούμινς, η Σοβιετική Ένωση παρουσίασε στον εναρκτήριο αγώνα με την Ιαπωνία τον 19χρονο Βλαντιμίρ Τκατσένκο, ύψους 2.21 μέτρων, τον οποίο είχε χρίσει διεθνή σε ηλικία 17 χρονών και 8 μηνών ο "Συνταγματάρχης" Αλεξάντερ Γκομέλσκι, ο δεύτερος ανήλικος μετά τον Αλεξάντερ Μπέλοφ που φόρεσε τη φανέλα με το σφυροδρέπανο.

Ο Τκατσένκο εκείνη την εποχή δεν ήταν ο βαρύς σέντερ που οι περισσότεροι γνώρισαν το 87. Ήταν γυμνασμένος και εξαιρετικά δυνατός, μπορούσε να σκοράρει από κοντά αλλά και με το καλό σουτ που διέθετε για έναν παίχτη του ύψους του ενώ ήταν εκπληκτικός στα ριμπάουντ και αμυντικό φόβητρο.

Οι αντίπαλοι προπονητές στο Μόντρεαλ έψαχναν τρόπους να τον σταματήσουν και μόνο ο Μίρκο Νόβοσελ το κατάφερε στον ημιτελικό, όταν τον κούρασε με συνεχείς αλλαγές στο μαρκάρισμα του στέλνοντας πάνω του κατά σειρά τον Τσόσιτς, τον Ζίζιτς, τον Κνέγκο και τον Γέλοβατς.
Την ίδια συνταγή επανέλαβαν οι Γιουγκοσλάβοι σε όλα τα μεγάλα ραντεβού, άλλες φορές επιτυχημένα όπως το 79 και το 80 και άλλες χωρίς επιτυχία όπως στα Ευρωμπάσκετ του 77 και το Μουντομπάσκετ του 1978.

Και ενώ οι αντίπαλοι πίστευαν πως είχαν να κάνουν με έναν μόνο μπασκετικό γίγαντα, το 1981 ο Γκομέλσκι θα δώσει τη σκυτάλη σε έναν επίσης 17χρονο από το Κάουνας της Λιθουανίας. Κατάρα... Τώρα ήταν δύο με ύψος πάνω από 2.20 αλλά το χειρότερο δεν ήταν αυτό. Ήταν το κάτι διαφορετικό που έφερνε αυτός ο πιτσιρικάς που σούταρε από παντού, έτρεχε όλο το γήπεδο, πάσαρε με την άνεση ενός πλέι μέϊκερ και κατέβαζε τα ριμπάουντ σαν φυστίκια. Αν ο Τκατσένκο είχε προβληματίσει, ο Άρβιντας Σαμπόνις προκάλεσε τον τρόμο, αυτός έμοιαζε πραγματικά ασταμάτητος.

Στο Μουντομπάσκετ της Κολομβίας το 1982 οι Σοβιετικοί παρουσίασαν ένα ανθρώπινο τείχος αφού στο ρόστερ συνυπήρχαν ο Τκατσένκο, ο Σαμπόνις και ο Αλεξάντερ Μπελοστένι, μια τριάδα που σκέπαζε τα καλάθια. Με εξαίρεση τους Πανευρωπαϊκούς του 83 στη Γαλλία και μέχρι το Μουντομπάσκετ του 86, Άρβιντας και Βλαντιμίρ μονομαχούσαν τον χειμώνα στο σοβιετικό πρωτάθλημα και το καλοκαίρι τίθονταν στη διάθεση του Γκομέλσκι που όμως σχεδόν ποτέ δεν δοκίμασε έστω και πειραματικά την ταυτόχρονη παρουσία τους στην σοβιετική πεντάδα σε ένα μεγάλο τουρνουά. Ίσως αυτό το σχήμα να έπαιρνε μορφή στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες το 84, όπως έγινε στους αγώνες για το Προολυμπιακό τουρνουά των Παρισίων όπου οι Σοβιετικοί έκαναν πλάκα συντρίβοντας με κατοστάρες όλους τους αντιπάλους τους, αλλά το μποϊκοτάζ των Ανατολικοευρωπαίων μας άφησε με την απορία και τον Τκατσένκο χωρίς την ευκαιρία να διεκδικήσει το χρυσό ολυμπιακό μετάλλιο αφού δεν βρισκόταν στην ομάδα του 88 στη Σεούλ.

Υπήρξε μια εποχή που το σοβιετικό μπάσκετ είχε την ευχέρεια να διαθέτει δύο από τους καλύτερους σέντερ της Ευρώπης και να τους εναλλάσσει χωρίς προβληματισμούς. Τι χρόνια Θεέ μου...

Σαν Σήμερα