1960: Γεννιέται ο συμπαθής Καναδός ψηλός Γκρεγκ Ουίλτζερ, ο οποίος φόρεσε την φανέλα του Άρη για μία διετία στα 80ς.
Παρακαλώ περιμένετε...
Του Αντρέα Τσεμπερλίδη
Anachnu al hamapa, ve'anahnu nisharim al hamapa" (Είμαστε στον χάρτη και θα παραμείνουμε στον χάρτη. Όχι μόνο στον αθλητισμό, στα πάντα). Η ρήση αυτή που εξέφρασε έναν ολόκληρο λαο και χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα, δεν ειπώθηκε απο έναν πολιτικό, έναν στρατιωτικό ή έναν διπλωμάτη αλλά απο έναν μπασκετμπολίστα, έναν Εβραίο της διασποράς γεννημένο στην Αμερική που επέλεξε να επιστρέψει στην γη των προγόνων του για να γίνει το σύμβολο του ισραηλινού μπάσκετ.
Ο Τάλμποτ Μπρόντι, ο άνθρωπος με το παρατσούκλι "Mr Basketball" δεν μπορούσε ποτέ να φανταστεί τα τερτίπια της μοίρας και το πεπρωμένο του όταν μεγάλωνε στη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του 50. Γεννημένος το 1943 απο γονείς που είχαν μεταναστεύσει στην Αμερική απο την Ανατολική Ευρώπη τη δεκαετία του 20, ο Ταλ ήρθε απο πολύ μικρός σε επαφή με το μπάσκετ ως μέλος της Ιουδαϊκής Κοινότητας του Τρέντον. Ως ένας απο τους καλύτερους παίχτες Γυμνασίων της Νέας Υόρκης δέχθηκε προσφορές απο αρκετά διάσημα κολεγιακά προγράμματα αλλά αυτός προς έκπληξη όλων επέλεξε το χαμηλής δυναμικότητας Ιλλινόις, θέλοντας να έχει αρκετό χρόνο συμμετοχής και αυξημένο ρόλο.
Ο νεαρός Μπρόντι δικαιώθηκε στο έπακρον απο αυτή την επιλογή όπως και το κολλέγιο που με αυτόν ηγέτη κατέκτησε τον τίτλο στην απαιτητική Big Ten το 1963 και βρέθηκε στις 16 καλύτερες ομάδες του ΝCAA. Με τα παράσημα του All American ο Ταλ δήλωσε διαθεσιμότητα για το ντραφτ του 1965, με τους Μπάλτιμορ Μπουλετς να τον "τσιμπάνε" στο νούμερο 12, βλέποντας και αυτοί τις προοπτικές που είχε για καριέρα στο ΝΒΑ. Μετά απο δοκιμή μιας εβδομάδας στα μέσα του καλοκαιριού, οι Μπουλετς τον ενημέρωσαν πως θα του πρόσφεραν συμβόλαιο και μια θέση στο ρόστερ.
Προτού όμως ενταχθεί στην ομάδα της Βαλτιμόρης, ο Μπρόντι εξαιτίας και της εβραϊκής καταγωγής του δέχθηκε την πρόσκληση να ταξιδέψει στο Ισραήλ ως μέλος μιας αντιπροσωπευτικής αμερικανικής ομάδας για να λάβει μέρος στους "Αγώνες Μακκαβαίων", μία αθλητική διοργάνωση που το νεοσύστατο κράτος τη στήριζε με όλους τους τρόπους. Τον Αύγουστο του 1965 ο Ταλ προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο Χερζλίγια του Τελ Αβίβ, εκεί όπου ο παππούς του και ο πατέρας του είχαν εργαστεί για το χτίσιμο του. Ήταν η πρώτη επαφή του με μια περιοχή που μέχρι τότε γνώριζε μόνο απο διηγήσεις και αυτά που είχε διδαχθεί στο εβραϊκό σχολείο που φοιτούσε στην Αμερική και αυτό που αντίκρισε τον σόκαρε. Αντί για το Ισραήλ της Βίβλου με τις καμήλες και τις σκηνές, το Ισραήλ του Μωυσή και του Δαβίδ, είδε μια σύγχρονη χώρα που έτρεχε με ταχύτητα στον δρόμο της προόδου. Το πολιτισμικό σοκ ήταν πολύ μεγάλο αλλά το ίδιο μεγάλο ήταν και το μπασκετικό ταλέντο του Μπρόντι που υπέπεσε και στην αντίληψη του ισχυρότερου ανθρώπου στο Ισραήλ, του Υπουργού Άμυνας αλλά και Αθλητισμού, του θρυλικού Μοσέ Νταγιάν.
Ο μονόφθαλμος ήρωας πολέμου πήρε πάνω του την υπόθεση Μπρόντι και προσπάθησε να δελεάσει τον παίχτη με το όραμα του για αυτό που ο ίδιος ονόμαζε "Η Μεγάλη Μακάμπι". Ο Νταγιάν ήθελε ο σύλλογος του Τελ Αβίβ που μέχρι τότε δεν είχε καμία επιτυχία στην Ευρώπη, να γίνει ο πολιορκητικός κριός για την είσοδο της χώρας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, να γίνει όπως έλεγε αυτολεξεί, η "Δόξα του Ισραήλ".
Χρειαζόταν τον Μπρόντι, έπρεπε να τον πείσει. Η απόφαση του παίχτη ήταν αυτή που τελικά άκουσε την φωνή του αίματος, άλλαξε την ιστορία του ισραηλινού μπάσκετ. Η απάντηση στις πιέσεις του Νταγιάν ήταν θετική αλλά πρώτα έπρεπε να επιστρέψει στην Αμερική για να πάρει το πτυχίο του και να αποδεσμευθεί απο τους Σεντ Λιούις Χωκς που είχαν πάρει τα δικαιώματα του μέσω ανταλλαγής. Τον Σεπτέμβριο του 1966 ο Ταλ πέταξε ξανά για το Τελ Αβίβ, έτοιμος να γίνει ο αθλητικός ηγέτης οχι μόνο της Μακάμπι αλλά ολόκληρου του Ισραήλ. Γαλουχημένος στα αμερικανικά αθλητικά πρότυπα, η επιρροή του ήταν καταλυτική οχι μόνο στο παρκέ αλλά ακόμα και σε οργανωτικά θέματα. Οι συμπαίκτες του και οι προπονητές του άλλαξαν τον τρόπο που έβλεπαν το άθλημα και τα αποτελέσματα ήρθαν σχεδόν αμέσως.
Με τον Μπρόντι να σκοράρει και να οργανώνει με υποδειγματικό τρόπο, ουσιαστικά ο προπονητής μέσα στις τέσσερις γραμμές, η Μακάμπι έφτασε στον τελικό του Κυπελλούχων το 67 όπου ηττήθηκε με μόλις έναν πόντο απο τη Βαρέζε του Μενεγκίν. Ήταν η πρώτη φορά που το ισραηλινό μπάσκετ, ο Ισραηλινός αθλητισμός βροντοφώναξε "Εδώ είμαι". Για πρώτη φορά οι εξέδρες στο Γιαντ Ελιάου γέμιζαν ασφυκτικά, ο ίδιος ο Πρωθυπουργός και μέλη της κυβέρνησης πήγαν στο γήπεδο για να δουν απο κοντά αυτόν τον βραχύσωμο γκαρντ με το αέρινο στυλ που υπο την καθοδήγηση του η Μακάμπι γινόταν η "ομάδα του λαού". Ο Μπρόντι είχε πάρει τόσο ζεστά τον ρόλο του ως ο αναμορφωτής του ισραηλινού μπάσκετ που παρέμεινε στο Τελ Αβίβ ακόμα και στον Πόλεμο των Έξι Ημερών, αγνοώντας τις κλήσεις της Αμερικανικής κυβέρνηση για τον άμεσο επαναπατρισμό του.
Στην Αμερική πήγε την επομένη χρονιά το 1968 για να υπηρετήσει την στρατιωτική του θητεία μιας και οι Αμερικανοί είχαν εμπλακεί στο Βιετνάμ. Φυσικά ο Μπρόντι ως διάσημος αθλητής δεν στάλθηκε στις ζούγκλες της Νοτιοανατολικής Ασίας αλλά ενσωματώθηκε στις ομάδες μπάσκετ του Στρατού και της Αεροπορίας, περιοδεύοντας και ψυχαγωγόντας τα στρατευμένα νιάτα των ΗΠΑ. Ήταν τόσο καλός που κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Αμερική κλήθηκε στην εθνική ομάδα που έλαβε μέρος στο Μουντομπάσκετ του 1970 στη Γιουγκοσλαβία, κατακτώντας την πέμπτη θέση.
Την ίδια περίοδο λάμβανε τα γράμματα του Μοσέ Νταγιάν που επιθυμούσε διακαώς την επιστροφή στο Ισραήλ του Μπρόντι και τελικά η επιμονή του Στρατηγού δικαιώθηκε αφού ο Ταλ έγινε και επίσημα Ισραηλινός υπήκοος το 1970 και δεν έφυγε ποτέ ξανά απο τη χώρα. Ήταν όμως υποχρεωμένος να ντυθεί ξανά στα χακί για τρία χρόνια αυτή τη φορά και όταν ολοκλήρωσε την θητεία του το 1973, μπορούσε να αφοσιωθεί στη Μακάμπι.
Η πιο μεγάλη ώρα ήρθε το 1977 όταν ήταν 34 ετών και η καριέρα του πλησίαζε στο τέλος της. Η Μακάμπι του Μπρόντι, του Μπέρκοβιτς, του Αροέστι και του Ράλφ Κλάϊν, η ομάδα σύμβολο του Ισραήλ υπερπήδησε τα εμπόδια που υψώθηκαν στον δρόμο της και έφτασε στον τελικό της Χάλα Πιονίρ στις 7 Απριλίου του 1977. Για να φτάσουν ως εκεί οι Ισραηλινοί χρειάστηκε να επαναλάβουν την ιστορία τους και να βάλουν σε αθλητικό πλαίσιο τη μάχη του Δαβίδ με τον Γολιάθ. Αντιμέτωποι με την πρωταθλήτρια Σοβιετικής Ενωσης ΤΣΣΚΑ Μόσχας των έξι διεθνών και του μεγάλου Σεργκέι Μπέλοφ, οι παίχτες της Μακάμπι υπερέβαλαν εαυτόν στο παρκέ του ουδέτερου γηπέδου της βελγικής πόλης του Βιρτόν (οι δύο χώρες δεν διατηρούσαν διπλωματικές σχέσεις και οι Σοβιετικοί αρνήθηκαν να μεταβούν στο Τελ Αβίβ) καταφέρνοντας να ανατρέψουν τη διαφορά του πρώτου ημιτελικού, να κερδίσουν με 91-79 και να προκριθούν στον τελικό του Βελιγραδίου. Οι Ισραηλινοί φίλαθλοι που βρέθηκαν στο γήπεδο σήκωσαν εκστασιασμένοι τον Μπρόντι στους ώμους του και αυτός, έμπλεος χαράς και ενθουσιασμού ξεστόμισε σε ζωντανή σύνδεση με την ισραηλινή τηλεόραση τα ιστορικά λόγια που έμελλε να αναπαραχθούν απο το σύνολο των συμπατριωτών του και να γίνουν συνώνυμο της αυτοτέλειας του κράτους τους.
Το σκηνικό επαναλήφθηκε και στο Βελιγράδι, εκεί που ο αρχηγός σήκωσε το βαρύτιμο τρόπαιο του Κυπέλλου Πρωταθλητριών ξανά εναντίον της Βαρέζε, δέκα χρόνια μετά τον χαμένο τελικό του Κυπελλούχων. Πέντε χιλιάδες Ισραηλινοί που είχαν φτάσει στην επίσης εχθρική Γιουγκοσλαβία απο κάθε γωνιά της Ευρώπης, μετέτρεψαν σε Γιαντ Ελιάου το γήπεδο και αποθέωσαν τους πρωταθλητές. Ακόμα πιο αποθεωτική ήταν η υποδοχή στο Τελ Αβίβ με 150.000 κόσμο να καλωσορίζει τους ήρωες που χάρισαν στο Ισραήλ τον πρώτο διεθνή τίτλο σε οποιοδήποτε άθλημα.
Με τα χρόνια, η Μακάμπι και το Ισραήλ ανέδειξαν καλύτερους παίκτες απο τον Ταλ Μπρόντι. Ακόμα και σήμερα όμως όταν μιλάνε για μπάσκετ, υπάρχει η εποχή πριν και μετά απο αυτόν. Ένας Εβραίος της διασποράς πάτησε το πόδι του στην πατρίδα των γονιών του για να αλλάξει την ιστορία του αθλήματος και να γίνει ο ήρωας του έθνους. Σας θυμίζει κάτι;