1955: Γεννιέται ο James Edwards. Ένας ψηλός με σχεδόν 20 χρόνια καριέρα στο ΝΒΑ και τρία πρωταθλήματα. Σε ένα εκ των οποίων μάλιστα - με τους Pistons το 1990 - ήταν βασικό στέλεχος της ομάδας.
Παρακαλώ περιμένετε...
Του Αντρέα Τσεμπερλίδη
Όνειρα... Σαν αυτά που έκανε εκείνος ο νεαρός επάνω στο κατάστρωμα του πλοίου που ετοιμαζόταν να σαλπάρει για την Αμερική. Περιέφερε το βλέμμα του στο πολύβουο λιμάνι του Πειραιά. Ήθελε να καταγράψει κάθε εικόνα, κάθε στιγμή γιατί βαθιά μέσα του ήξερε ότι δεν θα έβλεπε ποτέ ξανά την πατρίδα. Την πραγματική πατρίδα και όχι αυτή που έγραφε το διαβατήριο που βρισκόταν στην τσέπη του σακακιού του. Γιατί μπορεί στο επίσημο αυτό έγγραφο το όνομα του να αναγραφόταν με λατινικούς χαρακτήρες ως Giorgio Georgalis αλλά ο εκ Ρόδου ορμώμενος Γιώργος Γεωργαλής, αγρότης ετών 22, ήξερε ότι παρότι το νησί του βρισκόταν υπό ιταλική κατοχή και ο ίδιος θεωρούνταν υπήκοος της, στην καρδιά παρέμενε πάντα Έλληνας. Και αν είχε την επιλογή σίγουρα δεν θα εγκατέλειπε ποτέ το χωριό του, τον αγαπημένο του Άγιο Ισίδωρο.
Αλλά οι συνθήκες το 1921 άλλαζαν συνεχώς στην Ελλάδα και στην ιταλοκρατούμενη Ρόδο με την μετανάστευση να είναι σχεδόν μονόδρομος για αυτόν όπως και για πολλούς συμπατριώτες μας. Ακούγοντας την μπουρού του υπερωκεάνιου "Μωραΐτης" να ηχεί για την αναχώρηση, έσκυψε και ψαχούλεψε τον μπόγο με τα λιγοστά πράγματα του. Γρήγορα βρήκε αυτό που έψαχνε. Άνοιξε το χέρι του και αντίκρισε το μικρό μαύρο χαλίκι, ένα τόσο δα πετραδάκι. Το έφερε στα χείλη του και μετά με μία απότομη κίνηση το πέταξε στη θάλασσα. Είχε πάρει την απόφαση του, η Αμερική η χώρα που θα τον υποδεχόταν σε δύο εβδομάδες θα γινόταν το νέο του σπίτι.
Για αυτό και περίμενε υπομονετικά μαζί με εκατοντάδες άλλους μετανάστες στον κύριο σταθμό υποδοχής το Ellis Island, της βραχονησίδας που ενώνει την Νέα Υόρκη με τον Ατλαντικό. Όταν έφτασε η σειρά του, ο αρμόδιος υπάλληλος τον ρώτησε το όνομα του. Το Georgalis του ακούστηκε εντελώς δυσνόητο και έτσι κατά τη συνήθη τακτική με συνοπτικές διαδικασίες μετονομάστηκε σε Galis. Με αυτό το επώνυμο έλαβε την πολυπόθητη σφραγίδα και εγκαταστάθηκε στο "Μεγάλο Μήλο" βάζοντας τα θεμέλια για τη νέα του ζωή. Δύσκολα τα πρώτα χρόνια, η γλώσσα άγνωστη, οι δουλειές λίγες. Σερβιτόρος, τσαγκάρης, υπαίθριος πωλητής, λούστρος ήταν μερικά από τα επαγγέλματα που έκανε προσπαθώντας να βγάλει τα προς τα ζήν. Ακόμα και τον πυγμάχο σε αγώνες με νόμιμα και παράνομα στοιχήματα προκειμένου να ενισχύσει τα πενιχρά οικονομικά του.
Όσο τα χρόνια περνούσαν άρχισε να στέκεται πιο γερά στα πόδια του. Η δημιουργία οικογένειας είναι στα άμεσα σχέδια του και η Στέλλα Αργυριάδη επίσης Ελληνίδα μετανάστρια ήταν η εκλεκτή της καρδιάς του. Παντρεύτηκαν στην ελληνορθόδοξη εκκλησία του Αγίου Νικολάου λίγο μετά το τέλος του Β Παγκοσμίου Πολέμου και μετακόμισαν απο τη Νέα Υόρκη στο Νιου Τζέρσεϊ. Η οικογένεια γρήγορα μεγάλωσε με τον ερχομό του πρώτου παιδιού και των άλλων δύο που ακολούθησαν. Το εστιατόριο που είχε ανοίξει πήγαινε αρκετά καλά και τους εξασφάλιζε μία αξιοπρεπή ζωή. Και έτσι παρόλη την απαγορευτική ηλικία η γέννηση του τέταρτου παιδιού τους στις 23 Ιουλίου 1957 στο French Hospital τους χάρισε την ίδια χαρά όπως και στα υπόλοιπα. Το στερνοπούλι τους που έμελλε να αλλάξει την ιστορία του αθλήματος σε μία μικρή γωνιά της γης και να κάνει γνωστό το όνομα του σε όλο τον κόσμο.
Το μωρό βαφτίστηκε με το όνομα Νικόλαος και θα μεγάλωνε στην Αμερική της δεκαετίας του Κένεντι, της έξαρσης του Ψυχρού Πολέμου, του Βιετνάμ και της κατάκτησης του διαστήματος. Ο μικρός Νίκος ασχολήθηκε με αρκετά σπορ θέλοντας να διοχετεύσει κάπου την ενεργητικότητα του. Η πυγμαχία ήταν αυτή που του τράβηξε πρώτη το ενδιαφέρον. Ας μην ξεχνάμε ότι είναι η εποχή της κυριαρχίας του Μωχάμεντ Αλι. Αλλά σαν κλασική Ελληνίδα μάνα η κυρία Στέλλα δεν κρύβει την ανησυχία της για την υγεία του και ο μικρός που της έχει μεγάλη αδυναμία θα στραφεί σε άλλα, πιο "ευγενή" αθλήματα. Θα ασχοληθεί με το baseball και το football αλλά αυτό που κέρδισε την αφοσίωση του ήταν το μπάσκετ. Ολόκληρη η Νέα Υόρκη ζούσε την εποχή της βασιλείας των Νικς του Ριντ και του παιδικού ινδάλματος του Νικ, του Γουόλτ Φρέιζερ. Ήταν το μοναδικό που θα τον έκανε να βαδίζει χιλιόμετρα για να βρεθεί στα ανοιχτά γήπεδα του Harlem. Εκεί στα θρυλικά play grounds ο Νίκος έμαθε να είναι σκληρός, να βελτιώνεται κάθε μέρα, να βρίσκει τρόπους να νικήσει μεγαλύτερους και πιο δυνατούς, να πολεμάει, να πέφτει και να σηκώνεται ξανά, να κερδίζει.
Η μόρφωση όμως ήταν σημαντική για την οικογένεια και ο Νικ που δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα επιμελής μαθητής θα εγγραφεί στο Union Hill της 3800 Hudson Avenue ένα κατεξοχήν πολυπολιτισμικό σχολείο. Με συμπαίκτες παιδιά ιταλικής καταγωγής, Έλληνες όπως αυτός, Πορτορικάνους και Αφροαμερικανούς ο έφηβος με το νούμερο 11 θα αρχίσει να γράφει τον πρόλογο της μπασκετικής βιογραφίας του. Τρία πρωτάθληματα - γειτονιάς ας μου επιτραπεί η έκφραση - και αρκετά ντέρμπι με το γειτονικό Emerson στο ετήσιο Turkey Game είναι οι όμορφες εικόνες που θα συγκρατήσει στη μνήμη του απο εκείνα τα ανέμελα χρόνια. Ακόμα και τότε όμως έδειχνε οτι ήθελε να ξεχωρίζει. Ατελείωτες ώρες ατομικών προπονήσεων με τον βοηθό προπονητή Sam DePiano και η προσωπική αφοσίωση του Νικ καθώς και η όρεξη για σκληρή δουλειά, έβαλαν τις βάσεις για τον μπασκετμπολίστα - φαινόμενο.
Ήδη απο αυτή την ηλικία θα λειτουργεί σαν "επαγγελματίας" και αποφοιτώντας απο το Union το 1975 έχει ήδη αποφασίσει να κυνηγήσει το όνειρο του. Για να φοιτήσει όμως σε κολέγιο πρέπει υποχρεωτικά να διαλέξει και κάποιον κλάδο. Το Physical Education είναι το μόνο που του εξασφαλίζει συνεχή επαφή με το άθλημα που λατρεύει. Όρεξη για διάβασμα δεν του περισσεύει και οι προοπτικές άλλων επιστημών τον αφήνουν αδιάφορο. Αρκετά κολεγιακά προγράμματα τον πλησίασαν εκφράζοντας το ενδιαφέρον τους, ανάμεσα τους το Florida, το Kansas και το Iowa, αφού θεωρείται εξελίξιμος. Ο Νίκος θα επιλέξει την σιγουριά ενός καλού σχολείου κάνοντας και το χατήρι της μητέρας του που δεν θέλει ο μικρότερος γιος της να εγκαταλείψει τόσο γρήγορα την πατρογονική εστία. Το γειτονικό Seaton Hall και ο κόουτς Μπιλ Ράφτερι θα του δώσουν την ευκαιρία να ανοίξει τα φτερά του στο NCAA.
Η παρθενική χρονιά του Galis με τους Pirates θα είναι αναγνωριστική. Όπως συμβαίνει συνήθως με τους πρωτοετείς, ο Ράφτερι δεν εμπιστεύεται τον Νικ και είναι τέταρτος στην ιεραρχία των γκαρντ πίσω από τον τελειόφοιτο Flaherty, τον Tynes και τον Buescher. Ναι μεν θα αγωνιστεί σε όλα τα παιχνίδια αλλά με ολιγόλεπτες συμμετοχές και την φτωχή συγκομιδή των 3 πόντων ανά αγώνα. Με την έναρξη της επόμενης χρονιάς ο Ράφτερι θα παρατηρήσει έκπληκτος έναν διαφορετικό παίχτη, "τον καλύτερο που προπόνησε ποτέ". Είναι ολοφάνερο ότι ο Νίκος έχει δουλέψει όλο το καλοκαίρι αντιλαμβανόμενος τις δυσκολίες του κολεγιακού πρωταθλήματος. Ο προπονητής του θα του δώσει θέση βασικού play maker και ο δευτεροετής με το αφρο μαλλί θα αυξήσει τους μέσους όρους του σε 12.6 πόντους και 5 ασίστ. Θα φτάσει μέχρι τον τελικό της περιφέρειας όπου θα ηττηθεί από το Saint John's. Η πορεία του θα συνεχίσει να είναι ανοδική μέχρι και την τελευταία του κολεγιακή χρονιά. Με 27.5 πόντους θα αναδειχθεί τρίτος σκόρερ του NCAA πίσω μόνο από τον Laurence Butler και το μεγάλο αστέρι, τον καλύτερο παίχτη της χώρας, τον Larry Bird. Με τον "Μεγάλο Λευκό" θα παίξουν ως συμπαίκτες στο ετήσιο All Star Game του Μαρτίου, έχοντας μια άψογη συνεργασία.
Αμφότεροι θα δηλώσουν διαθέσιμοι για το ντραφτ του 1979. Θέλοντας να αυξήσει τις πιθανότητες του για επιλογή από κάποια ομάδα, ο Νικ θα προσλάβει τον ατζέντη Bill Madden που ήταν γνωστός ως μάνατζερ καλλιτεχνών. Ο Μadden δεν έδειξε μεγάλο ζήλο για την περίπτωση του αφού εκείνη την περίοδο η κύρια ασχολία του ήταν η προώθηση της καλύτερης πελάτιδος του, της Νταϊάνα Ρος. Η συμβουλή του προς τον Γκάλη να μη συμμετάσχει σε training camps αλλά αποκλειστικά σε κάποιους αγώνες επιλέκτων, είχε ως αποτέλεσμα την "κατρακύλα" του παίχτη στον 4ο γύρο και το νούμερο 68 επιλογή των Μπόστον Σέλτικς. Παρότι βρέθηκε χαμηλά, ο Ρεντ και ο Μπιλ Φίτς θέλουν να τον δουν για να διαπιστώσουν αν αξίζει μια θέση στο ρόστερ. Ο Νίκος θα προπονηθεί σκληρά αλλά ευτυχώς για το ελληνικό μπάσκετ η ατυχία θα του χτυπήσει την πόρτα. Αρχικά με το σοβαρό πρόβλημα υγείας της μητέρας του - υπέστη εγκεφαλικό επεισόδιο - και κατόπιν με τον δικό του τραυματισμό στον αστράγαλο. Η ψυχολογική του κατάσταση δεν ήταν η καλύτερη και η Βοστόνη δεν είχε την απαραίτητη υπομονή για να τον περιμένει. Στη θέση του προτίμησαν να υπογράψουν τον Τζέραλντ Χέντερσον.
Ο Νικ θα βρεθεί "ξεκρέμαστος" και πελαγωμένος σχετικά με το μέλλον του. Η μοίρα όμως θα θυμηθεί την ελληνική του καταγωγή και οι σειρήνες θα εμφανιστούν πρωτίστως με την μορφή του Γιώργου Καστρινάκη για λογαριασμό του Ολυμπιακού. Ο σέντερ των Πειραιωτών που βρισκόταν το καλοκαίρι του 79 στην Αμερική θα πλησιάσει τον Γκάλη μεταφέροντας του την πρόταση των Ερυθρόλευκων. Ο Νίκος είναι διστακτικός, ελπίζει ακόμα στο ΝΒΑ ενώ τον προβληματίζει η αποκατάσταση της μητέρας του και έτσι θα απαντήσει αρνητικά. Ο επόμενος πλειοδότης θα είναι ο Παναθηναϊκός. Οι Πράσινοι θα προσεγγίσουν τον παίχτη μέσω του ίδιου ανθρώπου που είχε μεσολαβήσει για τη μεταγραφή του Ντέιβιντ Νέλσον-Στεργάκος, τον Ελληνοαμερικανό επιχειρηματία Μέτο Λάγιας. Η προσφορά τους για συμβόλαιο 40.000 δολλαρίων και ο ειδικός όρος για άμεση επιστροφή στο ΝΒΑ κάλυπταν πλήρως τον Νίκο .
Και ενώ οι εφημερίδες στην Ελλάδα θεωρούσαν δεδομένη την απόκτηση του "Γκάλλις" από το Τριφύλλι, ξαφνικά εμφανίστηκε στο προσκήνιο ως διεκδικητής ο πρωταθλητής Άρης. Μενέλαος Χατζηγεωργίου, Γιώργος Τσιλιγκαρίδης και Ανέστης Πεταλίδης, η διοικούσα τριανδρία της ομάδας αποφασίζουν να ασχοληθούν με την περίπτωση του ομογενή γκαρντ που οι πληροφορίες τον φέρνουν να έχει συμφωνήσει με τον Παναθηναϊκό. Για τον λόγο αυτό αποφασίζουν να κινηθούν άμεσα και ο Χατζηγεωργίου θα πετάξει για την Αμερική με μία βαλίτσα γεμάτη δολλάρια. Ο έμπειρος παράγοντας του Άρη θα επιλέξει τον δρόμο της προσωπικής επαφής με την πλευρά του παίχτη. Το ραντεβού κλείστηκε στο πατρικό σπίτι του Νικ παρούσας της οικογένειας του και του δικηγόρου που τον εκπροσωπούσε. Μεγάλη "γάτα" ο Τσιλιγκαρίδης, παρατήρησε αμέσως το δέσιμο του Γκάλη με την μητέρα του. Θα καταφέρει να κερδίσει την εμπιστοσύνη της κυρίας Στέλλας χαρίζοντας της δύο εικόνες της Παναγίας συνοδευόμενες απο την υπόσχεση πως θα προσέχει τον Νίκο σαν δικό του παιδί. Είχε υπερβεί το πρώτο εμπόδιο. Το επόμενο ήταν ο δικηγόρος του που ήθελε να εξασφαλίσει οσο το δυνατόν καλύτερες αποδοχές εποφθαλμιώντας και στο προσωπικό του συμφέρον. Εκεί μίλησε η αθάνατη ελληνική πατέντα της "μίζας". Σε ανύποπτη στιγμή που ο Νικ βρισκόταν σε άλλο δωμάτιο, ο Τσιλιγκαρίδης θα απομονώσει τον δικηγόρο και θα τον ρωτήσει ποια θα είναι η αμοιβή του αν επιτευχθεί συμφωνία. Πέντε χιλιάδες δολλάρια, είναι η απάντηση του. Αμέσως ο παράγοντας του Άρη βγάζει με τρόπο ένα μάτσο χαρτονομίσματα, μετράει το ποσό και του δίνει τα χρήματα λέγοντας του τη "μαγική" φράση "Πάρτα και δεν θέλω απόδειξη". Λίγο μετά κάμφθηκαν και οι τελευταίες ενστάσεις του Νίκου όταν ρώτησε τον Τσιλιγκαρίδη για το “ποια ομάδα πήρε το πρωτάθλημα στην Ελλάδα”. Χαμογελώντας αυτός θα του απαντήσει "Εμείς αγόρι μου, ο Άρης". Και έτσι ο Νίκος Γκάλης μπήκε στο αεροπλάνο που θα τον έφερνε για πρώτη φορά στην πατρίδα των γονιών του χωρίς φυσικά να υποψιάζεται τον αντίκτυπο που θα είχε αυτή η απόφαση ζωής για τον ίδιο, τον ελληνικό αθλητισμό και το ελληνικό μπάσκετ.
Οι φήμες στη Θεσσαλονίκη οργιάζουν για το νέο απόκτημα εξ Αμερικής. Όλοι στον Άρη περιμένουν να δουν τον ύψους 1.95 γκαρντ που η διοίκηση σχεδόν χρεοκόπησε για να ικανοποιήσει τα αιτήματα του για συμβόλαιο 25.000 δολλαρίων, ένα διαμέρισμα και αυτοκίνητο. Στις 29 Σεπτεμβρίου 1979 ανακοινώθηκε η συμφωνία και στις 19 του Οκτώβρη ο Νίκος Γκάλλις όπως τον έγραψαν οι εφημερίδες, πατάει το πόδι του στην πόλη που θα λατρευόταν σαν θεός. Με το αφρο μαλλί του και μία μαύρη καμπαρντίνα στους ώμους του, ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς, απογοήτευσε με την εμφάνιση του για πρώτη και τελευταία φορά τους οπαδούς του Άρη. Αντικρίζοντας έναν κουρασμένο απο το πολύωρο ταξίδι Νίκο και ένα κεφάλι πιο κοντό απο αυτό που περίμεναν, η γκρίνια βρήκε πρόσφορο έδαφος με ειρωνικές εκφράσεις του τύπου "Μπήκε στο ταξίδι". Ο Ανέστης Πεταλίδης που δεν καταλαβαίνει απο αυτά θα τολμήσει να δηλώσει "Ο Γκάλης είναι η μεγαλύτερη μεταγραφή στην ιστορία του Άρη". Και ύστερα μπήκε στο αυτοκίνητο που θα τους μετέφερε στα γραφεία της ομάδας.
Στη διαδρομή ο Νικ κοιτώντας απο το παράθυρο είδε ή μάλλον δεν είδε κάτι που τον παραξένεψε. Γύρισε στον Πεταλίδη και τον ρώτησε με τα σπαστά ελληνικά του "Τα παιδιά στην Ελλάδα δεν παίζουν μπάσκετ"; Ή απάντηση του "Πατριάρχη" του Άρη ήταν αρνητική. "Όχι Νίκο, τους αρέσει το ποδόσφαιρο". Ο Γκάλης δεν είπε κάτι άλλα μέσα του σκέφτηκε ότι αυτό πρέπει να αλλάξει. Προέχει όμως η γνωριμία με τον Αμερικανό προπονητή Φρανκ Ντέβελι που είχε αντικαταστήσει τον Ιωαννίδη και τους πρωταθλητές συμπαίχτες του Παπαγεωργίου, Αλεξανδρή, Παραμανίδη, Ανανιάδη κλπ. Στο πλαστικό τερεν του βοηθητικού γηπέδου κάτω απο τις κερκίδες του "Χαριλάου"υ κλήθηκε να δώσει τα διαπιστευτήρια του. Ο Πεταλίδης θα τον τεστάρει με τον "εξολοθρευτή" Βαγγέλη Αλεξανδρή. "Μαύρε μπες μέσα και φάτον, να δούμε τι ψάρια πιάνει" ήταν η προτροπή προς τον "Τίγρη", έναν από τους καλύτερους αμυντικούς της εποχής. Στο πεντάλεπτο, ο "σκασμένος" Αλεξανδρής θα γυρίσει στον Πεταλίδη και θα του πει "Ανέστη αυτός δεν παίζεται, είναι απο άλλο ανέκδοτο". Και ενώ οι συμπαίκτες του έβλεπαν ιδίοις όμμασι το τι ήταν ικανός να κάνει στο γήπεδο, οι φίλαθλοι έπρεπε να περιμένουν υπομονετικά.
Δύο ήταν οι αιτίες της καθυστέρησης. Η πρώτη είχε να κάνει με την οικονομική αφερεγγυότητα της διοίκησης του Άρη που ενώ είχε "ματώσει" για να υπογράψει τον παίχτη, δεν τηρούσε πάντα τα συμφωνηθέντα. Μαθημένος στα αμερικανικά επαγγελματικά πρότυπα ο Γκάλης απείχε από τις προπονήσεις ωσότου ικανοποιηθούν τα αιτήματα του. Όταν αυτό το πρόβλημα διευθετήθηκε, προέκυψε νέο, μεγαλύτερο που αφορούσε την έκδοση δελτίου. Ο Νικ είχε αποκτηθεί και δηλωθεί ως Έλληνας αλλά δεν ήταν κάτοχος ελληνικής ταυτότητας ούτε κάποιου επίσημου εγγράφου που να πιστοποιεί τον τόπο γέννησης. Με παρέμβαση του Αντιπροέδρου της ΕΟΚ Αγη Κυνηγόπουλου ,που σημειωτέον ήταν αυτός που ενημέρωσε τους διοικούντες του Άρη για την περίπτωση Γκάλη, το θέμα λύθηκε άμεσα. Ο Κυνηγόπουλος με προσωπικές ενέργειες και γνωριμίες, θα αποσπάσει από τον πρόεδρο της τότε κοινότητας Τριλόφου πιστοποιητικό γέννησης και εν συνεχεία θα μεταβεί στην Χωροφυλακή όπου επίσης γνωστός του ενωμοτάρχης θα του εκδώσει βεβαιώση δίκην ταυτότητας. Παρέδωσε τα έγγραφα στον Γενικό Γραμματέα Αθλητισμού Κώστα Παπαναστάσιου και πήρε το ελληνικό διαβατήριο του Νίκου που του επέτρεπε να αγωνιστεί άμεσα και στην εθνική ομάδα χωρίς να περιμένει δύο χρόνια για να πολιτογραφηθεί Έλληνας.
Ο Κυνηγόπουλος κινήθηκε στα όρια της παρανομίας αλλά εκ του αποτελέσματος ποιος μπορεί να τον ψέξει; Και αφού ξεπεράστηκαν όλες οι δυσκολίες, το ιστορικό βράδυ της 2ας Δεκεμβρίου 1979 ημέρα Κυριακή, ο Νίκος Γκάλης φορώντας την κιτρινόμαυρη φανέλα με το νούμερο 7 συστήθηκε στον λαό του Άρη που είχε κατακλύσει το Παλέ ντε Σπορ για τον αγώνα με τον Ηρακλή. Ο Γκάνγκστερ (σ.σ. "Νονός" σε αυτό το παρατσούκλι ήταν ο Πεταλίδης όταν κάποια χρόνια αργότερα και ενώ τα "έχωνε" σε μέλος της διοίκησης για οφειλόμενα στους παίχτες, εμφανίστηκε ξαφνικά ο Νικ λέγοντας του "Καλά του τα 'πες Ανέστη". Γελώντας ο Πεταλίδης του απαντάει "Κρυφάκουγες ρε Γκάνγκστερ"; Και έτσι έμεινε) πολύ αγχωμένος και σφιγμένος, θα πετύχει 30 πόντους με αρκετές άστοχες προσπάθειες. Παραδόξως θα πρωταγωνιστήσει αμυντικά όταν στην τελευταία φάση του αγώνα θα κόψει τον Σωτήρη Σακελλαρίου χαρίζοντας τη νίκη στον Άρη με 79-78. Οι φίλαθλοι θα φύγουν από το Αλεξάνδρειο προβληματισμένοι και "παγωμένοι" ενώ οι εφημερίδες της επόμενης μέρας θα σφάξουν με το βαμβάκι τον Γκάλη. Ο Πεταλίδης θα μπει ξανά μπροστά σαν ασπίδα στις επιθέσεις και θα "κράξει" τους ειδήμονες με τον δικό του τρόπο. "Γράψτε και πείτε ο, τι θέλετε. Αλλά σας το λέω για να το ξέρετε, εκεί που τώρα φτύνετε, μια μέρα θα γλείφετε". Ο ίδιος ο μεγάλος πρωταγωνιστής που έχει τις υψηλότερες απαιτήσεις απο τον εαυτό του, ξέρει ότι δεν έπαιξε καλά.
Στην επόμενη προπόνηση ο Βαγγέλης Αλεξανδρής θα τον πλησιάσει και θα του πει "Νίκο χθες δεν ήσουν καλός. Έχασες πολλά εύκολα σουτ". Ο Νικ τον κοιτάζει και τον ρωτάει "Απο που τα έχασα Βαγγέλη"; Ο Τίγρης του δείχνει τα σημεία με τα περισσότερα να είναι κοντά στο καλάθι. Ο Νίκος θα του κάνει μία και μόνη ερώτηση λέγοντας του "Πιστεύεις ότι θα τα ξαναχάσω"; Και προφανώς δεν τα ξαναέχασε. Με την περίσσια αυτοπεποίθηση που τον διέκρινε θα φροντίσει να καθησυχάσει τον κόσμο της ομάδας δίνοντας μια υπόσχεση. "Οι φίλαθλοι του Άρεως να κάνουν λίγο υπομονή και να μην ανησυχούν. Τους δίνω τον λόγο μου οτι θα παίξω μεγάλο μπάσκετ". Τα γεγονότα έδειξαν ότι ήξερε να τον τηρεί...