Γεννήθηκε την 1η Ιανουαρίου του 1967. Έχει ύψος 1,90 και αγωνιζόταν στην θέση του play maker. Ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα σε πολύ μικρή ηλικία από μία ομάδα που τότε περνούσε την καλύτερή της φάση, την Juvecaserta (1982-93) όπου και είχε την τύχη να έχει προπονητή από τα πρώτα του χρόνια τον Bogdan Tanjevic ( 1982-86 στην ομάδα), μία “αλεπού των γηπέδων”. Ο Τάνιεβιτς τον εμπιστεύθηκε και του έδωσε ρόλο αλλά και μπάσκετ από πολύ νωρίς. Παράλληλα είχε συμπαίκτη για πολλά χρόνια τον κορυφαίο σκόρερ, Όσκαρ Σμιντ. Η ομάδα τότε έφτασε από την 2η κατηγορία, να διεκδικεί πρωταθλήματα και Ευρωπαικά, ενώ κατάκτησε και ένα κύπελλο το 1988. Φυσικά η κορυφαία στιγμή της ομάδας αλλά και του ίδιου του Νάντο στην ομάδα ήταν η κατακτηση του πρωταθλήματος του 1991. Ένα πρωτάθλημα στο οποίο είχε κάτι παραπάνω απο απλή συμβολή. Άλλωστε στο 1991, ο μικρός Νάντο έχει μεγαλώσει και είναι ήδη ένας από τους καλύτερους παίκτες του Ιταλικού μπάσκετ.
Το 1993 θα κλείσει αυτός ο μεγάλος κύκλος στην καριέρα του και θα μεταγραφεί στην Stefanel Trieste ( 1993-94) όπου θα τον περιμένει ο προπονητής που τον ανέδειξε, ο Τάνιεβτις, αλλά και ο Ντέγιαν Μποντίρογκα που είχε μόλις αρχίσει να γράφει την εποποιεία του (Στην Ιταλικη ομάδα ήταν και ο Λέμον Λάμπει, που παραλίγο να αγωνιστεί όντως με τον ΠΑΟΚ την επόμενη σεζόν...Στην Στεφανέλ έχει αγωνιστεί και για ένα παιχνίδι επίδειξης ο MJ το 1986 αλλά αυτό θα το αναλύσουμε σε άλλο κείμενο). Με την Στεφανέλ θα φτάσει μέχρι τον τελικό του κυπέλλου Κόρατς, όπου και θα χάσει από τον ΠΑΟΚ.
Το 1994, η Στεφανέλ ως χορηγια θα φυγει από την Trieste ( Τεργέστη για εμάς τους Έλληνες, εκεί σκοτώσανε τον Ρήγα Φεραίο ) και θα μετακομίσει στην Μιλάνο (Η Ιταλική ομάδα άλλαζε συχνά ονόματα, γι αυτό προς αποφυγή λαθών την αναφέρουμε με το τοπονύμιό της συνήθως, τα πιο γνωστά είναι Phillips και Tracer και το τωρινό Armani). Μαζί με την χορηγία θα πάνε ο Τάνιεβιτς, ο Μποντίρογκα και ο Τζεντίλε. Ο Νάντο θα αγωνιστεί στην ομάδα της πρωτεύουσαν της Ιταλικής μόδας για τέσσερα χρόνια (1994-98) και θα πετύχει ένα double το 1996 (Κύπελλο και Πρωτάθλημα).
Το 1998, φεύγωντας από την Ιταλία για πρώτη και τελευταία φορά στην καριέρα του, θα πάει όχι πολύ μακρυά, στην γειτονική Ελλάδα και τον Παναθηναικό (1998-01). Με τους “Πρασινους” θα αγωνιστεί 3 χρόνια και θα είναι εκεί όταν θα ξεκινει η αυτοκρατορία της ομάδας. Μαζί με Μποντίρογκα και Ομπράντοβιτς, θα κατακτήσουν 3 Πρωταθλήματα (σε ισάριθμες σεζόν στην ομάδα) αλλά και την Ευρωλίγκα του 2000.
Το 2001 θα επιστρέψει στην Ιταλία και την Ουντίνε (2001-02). Είναι ήδη 34 χρονών και η καριέρα του έχει ξεκινήσει να πέφτει. Το 2002 θα αγωνιστεί στην Ρετζιάνα στην 2η κατηγορία αλλά και σε 5 παιχνίδια με την Σιένα. Το 2003-04 θα επιστρέψει στην Καζέρτα (2003-04) ενώ το 2004-05 θα κλείσει την καριέρα του στην Maddaloni (2004-05) αγωνιζόμενος στις χαμηλότερες κατηγορίες.
Στην καριέρα του με συλλόγους, ευτύχισε να έχει κάποιους τίτλους αλλά και αρκετούς χαμένους τελικούς, τόσο σε πρωτάθλημα όσο και σε Ευρωπαικές διοργανώσεις. Γι αύτο ίσως απόλαυσε τόσο πολύ την παρουσία του στον Παναθηναικό, όπου μπορούσε πλέον να χαρεί την απόλυτη επιτυχία, χωρίς τον τίτλο του loser. Το μπάσκετ αλλωστε είναι παράξενος χώρος. Στην μακρόχρονη παρουσία του στην Serie A πέτυχε 7,470 πόντους.
Με την φανέλα της εθνικής Ιταλίας αγωνίστηκε για αρκετά χρόνια και ήταν βασικό στέλεχος της κατάκτησης του ασημένιου μεταλίου στο Eurobasket της Ιταλίας το 1991.