1955: Γεννιέται ο James Edwards. Ένας ψηλός με σχεδόν 20 χρόνια καριέρα στο ΝΒΑ και τρία πρωταθλήματα. Σε ένα εκ των οποίων μάλιστα - με τους Pistons το 1990 - ήταν βασικό στέλεχος της ομάδας.
Παρακαλώ περιμένετε...
Γεννήθηκε στις 31 Αυγούστου του 1970. Έχει ύψος 1,88 και αγωνιζόταν στην θεση του Shooting Guard.
Στα κολλεγιακά του χρόνια αγωνίστηκε με την φανέλα του Alabama (1990-93) με το οποίο έκανε πάρα πολύ καλές εμφανίσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι την junior χρονιά του (1992-93) είχε πάνω από 20 πόντους μέσο όρο, φτάνοντας σε μέσους όρους σκοραρίσματος τον άλλον γνώριμό μας από το ελληνικό πρωτάθλημα, Buck Johnson. Το 1993 θα αποφασίσει να συμμετέχει στο draft και να μην κάνει την τελευταία του χρονιά στο κολλέγιο. Θα επιλεγεί στο νούμερο 21 από τους Portland Trail Blazers. Με την φανέλα των “καινοτόμων” θα αγωνιστεί για 3 χρόνια (1993-96) έχοντας μετά την πρώτη του χρονιά ενεργό συμμετοχή στην ομάδα με μέσο όρου γύρω στους 9 πόντους. Το 1996 θα μεταγραφεί στην Minnesota (1996-97) ενώ την επόμενη διετία θα βρεθεί στο L.A και τους Clippers (1997-99), δεν θα βγάλει όμως ολόκληρη την δεύτερη σεζόν στο L.A. και θα ξαναγυρίσει την Minnesota.
Ο ρόλος του στο ΝΒΑ εχει περιοριστεί ήδη πάρα πολύ, και έτσι το καλοκαίρι του 1999 αποφασίζει να περάσει για πρώτη φορά τον Ατλάντικό για να αγωνιστεί στην Ευρώπη. Πρώτος του σταθμός η Ελλάδα και ο Ολυμπιακός. Με τη φανέλα του Ολυμπιακού, ο Ρόμπινσον έκανε ορισμένα πολύ καλά παιχνίδια. Όπως τα παιχνίδια με την Βαρέζε ή την Κάχα Σαν Φερνάντο. Ωστόσο οι στιγμές αυτά που θυμόμαστε περισσότερο είναι η τεράστια τσίχλα (3 τσιχλόφουσκες μαζί, όπως ο ίδιος είχε αποκαλύψει), η τρομερή τάπα στον Τσακαλίδη και το… σπριντ στον στίβο του ΣΕΦ, όταν στο παιχνίδι με την Ορτέζ κυνηγώντας μια μπάλα, πέρασε τις πινακίδες, μεράκλωσε και έτρεξε και ένα 60άρι με τον κόσμο να ξεσηκώνεται. Τα νούμερα του δε ήταν ικανοποιητικότατα, αφού σε 34 παιχνίδια μέτρησε 15.6 πόντους, 3.2 ριμπάουντ και 2.6 ασίστ με 55% στα δίποντα, 37% στα τρίποντα και 72% στις βολές. Μαζί δε με τον Μπλου Έντουαρντς συνέθεσαν ένα από τα πιο θεαματικά δίδυμα παικτών στην ιστορία της Α1, ένα δίδυμο που παρόλη την ΝΒΑ προιστορία του δεν κατάφερε να οδηγήσει τον Ολυμπιακό κάπου.
Μετά τον Ολυμπιακό έκανε ακόμη μία προσπάθεια να αγωνιστεί στο ΝΒΑ, αλλά το μόνο που κατάφερε ήταν να αγωνιστει σε 6 παιχνίδια με την φανέλα των Magic. Πίσω στην Ευρώπη θα αγωνιστεί στην Λοκομοτίβ Ροστόβ (τότε Μινεράλε, 2001-02), με την οποία θα φτάσει στον τελευταίο τελικό του Κυπελλου Κόρατς (δίπλοι αγώνες όπως το σημερινό Eurocup), και με μία εκπληκτιή εμφάνιση θα φτάσει πολύ κοντα στον τίτλο, αλλά δεν θα τα καταφέρει και θα αρκεστεί στην δεύτερη θέση. Θα ακολουθήσει ένα πέρασμα από την Capo Di Orlando (2002) για 15 παιχνίδια ενώ θα κλείσει την καριέρα του στην Ευρώπη και γενικότερα στο υψηλότερο επίπεδο το 2004 με την φανέλα και πάλι της Λοκομοτίβ Ροστόβ (2003-04). Το καλοκαίρι του 2004 θα αποσυρθεί από την ενεργό δράση σε ηλικία 34 ετών. Ήταν ένας τρομακτικά ταλαντούχος και τρομακτικά αθλητικός παίκτης, που ωστόσο δεν κατάφερε να κάνει ποτέ την μεγάλη καριέρα που ίσως να αναλογουσε στα προσόντα του.