1955: Γεννιέται ο James Edwards. Ένας ψηλός με σχεδόν 20 χρόνια καριέρα στο ΝΒΑ και τρία πρωταθλήματα. Σε ένα εκ των οποίων μάλιστα - με τους Pistons το 1990 - ήταν βασικό στέλεχος της ομάδας.
Παρακαλώ περιμένετε...
Γεννήθηκε στις 16 Ιουνίου του 1976. Έχει ύψος 2.11 και αγωνίζεται στην θέση του Center.
Ξεκίνησε την επαγγελματική του καριέρα από την Gradine Pula (-1995), την ομάδα της πόλης στην οποία γεννήθηκε. Σύντομα οι εμφανίσεις του τράβηξαν το ενδιαφέρον από ομάδες της πρωτεύουσας. Έτσι το 1995 θα πάει στην Franck Zagreb (1995-96) ενώ την επόμενη χρονια θα υπογράψει συμβόλαιο με την Cibona αλλά θα δοθεί για μία χρονιά δανεικός στην Benston Zagreb (1996-97). Θα επιστρέψει το 1997 στην Τσιμπόνα (1997-2001) όπου θα αγωνιστεί για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Την τελευταία του χρονιά, όταν και η ομάδα του θα παίζει στην Ευρωλίγκα, θα κερδίσει θέση βασικού και θα μετρήσει 8 πόντους και 5 ριμπάουντ ανά αγώνα. Το 2001 θα μεταγραφεί στην Ολύμπια Λιουμπλιάνας (2001) όπου θα συνεχίσει να αγωνίζεται στην Ευρωλίγκα, για την αρχή της διοργάνωσης. Πριν βγει το 2001 όμως θα αφεθεί ελέυθερος και θα πάει στην Γαλλική LeMan (2001-04) στην οποία θα αγωνιστεί μάλιστα και για τις δύο επόμενες σεζόν. Με τον ίδιο να ωριμάζει μπασκετικά και το Γαλλικό πρωτάθλημα να αποδυκνύεται λιγότερο απαιτητικό από τα προηγούμενα που είχε αγωνιστεί, θα εκτοξεύσει τα νούμερά του περίπου στους 13,5 πόντους και τα 7,5 ριμπάουντ.
Τον Ιούλιο του 2004, γνωστός για το πείσμα του θα κάνει μία προσπάθεια να αγωνιστεί στο ΝΒΑ αφού θα συμμετάσχει το Summer Camp του Ορλάντο με την φανέλα των Raptors. Δεν θα τα καταφέρει ωστόσο και έτσι θα συνεχίσει να αγωνίζεται στην Ευρώπη. Πιο συγκεκριμένα αυτή θα είναι η σεζόν που θα βρεθεί στο ελληνικό πρωτάθλημα με την φανέλα της ΑΕΚ (2004-05). Ο Νίτσεβιτς θα έχει μία γεμάτη σεζόν με την “Ένωση” και θα δείξει ότι πλέον μπορεί να σταθεί ως πρωταγωνιστής σε μία ομάδα Ευρωλίγκα. Εκείνη τη σεζόν στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση θα σημειώνει πάνω από 12 πόντους ανά αγώνα, μαζί με περίπου 5 ριμπάουντ.
Η σεζόν 2005-06 θα τον βρει και πάλι στο υψηλότερο επίπεδο αυτήν την φορά με την φανέλα της Μάλαγα (2005-06), όπου θα έρχεται από τον πάγκο αλλά θα είναι και αρκετά άτυχος αφού θα έχει έναν μακροχρόνια τραυματισμό στην αρχή της χρονάς που θα τον κρατήσει εκτός αγωνιστικής δράσης για μεγάλο χρονικό διάστημα. Θα καταφέρει ωστόσο να αγωνιστεί συνολικά σε 26 παιχνίδια στο Ισπανικό πρωτάθλημα με εμφανώς πεσμένα νούμερα. Το 2006 θα πάρει την απόφαση να επιστρέψει στην αγαπημένη του Le Mans (2006-07) η οποία έχει πρόσφατα φτάσει στην κορυφή του Γαλλικού μπάσκετ. Το 2007 θα βρεθεί στην Τουρκία και την Μπεσίκτας (2007-08) ενώ από το 2008 έως το 2011 θα αγωνιστεί με την φανέλα της Μπενετόν (2008-11) στο Ιταλικό πρωτάθλημα αλλά και στο Eurocup. Από εκεί και πέρα ο ρόλος του αρχίζει να γίνεται περισσότερο συμπληρωματικός στις ομάδες που πηγαίνει, και πιστέψτε μας δεν είναι λίγες. Το 2010 θα αγωνιστεί στην Μοντεγκρανάρο (2011-12), έπειτα στην Τσιμπόνα (2012-13), ενώ από εκεί και πέρα θα βρεθεί στην Ιταλική Κάπο Ντι Ορλάντο (2013-17) με την οποία έπαιζε μέχρι και το 2017, στην πρώτη κατηγορία Ιταλίας σε ηλικία 41 ετών. Και αν αυτό δεν σας κάνει ιδιαίτερη εντύπωση, σας λέμε ότι στα 40 του, την προτελευταία του χρονιά μετρούσε σχεδόν 8 πόντους και 4 ριμπάουντ ανά αγώνα.
Όλα αυτά τα χρόνια θα αγωνίζεται σταθερά με την εθνική ομάδα της χώρας του. Ενώ και ο ίδιος θα κερδίσει πολλές προσωπικές διακρίσεις. Από αυτές εμάς μας ενδιαφέρει ότι ήταν στην δεύτερη πεντάδα του ελληνικού πρωταθλήματος όταν πέρασε από τα μέρη μας.