Καμιά φορά τα πράγματα δεν είναι έτσι όπως φαίνονται. Και εμεις εδώ στο Basketbook έχουμε την τάση να τα ψάχνουμε λίγο παραπάνω. Και φυσικά έχουμε και τις αδυναμίες μας. Όταν κάναμε αφιέρωμα στους παίκτες που δεν έχουν μπει στο Hall of Fame ενώ το αξίζουν, ο Mo ήταν ο δεύτερος παίκτης που παρουσιάσαμε μετά τον Τζακ Σίκμα. Και συνεχίζουμε να το πιστεύουμε αυτό. Και επειδή το πιστεύουμε πολύ, είπαμε να σας γράψουμε έτσι στα γρήγορα την ιστορία του πως ξεκίνησε, πέρα από το λήμμα, με λίγο περισσότερα λογάκια.
Σήμερα στο μπάσκετ και ειδικότερα στο ΝΒΑ υπάρχουν μάνατζερ, σκάουτερς, υπολογιστές και βίντεο που βλέπουν τους παίκτες από τα γενοφάσκια τους. Δεν ήταν όμως πάντα έτσι. Ή μαλλον δεν ήταν έτσι ούτε καν πριν 20 χρόνια, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τον T-Mac που πήγε σε ένα καμπ επιλογής παικτών ως άγνωστος (με κατάταξη κάτω απο το 200) και έφυγε ως το μεγαλύτερο ταλέντο στην χώρα. Τότε λοιπόν έπαιζε λίγο μεγαλύτερο ρόλο η τύχη. Και οι άνθρωποι. Ο Mo Cheeks δεν ήταν από αυτους που πήγαν σε γνωστά κολλέγια, High Schoοls, ομάδες κλπ. Δεν έπαιζε καν σε ομάδα σχολική μέχρι τα 15 του. Ανοιχτό γήπεδο και δρόμος. Αλλά τότε ο William Dise, ένα γνωστό πρότζεκτ στα mid 70's στο Σικάγο, συμφώνησε με τον προπονητή Ron Ekker για να παίξει στο DuSable Highschool (ως προπαρασκευή για το κολλέγιο του West Texas State) έχοντας όμως μια επιθυμία. Να μπορέσει να φέρει και τον δικό του play maker στις προπονήσεις. Η λογική του ήταν απλή “Πας σε μία ομάδα και είσαι ψηλός. Για να μπορέσεις να πάρεις την μπάλα θα πρέπει να έχεις κάποιον να σου την δώσει. Αν έχεις κάποιον που αλοίφει βούτυρο στο ψωμί σου, τότε τον θέλεις να είναι κοντά σου”.
O Dise έφυγε από το μπάσκετ αλλά ο Μο έμεινε. Χωρίς να έχει γνωρίσει την καταξίωση μέχρι τα προχωρημένα κολλεγιακά του χρόνια, βρέθηκε σε μία μικρή πόλη του Τέξας με πληθυσμό λιγότερο από 10,000.Και εκεί έγινε πολύ αγαπητός. Δούλευε με τα παιδιά και ήταν ο καλύτερος παίκτης της περιφέρειας του (All Missouri Valley) για τρεις συνεχόμενες χρονιές. Μέσα από μία τυχαία γνωριμία με μία δημοσιογράφο της μικρής πόλης και μετά από δηλώσεις του προπονητή του West Texas State , Ron Ekker, πως είναι κρίμα να μην τον έχουν εντοπίσει οι σκάουτερς του ΝΒΑ αλλά αυτό θα μπορούσε να αλλάξει αν τον ψήφιζαν για να παραστεί στο Pizza Hut All American Event, όλα άλλαξαν. Η Michele Telfair, η νεαρή δημοσιογράφος και φίλη του, ξεκίνησε μία τεράστια εκστρατεία, και ο νεαρός άσσος, από το κολλέγιο δεύτερης κατηγορίας, που κανείς σχεδόν δεν είχε ασχοληθεί μαζί του, με την υποστήριξη μία ολόκληρης πόλης 9.000 κατοίκων, μάζεψε πάνω από 400.000 ψήφους για να βρεθεί σε αυτό το Event του 1978 (το 1979 ήταν η χρονιά που βρέθηκαν εκεί Γκάλης και Larry Bird). Και εκεί τα πηγε καλά. Και εκεί αποφάσισε το ΝΒΑ να ασχοληθεί μαζί του. Ή μηπως όχι? Η αλήθεια είναι ότι οι 76ers τον είχαν βάλει στα ραντάρ τους από πιο πριν και η παρουσία του στο Event τους προβλημάτισε μήπως τελικά δεν θα ήταν διαθέσιμος όταν θα διάλεγαν.
Ο φόβος τους όμως δεν επιβεβαιώθηκε. Το μικρό μυστικό των ανθρώπων από την Φιλαδέλφεια, έμεινε μυστικό, ο Cheeks έγινε draft στο νούμερο 36 από τους 76ers και όλα τα υπόλοιπα έγιναν ιστορία για το ΝΒΑ. Και τι έγραψε αυτή η ιστορία? 15 σεζόν, πάνω από 12,000 πόντους, πάνω από 7,000 ασίστ και ένα πρωτάθλημα με τους 76ers το 1983. Αλλά πέρα από αυτά έγραψε τη φοβερή εκτίμηση που έτρεφαν όλοι προς το πρόσωπό του. Για τον Bob Lanier ήταν ο ιδανικός play maker, για τον Lionell Hollis ο Stockton πριν από τον Stockton ενώ ο Doc Rivers υποστήριξε πως ο πραγματικός λόγος της επιτυχίας των 76ers ήταν αυτός και όχι κάποιος από τους σκόρερ της ομάδας, γιατί ήξερε πότε να παίρνει την προσπάθεια και πότε να μοιράζει. Ήταν πάντα αυτός που θα έκοβε τα σερί των αντιπάλων και αυτός που θα έκανε πίσω στον εγωισμό του, δηλαδή ο καλύτερος συμπαίκτης. Για όλα αυτά άλλωστε, οι 76ers των τίμησαν, απέσυραν την φανέλα με τον νούμερο 10, ενώ αν επισκεφτείς το γήπεδό τους, ένα άγαλμα με την μορφή του θα βρεθεί να σε κοιτάζει.
Δεν μας νοιάζει λοιπόν που ποτέ δεν μπήκε στο Hall of Fame αν και θα συνεχίζουμε να το υποστηρίζουμε, δεν μας νοιάζει που δεν ήταν ποτέ ο πραγματικός σταρ του αθλήματος. Για μας θα είναι πάντα μία από τις μεγάλες αδυναμίες και για τις μεγάλες αδυναμίες πρέπει πάντα να έχεις να πεις μία ιστορία.