Παρακαλώ περιμένετε...

Φιλοι ειναι η οικογενεια που εμεις επιλεξαμε.

  • 03/01/2021

Του Γιώργου Καρούλια

Ο Μένκιος, Κινέζος φιλόσοφος που έζησε στον τέταρτο αιώνα π.Χ, είπε κάποτε ότι "οι φίλοι είναι τα μέλη της οικογένειας που δεν μας έδωσε ποτέ ο Θεός". Την ίδια περίπου εποχή ο Αριστοτέλης μίλησε για την φιλία ως "μία ψυχή που κατοικεί σε δύο σώματα". Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι η έννοια της φιλίας, του φίλου είναι κάτι το διαχρονικό, κάτι το πανανθρώπινο. Θαρρείς και αποτελεί βιολογική ανάγκη του ανθρώπου, ότι το έχει πραγματικά ανάγκη για να επιβιώσει σ'αυτόν εδώ τον κόσμο. Όλοι έχουμε διαφορετικές απόψεις στο μυαλό μας για τον τέλειο φίλο, μάλιστα συχνά αντικρουόμενες η μία με την άλλη, αλλά κατά την ταπεινή μου άποψη υπάρχει μία σταθερά που είναι ίδια για όλους, η ανιδιοτέλεια. Μια τόση δα λέξη, που όμως αν όλοι την εφαρμόζαμε στην ζωή μας, ο κόσμος θα ήταν λίγο καλύτερος.

 

Αλλά αρκετά φιλοσοφήσαμε για σήμερα, είναι μία κουβέντα που μπορεί να συνεχίζεται εις το διηνεκές. Σε τελική ανάλυση, οι πράξεις είναι αυτές που μετράνε. Σάμπως και ο πρωταγωνιστής της σημερινής ιστορίας, ο Jack Twyman το σκέφτηκε πολύ όταν πήρε την απόφαση της ζωής του, να γίνει ο φύλακας άγγελος του Maurice Stokes; Ή κάθισε να μελετήσει πρώτα Μένκιο και Αριστοτέλη; Αυτές οι αποφάσεις δεν θέλουν ούτε πολλή σκέψη ούτε μελέτη, σε φέρνει η ζωή προ τετελεσμένου γεγονότος και εσύ κάνεις την επιλογή σου. 

 

Ας πάμε λοιπόν πίσω, στο μακρινό 1955. Με το δεύτερο pick οι Rochester Royals (που το 1957 έγιναν Cincinnati Royals) επιλέγουν στο NBA Draft τον Maurice Stokes από τo Rankin της Pennsylvania, απόφοιτο του Saint Francis. Ήταν τόσο καλός, που ανακηρύχθηκε MVP στο NIT της ίδιας χρονιάς παρά το γεγονός ότι η ομάδα του τερμάτισε στην τέταρτη θέση του τουρνουά. Και μπορείς να καταλάβεις το μεγαλείο ενός παίκτη, το πόσο ξεχωριστός ήταν όταν οι αντίπαλοι του δεν μπορούν να συμφωνήσουν στο ποιόν παίκτη τους θύμιζε περισσότερο. Ο Dolph Schayes των Syracuse Nationals τον παρομοίαζε με τον Magic Johnson ή τον LeBron James, ενώ ο Bob Cousy τον αποκάλεσε τον "πρόγονο των μεγάλων forward, του Doctor J και του Elgin Baylor". Ο Frank Ramsey θεωρούσε ότι ήταν ο πρώτος forward με ύψος 2.04 που θα μπορούσε να παίξει κάλλιστα και guard, καθώς ήταν ένας μεγαλόσωμος forward με φαρδείς ώμους, που όχι μόνο μάζευε σαν στραγάλια τα ριμπάουντ αλλά μπορούσε να τρέξει στον αιφνιδιασμό, είχε άψογο χειρισμό της μπάλας και μπορούσε να δει το γήπεδο ως playmaker.

 

Στο ίδιο Draft οι Royals επέλεξαν με το όγδοο pick του Δεύτερου Γύρου τον Jack Twyman από το Pittsburgh της Pennsylvania, απόφοιτο του Cincinnati. Παρά το γεγονός ότι και ο ίδιος επρόκειτο να αφήσει εποχή και να γράψει την δική του ιστορία στους Royals (νυν Sacramento Kings), οι scouts δεν του είχαν δώσει την απαραίτητη προσοχή, κι ας σημείωνε κοντά 27 πόντους στο κολλέγιο.

 

Εκ πρώτης όψεως οι δύο παίκτες είχαν πολλά κοινά. Και οι δύο κατάγονταν από την ίδια περιοχή (Το Rankin απέχει περίπου 13 χιλιόμετρα από το Pittsburgh), ενώ είχαν βρεθεί αντιμέτωποι από τις μικρές ηλικίες, τόσο σε επίπεδο High School όσο και σε κολλεγιακό επίπεδο, όταν το St. Francis αντιμετώπισε το Cincinnati στον μικρό τελικό του NIT, με τον Stokes να σημειώνει 31 πόντους και τον Twyman 29. Ωστόσο μέσα στο παρκέ ήταν εντελώς διαφορετικοί. Αναφέραμε πιο πριν ότι ο Stokes ήταν κορυφαίος ριμπάουντερ και εξαιρετικός αθλητής. Ο Twyman αντίθετα ήταν ένας καθαρός σκόρερ, όχι ιδιαίτερος λάτρης της άμυνας. Ήθελε απλά να σουτάρει. Ο Dolph Schayes χαρακτηριστικά έλεγε: "Όταν έπαιζα εναντίον του, θα έβαζα 30 πόντους και εκείνος 35. Του έλεγα αστειευόμενος ότι εγώ τον έβαλα στο Hall of Fame και εκείνος έβαλε εμένα!". Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι σύμφωνα με τον συμπαίκτη τους, Don Meineke, δεν τα πήγαιναν και πολύ καλά όταν έπαιζαν μαζί. Μία φορά ο Twyman πήρε τρία συνεχόμενα σουτ και τα έχασε όλα. Ο Stokes μουρμούριζε κάτω από το καλάθι αλλά μάζεψε και τα τρία ριμπάουντ. Στην επόμενη κατοχή ο Twyman έκανε αυτό που του φαινόταν περισσότερο φυσιολογικό, σούταρε ξανά. Το έχασε, οι Royals πήραν timeout και ο Stokes του έβαλε τις φωνές λέγοντάς του να κόψει "αυτή τη μαλ...ία"!

 

Ήδη το 1958, τρία χρόνια μετά, ο Stokes είχε καθιερωθεί ως ένας από τους κορυφαίους παίκτες της λίγκας. Την πρώτη του χρονιά ανακηρύχθηκε Rookie Of The Year έχοντας 16.7 πόντους και 16.3(!) ριμπάουντ ανά αγώνα και την επόμενη σεζόν σημείωσε ένα τρομακτικό ρεκόρ, ως ο παίκτης με τα περισσότερα ριμπάουντ σε μία σεζόν (1256 συνολικά, 17,4 ανά αγώνα). Την σεζόν 1957-58 ήταν δεύτερος στο ΝΒΑ σε ριμπάουντ και τρίτος σε ασίστ, κατόρθωμα που μόνο ο Wilt Chamberlain είχε καταφέρει. Στις τρεις σεζόν που αγωνίστηκε στο NBA είχε ανακηρυχθεί τρεις φορές All-Star και είχε συμπεριληφθεί σε τρεις All-NBA Δεύτερες Πεντάδες, έχοντας μαζέψει τα περισσότερα ριμπάουντ από όλους με 3492 (Ο Bob Pettit ήταν δεύτερος με 3417) και όντας δεύτερος σε ασίστ με 1062, πίσω από τον Bob Cousy (1583), ο οποίος ωστόσο ήταν και Point Guard! To μέλλον διαγραφόταν λαμπρό για τον 25χρονο forward, ωστόσο η ρουφιάνα η μοίρα είχε άλλα σχέδια...

 

Στις 12 Μαρτίου 1958 οι Royals που είχαν ήδη κλείσει θέση για τα Playoffs αντιμετώπιζαν τους Minneapolis Lakers. O Stokes έκανε drive, μπερδεύεται με τον Vern Mikkelsen και προσγειώνεται στο παρκέ χτυπώντας άσχημα το κεφάλι του, σοκάροντας ένα ολόκληρο γήπεδο. Το απίστευτο είναι ότι συνέχισε το παιχνίδι, έχοντας 24 πόντους και 19 ριμπάουντ!!! Τρεις μέρες μετά, ο Stokes έδειχνε βαρύς στην ήττα απέναντι στους Detroit Pistons, αν και πάλι είχε 12 πόντους και 15 ριμπάουντ. Μετά το παιχνίδι οι συμπαίκτες του τον είδαν να κάνει εμετό στην τουαλέτα, αλλά πίστευαν ότι ήταν μεθυσμένος, όλοι είχαν πιει μερικές μπύρες μετά. Στον γυρισμό και ο Jack Ramsey δεν ένιωθε καλά, αισθανόταν άρρωστος, λογικά από κάποια γρίπη. Μόνο που αυτό αποπροσανατόλισε εντελώς την ομάδα, που σκέφτηκε ότι και ο Maurice θα είχε κολλήσει από αυτόν. Στο αεροδρόμιο του Detroit έδωσε τις αποσκευές του σε έναν συμπαίκτη, μπήκε στο μπάνιο και έκανε πάλι εμετό. Όταν έφτασε στην ράμπα του αεροπλάνου το σώμα του πονούσε πολύ, σχεδόν έπεσε κάτω, ευτυχώς εκεί ήταν ο Dick Ricketts και ο Jack Twyman να τον κουβαλήσουν και να τον βάλουν μέσα στο αεροπλάνο. Δεν μπορούσαν να φανταστούν ότι ήταν κάτι τόσο σοβαρό, ώστε να βάλουν τον Stokes σε ασθενοφόρο για να διακομιστεί σε κάποιο νοσοκομείο του Detroit.

 

Το αεροπλάνο απογειώθηκε και μέσα σε λίγα λεπτά ο Stokes, κάθιδρος, άρχισε να φωνάζει "Νιώθω ότι θα πεθάνω!". Δεν είπε κάτι άλλο, ενώ οι συμπαίκτες του πίστεψαν ότι επρόκειτο να λιποθυμήσει. Αλλά εκείνος είχε πλήρη επίγνωση του τι συνέβαινε. Είδε μία αεροσυνοδό να του φοράει μάσκα οξυγόνου, άκουσε τον Ritchie Regan, έναν guard των Royals να επικαλείται έκτακτη ανάγκη που επιτρέπει σε άτομο που δεν είναι μέρος του κλήρου της Καθολικής Εκκλησίας να προσευχηθεί για άνθρωπο που φεύγει εκείνη την στιγμή από την ζωή. Μόνο που ο Stokes δεν μπορούσε να αντιδράσει, μόνο να παρακολουθεί. Ήταν ένα συναίσθημα που, όπως δήλωσε και ο ίδιος αργότερα, είναι σαν να σε θάβουν ζωντανό. Το αεροπλάνο προσγειώθηκε στο Cincinnati, με τους μισούς συμπαίκτες του να μεταφέρουν το σώμα του, που έμοιαζε με πτώμα. Οι άλλοι μισοί κοιτούσαν αποσβολωμένοι από το παράθυρο τους διασώστες να τον βάζουν στο ασθενοφόρο. Ακόμα και εκείνη την στιγμή δεν μπορούσαν να καταλάβουν την σοβαρότητα της κατάστασης. Ακόμα και όταν βγήκε το πόρισμα, χρόνια μετατραυματική εγκεφαλοπάθεια, δεν κατάλαβαν και πολλά. Ήξεραν ότι στο αμερικανικό φούτμπολ ήταν συχνό το φαινόμενο, παίκτες να φεύγουν πάνω σε φορείο, αλλά στο μπάσκετ δεν είχε συμβεί ποτέ ξανά. Έπεσε σε κώμα ενώ όταν άνοιξε τα μάτια του στο νοσοκομείο ήταν παράλυτος από τον λαιμό και κάτω, ενώ δεν μπορούσε ούτε να μιλήσει.

 

Το 1958 έννοιες όπως "αναπηρική σύνταξη" και "κάλυψη ιατρικών εξόδων" αποτελούσαν όνειρα θερινής νυκτός για τους παίκτες του ΝΒΑ. Οι Royals σε μία ομολογουμένως άσεμνη κίνηση, βλέποντας ότι τα ιατρικά έξοδα του Stokes θα ξεπερνούσαν τις 100.000 δολλάρια αποφάσισαν να τον κόψουν από το μισθολόγιο της ομάδας και να μην ανανεώσουν το συμβόλαιό του. Αξίζει να σημειωθεί ότι τότε οι παίκτες έπαιρναν περίπου 15.000 το χρόνο. Ο Stokes και η οικογένεια του προφανώς δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να εξασφαλίσουν το ποσό που χρειαζόταν. Μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση, με το οικονομικό αδιέξοδο να βρίσκεται προ των πυλών, ο Jack Twyman πήρε μια γενναία απόφαση, που θα άλλαζε την ζωή και των δύο.

 

Για δέκα εβδομάδες ο Twyman επισκεπτόταν καθημερινά τον φίλο και συμπαίκτη του στο νοσοκομείο, με τον Stokes να βρίσκεται ακόμα σε κρίσιμη κατάσταση. Κάποια στιγμή η οικογένεια του Stokes ξέμεινε από χρήματα, ενώ δεν μπορούσε να έχει πρόσβαση στον τραπεζικό του λογαριασμό, παράλληλα ο πατέρας του δούλευε σε χαλυβουργείο στο Pittsburgh και δεν είχε την δυνατότητα να έρχεται συχνά. Όταν ο Twyman ανακάλυψε ότι στο Ohio υπήρχε νόμος που του επέτρεπε να γίνει ο νόμιμος κηδεμόνας του και να αναλάβει την φροντίδα του δεν έχασε χρόνο. Τον Απρίλιο έστειλε τα απαραίτητα έγγραφα στο δικαστήριο, το οποίο έκανε δεκτό το αίτημά του. Μέσα σε μία στιγμή έγινε ο λογιστής του (είχε περίπου 9000 δολλάρια στον τραπεζικό του λογαριασμό), ο ειδικός για την υγεία του και ο διευθυντής επικοινωνίας του με τον έξω κόσμο. Παράλληλα υπέβαλλε αίτηση προκειμένου να λάβει αποζημίωση για τραυματισμό στον χώρο εργασίας. Και υπόψιν, δεν ήταν εύκολο, έπρεπε να παλέψει για χρόνια με την νομοθεσία του Ohio για να τα κατάφερει.

 

Ο Stokes δεν μπορούσε να μιλήσει. Έτσι ο Twyman καθόταν πλάι του και έλεγε ένα-ένα τα γράμματα της αλφαβήτου, ζητώντας του να ανοιγοκλείσει τα μάτια του κάθε φορά που πετύχαινε το πρώτο γράμμα της πρώτης λέξης που ήθελε να πει. "A?" ρωτούσε ο Twyman, καμία αντίδραση. "B?", πάλι το ίδιο. Όταν εκείνος ανοιγόκλεινε τα μάτια θα έψαχνε για το δεύτερο γράμμα. Ήδη από το φθινόπωρο του 1958 το δωμάτιο του στο νοσοκομείο γέμιζε με συμπαίκτες και αντιπάλους όταν εκείνοι έφταναν στο Cincinnati για να αντιμετωπίσουν τους Royals. Οι περισσότεροι, αδυνατώντας να κατανοήσουν πλήρως το τι ακριβώς είχε πάθει, φοβούνταν ακόμα και να τον αγκαλιάσουν, κάθονταν σε μια γωνία, έλεγαν μερικά αστεία για να σπάσει ο πάγος και έφευγαν. "Τα λέμε Mo!" έλεγαν, "Εδώ θα είμαι!", ανοιγόκλεινε τα μάτια εκείνος.

Αντίθετα ο Jack δεν κρατούσε τέτοιες αποστάσεις. Είχαν πάντα μια πνευματική ανταγωνιστικότητα με τον Maurice και οι λογομαχίες στα πλαίσια του πειράγματος δεν σταμάτησαν ποτέ, ακόμα και μέσα στο νοσοκομείο. "Τι κακό έχει να είσαι καλός ριμπάουντερ?" αναρωτήθηκε κάποια στιγμή ο Stokes, με τον Twyman να απαντάει "Ένας τύπος σαν εσένα έπρεπε να είναι καλός ριμπάουντερ. Δεν μπορούσες να βάλεις το πρώτο σουτ, οπότε θα έπρεπε να μαζέψεις για το δεύτερο και το τρίτο!". 

 

Παράλληλα ο Twyman έσπαγε το κεφάλι του προκειμένου να βρει χρήματα για την κάλυψη των εξόδων. Είχε καταλάβει ότι θα έπρεπε να βρει τρόπο για συνεχή χρηματοδότηση έτσι ώστε ο φίλος του να μείνει ζωντανός. Εκείνο το φθινόπωρο, όταν έπαιζε στην Νέα Υόρκη είχε μια συνομιλία με έναν ιδιοκτήτη ξενοδοχείου, φανατικό του μπάσκετ, τον Milton Kutsher. Εκείνος του πρότεινε ένα φιλικό αγώνα για φιλανθρωπικούς σκοπούς στο ξενοδοχείο του κοντά στο Monticello. "Θα σου παρέχω δωμάτια και φαγητό" είπε ο Kutsher, "αν μου φέρεις τους καλύτερους παίκτες στο ΝΒΑ. Το τηλέφωνο του Twyman άρχισε να παίρνει φωτιά. Στις 4 Αυγούστου 1959 στο πάρκινγκ του Kutsher's Hotel and Country Club άρχισαν να μπαίνουν αυτοκίνητα με πινακίδες από διάφορα μέρη των ΗΠΑ, Μασσαχουσέτη, Νέα Υόρκη, New Jersey. Ο Twyman ευχόταν απλά να δεχτούν δέκα παίκτες, ίσα ίσα για να μαζευτούν δύο ομάδες μπάσκετ. Μόνο που παράλληλα με αυτόν, είχαν πιάσει δουλειά οι Haskell Cohen (πρώην PR Director του ΝΒΑ και νυν άνθρωπος του Kutsher) και Zelda Spoelstra, που δούλευε στο γραφείο της λίγκας. Τελικά συγκεντρώθηκαν 30 παίκτες. Και δεν μιλάμε για δευτεροκλασάτα ονόματα. Μιλάμε για τους Bill Russell, Wilt Chamberlain, Bob Cousy, John Havlicek και μετέπειτα τον Kareem Abdul-Jabbar! Και κάπως έτσι γεννήθηκε το Stokes Game, που ήδη από την πρώτη χρονιά λειτουργίας του συγκέντωσε πάνω από 10000 δολλάρια για την αποθεραπεία του Maurice Stokes. Για να σας δώσω να καταλάβετε, ήταν σαν ένα All-Star Game, με μεγαλύτερο πάγκο. Με το τέλος του αγώνα ένας εργαζόμενος του ξενοδοχείου θα ζητούσε από τους παίκτες να επιστρέψουν τις φανέλες τους, θα τις χρειάζονταν του χρόνου. Και όλοι επέστρεφαν...

 

Ο Jack Twyman ωστόσο δεν έμεινε εκεί, έψαχνε συνεχώς νέους τρόπους να συγκεντρώσει χρήματα. Καλούσε διακεκριμένους αθλητικούς δημοσιογράφους, όπως τον Jim Murray των Los Angeles Times, που ήξερε ότι μπορούσαν να γράψουν ανθρωποκεντρικές, συγκινητικές ιστορίες που θα τραβούσαν το ενδιαφέρον του κοινού. Και κάπως έτσι, αφότου τα άρθρα τους έκαναν την εμφάνιση τους στις εφημερίδες, το δωμάτιο του Stokes θα γέμιζε με στοίβες από φακέλους γεμάτους χρήματα που έστελναν οι αναγνώστες. Μάλιστα ο Maurice ζήτησε από τις νοσοκόμες να στείλουν σε όλους, έναν προς έναν, ένα ευχαριστήριο γράμμα, ωστόσο αυτό ήταν αδύνατο λόγω του τεράστιου αριθμού.

 

Η ψυχολογία παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην αποθεραπεία. Ο πρώτος στόχος συνήθως είναι ακατόρθωτος: "Θα επιστρέψω και θα παίξω μπάσκετ με τους Cincinnati Royals!" έλεγε στην αρχή ο Stokes. Τότε ακολουθεί ένας πιο ρεαλιστικός στόχος, και στην περίπτωση του ήταν να σταθεί στα πόδια του και να περπατήσει. Μάλιστα πολλοί φίλοι και συγγενείς πίστευαν ότι αν ζούσε λίγο περισσότερο θα τα κατάφερνε. Το ίδιο πίστευε και ο φυσιοθεραπευτής του Charles Eliopulos (το γελάμε, αλλά τελικά ισχύει ότι όποια πέτρα κι αν σηκώσεις από κάτω, θα βρεις έναν Έλληνα!), ο οποίος τον έβλεπε να βελτιώνεται συνέχεια και σιγά σιγά να περπατάει κάποια μέτρα, έστω και με πατερίτσες. Όταν ο φυσιοθεραπευτής του τέντωνε τους μύες εκείνος ούρλιαζε από τον πόνο, με τον Twyman να παρατηρεί ότι ο ιδρώτας "έβγαινε από το σώμα του σαν τηλέφωνο μπάνιου". Το απόγευμα θα έκανε την ίδια θεραπεία, ενώ το δείπνο του το βράδυ το ετοίμαζε ο Twyman, Νεοϋορκέζικο φιλέτο με λαχανικά.

 

Ο Jack τον επισκεπτόταν κάθε μέρα μετά την προπόνηση. Τον άκουγε να γελάει προτού καν μπει στο δωμάτιο. Μετά από κάποια στιγμή έφερνε και τα παιδιά του μαζί, την Lisa και τον Jay. Πάντα σιγουρευόταν ότι θα αναφερόταν σε εκείνον ως άνθρωπο και όχι ως προστατευόμενό του. Δεν έλεγε ποτέ φράσεις τύπου "αυτός εδώ είναι ο αδερφός σας, τον υιοθέτησα" αλλά ατάκες όπως "αυτός είναι ο άνδρας που βοηθάμε". Όσοι γνώρισαν τον Mo, πίστευαν ότι δεν ένιωσε ποτέ πικρία για αυτό που του συνέβη. Μολονότι δεν μπορούμε να ξέρουμε αν αυτό αληθεύει ή όχι, το μόνο σίγουρο είναι ότι ήταν ένας άνθρωπος που χαμογελούσε συχνά. Η κάτω γνάθος του θα άνοιγε και οι γωνίες του στόματός του θα έπαιρναν μια γλυκιά καμπύλη. Αυτό το χαμόγελο είχε την ικανότητα όχι μόνο να ζεσταίνει τις καρδιές των ανθρώπων αλλά και να τους δίνει την εντύπωση ότι ο Mo ήταν ήρεμος και είχε συμφιλιωθεί με την όλη κατάσταση. Ο Jack έβγαινε από το νοσοκομείο και χοροπηδούσε από χαρά!

 

Σιγά σιγά ο Mo άρχισε να μιλάει ξανά. Στην αρχή οι λέξεις έβγαιναν από το στόμα του ως ένα μουγκρητό που δεν καταλάβαινε κανένας, με εξαίρεση τον Jack. "Έλα ρε Maurice!!!" του απαντούσε και μετά έσκαγαν και οι δύο στα γέλια. Σαν μέρος της θεραπείας το ιατρικό προσωπικό είχε κρεμάσει μια σφεντόνα κοντά στο κρεβάτι του που έδινε στον Stokes την δυνατότητα να βάζει εκεί το αριστερό του καρπό και να γράφει πάνω σε μία γραφομηχανή. Την πρώτη του πρόταση θα την έγραφε για τον Jack Twyman. Ήταν μια πολύ δύσκολη διαδικασία που του πήρε πάνω από μια βδομάδα. Η πρόταση έγραφε: "Πως θα μπορούσα ποτέ να σε ευχαριστήσω για όλα αυτά που έκανες;". Μόνο που στο μυαλό του Twyman, όχι απλά δεν χρειαζόταν να τον ευχαριστήσει, αλλά ο ίδιος ένιωθε ευγνώμων που ο Mo ήταν στην ζωή του. Το ίδιο βέβαια αισθάνονταν και άλλοι.

 

Στο δωμάτιο του έρχονταν παιδιά που έβλεπαν στο πρόσωπο του μια ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης. Μία μητέρα έξι παιδιών από τις Φιλιππίνες του έστειλε ευχαριστήρια επιστολή γιατί η ιστορία του την έκανε να σταματήσει να κάνει αυτοκτονικές σκέψεις. Οι παίκτες του ΝΒΑ του έσφιγγαν το χέρι με ένα χαμόγελο μέχρι τα αυτιά, και μετά έπαιζαν σαν μανιακοί, εμπνευσμένοι από την ιστορία του. Το 1965 ο Stokes μπορούσε πλέον να "μουγκρίσει" μερικές λέξεις, να περπατήσει τρία μέτρα απόσταση, ακόμα και να κάνει ένα push up, με αποτέλεσμα να παίρνει την απόφαση να παρευρεθεί στο πρώτο του Stokes Game! Είχε αρχίσει μάλιστα την πηλοπλαστική, απλά κομμάτια που μπορούσε να φτιάξει με τα χέρια του, τασάκια, βάζα, πλακέτες. Είχε φτιάξει για τον Wilt, τον Oscar Robertson, τον Dave DeBusschere οι οποίοι τα φυλούσαν σαν φυλαχτό και σχεδόν δεν μπορούσαν να μιλήσουν για αυτά χωρίς να κλάψουν.

 

Το 1970 ο Mo μάζευε βιβλία όπως μάζευε κάποτε τα ριμπάουντ. Και μάλιστα "βαριά" βιβλία, όπως η πολύτομη μελέτη του Bruce Carson για τον Εμφύλιο Πόλεμο. Ήταν πια 36 χρονών και τα δάχτυλα του κινούνταν πια με μεγαλύτερη ευκινησία ανάμεσα στα πλήκτρα της γραφομηχανής. Ο Jim Paxson πήρε ένα γράμμα που έγραφε:

Αγαπημένε Jim

(Πολλές κενές γραμμές, σαν ένα τρεμάμενο δάχτυλο να είχε πατήσει το Enter πολλές φορές)

Οι Cincinnati Royals με προσέλαβαν ως scout. Αν ξέρεις κανέναν καλό παίκτη, πες μου.

(Ακόμα περισσότερες κενές γραμμές)

Maurice.

 

"Λογικά το έγραφε όλη μέρα" είπε ο Paxson. Παράλληλα, 2-3 φορές το μήνα ο Stokes πήγαινε στο σπίτι των Twyman για δείπνο. Κατά τα λεγόμενα του γιου του Twyman Jay, χρειαζόταν συλλογική προσπάθεια. Θα ερχόταν με ασθενοφόρο. Βοηθοί θα τον κατέβαζαν, θα τον έβαζαν σε αναπηρικό καροτσάκι, θα τον έβαζαν μέσα στο σπίτι και στο τραπέζι όπου μία νοσοκόμα θα τον τάϊζε και θα του σκούπιζε το στόμα. Ο Jack θα άρχιζε να τον πειράζει:"Maurice δεν μπορώ να σε κουβαλάω, δεν μπορείς να σηκώσεις το βάρος σου;". 

 

Στις 30 Μαρτίου 1970 ο Maurice Stokes υπέστη καρδιακή προσβολή. Ο Jack ήταν εκτός πόλης και έστειλε την γυναίκα του Carole να πάει να τον δει. Τον βρήκε σε ένα φορείο με έξι γιατρούς πάνω από το κεφάλι του. Εκείνος την εντόπισε και της μουρμούρισε μερικές λέξεις. Έφυγε από την ζωή έξι μέρες μετά. Το νοσοκομείο κράτησε το σώμα του τόσο ώστε ο Twyman να επιστρέψει στο Cincinnati και να του αποδώσει τις ανάλογες τιμές. Ο Stokes είχε αφήσει πίσω του ένα πολύ συγκινητικό σημείωμα:

 

"Όταν ο ήλιος βγαίνει από τον ορίζοντα, είναι το σημάδι για την έναρξη μιας καινούριας μέρας. Η ομορφιά που δημιουργεί ο ήλιος είναι κάτι που δεν μπορούν να περιγράψουν οι λέξεις. Για εμένα, μία μεγάλη ευχαρίστηση του να μένεις στην εξοχή είναι ότι μπορείς να λάβεις την πραγματική ομορφιά του ηλίου χωρίς την παρεμπόδιση του νέφους."

 

Ο Jack Twyman μετά τον θάνατο του Mo σταμάτησε να διοργανώνει τα Stoke Games. Θέωρησε ότι η αποστολή του είχε τελειώσει. Βέβαια οι παίκτες συνέχισαν να έρχονται κάθε Αύγουστο, για διαφορετικό σκοπό κάθε φορά. Βέβαια το τουρνουά είχε αρχίσει να φθίνει για δύο λόγους. Αρχικά το resort είχε υποβαθμιστεί, με τους τουρίστες να επιλέγουν το εξωτερικό για τις διακοπές τους ενώ ακόμα και το ίδιο το NBA είχε αρχίσει να μεγαλώνει επικίνδυνα. Μπορεί το 1988 ο Clyde Drexler να είχε ανακηρυχθεί ο MVP του τουρνουά, ωστόσο δεν είχαν έρθει καν οι Michael Jordan, Larry Bird, Magic Johnson. Δεν μπορούσαν να ρισκάρουν τα γόνατά τους σε ένα παρκέ 30 χρονών, είχαν τους δικούς τους φιλανθρωπικούς αγώνες να διοργανώσουν. Για να μην αναφερθώ σε διάφορους ατζέντηδες, δικηγόρους και ασφαλιστές, οι οποίοι έκαναν την κατάσταση ακόμα πιο δύσκολη. Πέντε χρόνια μετά, ο κορυφαίος παίκτης του τουρνουά ήταν ο Anthony Mason, συνεπώς έγινε αντιληπτό ότι το τουρνουά αυτό έπρεπε σιγά σιγά να τελειώνει, και τελείωσε οριστικά το 1999, με τον θάνατο του Wilt Chamberlain.

 

Το 2004 ο Stokes εισήχθε στο Hall of Fame και δεν υπήρχε καταλληλότερος να μιλήσει για αυτόν από τον Jack Twyman:" Ποτέ αυτά τα 12 χρόνια δεν τον είδα μελαγχολικό ή θυμωμένο ή 'Γιατί εγώ' ή 'Πως έγινε αυτό σε μένα'. Πάντα κοιτούσε την επόμενη μέρα. Ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος. Ήταν μια ανεπανάληπτη εμπειρία για μένα να γνωρίσω αυτόν τον άνθρωπο και να καταλάβω από τι ήταν φτιαγμένος. Ενέπνευσε όλους όσους ήρθαν σε επαφή μαζί του!"

 

Κάτι τελευταίο που δεν ανέφερα, αλλά νομίζω ότι πρέπει να αναφερθεί. Μιλάμε για τα 50s και τα 60s στις ΗΠΑ. Όπου ο ρατσισμός και ο φυλετικός διαχωρισμός ήταν καθημερινά φαινόμενα. Και δεν μιλάμε για την Νέα Υόρκη, αλλά το Cincinnati. Όπου οι παίκτες δεν μπορούσαν να νοικιάσουν ένα δωμάτιο για να μείνουν ούτε να φάνε σε εστιατόρια. Ο Jack Twyman άθελα του έδωσε την πιο δυνατή γροθιά στον ρατσισμό. Και γιατί λέω άθελα του; Γιατί δεν ενδιαφερόταν καν αν κάποιος ήταν λευκός ή μαύρος, για αυτόν ο Maurice Stokes ήταν αδερφός του, κομμάτι της οικογενείας του. Και θα το έκανε για τον οποιοδήποτε. Δεν χρειαζόταν άλλον λόγο από έναν φίλο που είχε την ανάγκη του. Μάλιστα όταν ο Spike Lee τον πλησίασε για να σκηνοθετήσει την ταινία του, εκείνος αρνήθηκε ευγενικά, λέγοντας ότι δεν ήθελε να το ανάγει σε φυλετικό ζήτημα. Γιατί πολύ απλά θα το έκανε για όλους.

 

Το 2012 ο Jack Twyman έφυγε από λευχαιμία. Ήταν 78 ετών, αλλά τα είχε ακόμα 400, το μυαλό του ήταν ξυράφι. Ο γιος του Jay, ερωτηθείς εάν τον ανέφερε στα τελευταία του εκείνος είπε: 

 

"Θα με σκοτώσει για αυτό, αλλά όταν ήταν στο νοσοκομείο είχε ανοίξει από την κατάκλιση. Ξαπλώνεις στο κρεβάτι, λογικό είναι. Αλλά ήταν τόσο εκνευρισμένος. Όταν τον φρόντιζε η νοσοκόμα εκείνος με κοίταζε και μου έλεγε ο Maurice δεν είχε ούτε ένα ψεγάδι!"

 

Ο Jay γέλασε. Λες και η κόντρα ανάμεσα στους δύο συνεχίστηκε και επάνω ψηλά: "Πιστεύω ότι ο Maurice του ψιθύρισε 'Jack, είσαι ένας μικρός φλώρος!' ". 

 

Την σεζόν 2012-13 το NBA ανακοίνωσε την ίδρυση του Twyman-Stokes Teammate of the Year Award , βραβείου που αποδίδεται στον "ιδανικό συμπαίκτη" που αποτελεί "παράδειγμα ανιδιοτελούς παιχνιδιού και αφοσίωσης στην ομάδα". Και κάπως έτσι, η ιστορία μιας αγνής φιλίας θα παραμείνει αναλλοίωτη στο χρόνο... 

Σαν Σήμερα

29/03/1945

1945: Γεννιέται ο Walt Frazier. O επονωμαζόμενος και Clyde the Glyde. Ένας από τους καλύτερους guard όλων των εποχών, που οδήγησε τους Knicks στα δύο μοναδικά μέχρι σήμερα πρωταθλήματά τους στις αρχες της δεκαετίας του 70'.