Παρακαλώ περιμένετε...

ΤΟ ΑΡΩΜΑ ΖΕΙ ΣΤΙΣ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ

  • 23/10/2018

Του Αντρέα Τσεμπερλίδη

Τα ομορφότερα πράγματα στη ζωή  είναι αυτά που όταν περάσει ο χρόνος δεν τα θυμάσαι με τον νου αλλά με την καρδιά. Αυτά που ενώ σου φέρνουν δάκρυα στα μάτια, η ψυχή σου νιώθει χαρά. Γιατί ενώ βουτάς στους ωκεανούς των αναπολήσεων και έκθαμβος σκέφτεσαι πόσο τυχερός ήσουν, την ίδια στιγμή το μονοπάτι της μελαγχολίας σε επαναφέρει στην σκληρή πραγματικότητα. Τα χρόνια της μαγείας ήρθαν, πέρασαν, μας σημάδεψαν και τελικά έμεινε μόνο η  νοσταλγία για το όμορφο παραμύθι της ομάδας που κάποτε έκανε περήφανη μια πατρίδα που πια δεν υπάρχει. Σαν το φυτό που ο θρύλος λέει ότι απο εκεί πήρε το όνομα της η πόλη, η κίτρινη αρμάδα απο το Σπλίτ φύτρωσε, άνθισε και αν τελικά το λουλούδι μαράθηκε, το άρωμα του ζει πάντα στις αναμνήσεις μας. Πλανάται στον αέρα, φωνάζει "Μη με ξεχνάς, εδώ είμαι". Και εσύ απαντάς "Πως μπορώ να ξεχάσω αφού ακόμα σε θυμάμαι. Αφού ακόμα ομορφαίνεις τα όνειρα μου"... Τα όνειρα που έκανες παιδί, αυτά που έβλεπες να γίνονται στο παρκέ ορατή πραγματικότητα και πίστευες ότι θα κρατούσαν για πάντα. Οτι αυτή η ομαδάρα είχε παρελθόν, παρόν αλλά και μέλλον. Δεν μπορούσες να ξέρεις οτι το Παρίσι ήταν το τελευταίο τανγκό, το θριαμβικό φινάλε. Τι μπορείς να κάνεις; Ψάχνεις να βρεις έναν ασπάλαθο και μαδώντας τα πέταλα  του να σου διηγηθεί την ιστορία μίας παρέας, τη δόξα μιας γενιάς...   

 

               << Άφησε με να σε πάω πίσω, στο μακρινό 1945 όταν σε ολόκληρη τη Γιουγκοσλαβία πού έβγαινε πληγωμένη απο τον πόλεμο, οι νέοι που ήθελαν να ζήσουν και να ξαναχτίσουν την κατεστραμμένη τους ζωή στρέφονταν στον αθλητισμό ιδρύοντας ομάδες που θα γινόντουσαν η μήτρα του γιουγκοσλαβικού μπάσκετ. Στην αθλητική πρωτεύουσα της Κροατίας μια παρέα φίλων ξεκίνησαν να παίζουν στη μικρή γειτονιά του Σπινουτ υπό την αιγίδα του ποδοσφαιρικού συλλόγου της Χάϊντουκ. Ο τερματοφύλακας της ομάδας Hrvoje Culic ήταν αυτός που ανέλαβε να διδάξει τα βασικά του μπάσκετ στους πρώτους υποψήφιους αθλητές. Το 1949 η ονομασία άλλαξε σε Košarkaški Klub Split (KK Split) και έκανε την εμφάνιση του ως παίχτης ο "πατέρας" του κροατικού μπάσκετ, ο Μπράνκο Ράντοβιτς. Η ομάδα ήταν ακόμα στα σπάργανα και έτσι γρήγορα ο Ράντοβιτς έφυγε για άλλες πολιτείες πριν απο την επιστροφή του στον διπλό ρόλο του παίχτη - προπονητή το 1960 και αποκλειστικά ως τεχνικός απο το 1964.

 

Ο οραματιστής Μπράνκο ήταν άνθρωπος που έβλεπε μπροστά. Όταν επέστρεψε στο Σπλίτ ξεκίνησε την στρατολόγηση παιχτών απο άλλα δημοφιλή αθλήματα όπως το χάντμπολ. Τα πρώτα αστέρια της ομάδας, τα αδέρφια Tvrdič, o Ivica Nincevic και ο Zele Reic ήταν "κλεμμένοι" απο το παρεμφερές σπορ. Με αυτούς τους παίχτες και με τον νεαρό Πέταρ Σκάνσι, ο Ράντοβιτς έπλασε την πρώτη μαγιά που κατάφερε να εντάξει τον σύλλογο στα σαλόνια της πρώτης κατηγορίας κερδίζοντας το 1964 τους αγώνες μπαράζ στο Bελέντζε της Σλοβενίας. Η πρόοδος της ομάδας ήταν σταδιακή με την ομάδα να τερματίζει στην 5η θέση τρεις συνεχείς χρονιές.

Το 1967 μία φαινομενικά αδιάφορη κίνηση θα σημαδέψει την ιστορία. H κρατική εταιρεία πλαστικών ειδών θα γίνει ο αποκλειστικός χορηγός του συλλόγου και η ονομασία της θα γίνει συνώνυμο των Zuti. Έτσι "βαφτίστηκε" Γιουγκοπλάστικα, έτσι εγένετο θρύλος. Το γηπεδάκι του Σπινουτ ήταν πολύ μικρό πια για να στεγάσει το καμάρι του Σπλίτ και η μετακίνηση στη νεόκτιστη αρένα του Γκρίπε κρίθηκε απαραίτητη. Σε αυτό το γήπεδο ο Σκάνσι, ο Ντάμιρ Σόλμαν, ο Μάνοβιτς και φυσικά ο Ράντοβιτς θα πανηγυρίσουν το 71 το παρθενικό πρωτάθλημα. Το γιουγκοσλαβικό μπάσκετ είχε μπει στην εποχή της μεγάλης ακμής και οι ομάδες του ήταν απο τις πιο δυνατές της Ευρώπης. Για αυτό και η παρουσία της Γιουγκοπλάστικα στον τελικό του Πρωταθλητριών του 1972 δεν αποτέλεσε έκπληξη για τους γνωρίζοντες. Η ώρα της όμως δεν είχε έρθει ακόμα και η ανυπέρβλητη Βαρέζε θα κερδίσει στο Τελ Αβίβ με μόλις έναν πόντο διαφορά. Δεν θα έρθει ούτε την επόμενη χρονιά στον δεύτερο τη τάξει θεσμό, το Κύπελλο Κυπελλούχων. Αυτή τη φορά οι Σοβιετικοί της Σπαρτάκ Λένινγκραντ δεν θα επιτρέψουν στην παλιά φρουρά να αποσυρθεί με την τιμή του ευρωπαϊκού τίτλου.

 Οι παίχτες που μεγάλωσαν την ομάδα σταδιακά έκαναν πίσω και αποσύρθηκαν δίνοντας τη θέση τους στα νέα αστέρια όπως ο Ζέρκοβ, ο Ντούκαν και ο Κρστούλοβιτς. Συνδετικός κρίκος ο Πέταρ Σκάνσι που βαδίζοντας στα χνάρια του μέντορα του Μπράνκο Στάνκοβιτς θα αναλάβει την τεχνική ηγεσία το 1973 με διπλό ρόλο και αυτός εντός και εκτός παρκέ . Ο παλαίμαχος σέντερ θα στρωθεί άμεσα στη δουλειά και μέχρι το 79 η Γιουγκοπλάστικα θα βιώσει την κορυφαία δεκαετία της μέχρι τότε κατά κύριο λόγο στην Ευρώπη. Στο πολύ δυνατό εγχώριο πρωτάθλημα θα καταφέρει να βρεθεί ξανά στην πρώτη θέση το 1977 σε μία δραματική σειρά τελικών που κρίθηκε με σουτ στο τελευταίο δευτερόλεπτο του Σόλμαν, και έριξε στο καναβάτσο τη Μπόσνα Σαράγεβο του Ντελίμπασιτς και του Τάνιεβιτς στο ιδανικό κλείσιμο της καριέρας για τον μεγάλο Rato Tvrdič, τον τελευταίο παίχτη απο την ομάδα του 60 με τον Πίτερ Βίλφαν να έχει ήδη αναδειχθεί ως άξιος αντικαταστάτης της σημαίας της Γιουγκοπλάστικα.

Ένας απο τους λόγους που η ομάδα δεν κατάφερε να πάρει περισσότερα πρωταθλήματα ήταν και οι συγκυρίες της σχεδόν ταυτόχρονης υποχρεωτικής θητείας των παιχτών της στον Γιουγκοσλαβικό στρατό. Παρόλα αυτά σχεδόν κάθε αγωνιστική σεζόν οι Žuti θα βρεθούν στα ημιτελικά είτε του Κυπελλούχων είτε του Κόρατς το οποίο θα φέρουν στο Σπλίτ δύο συνεχόμενες φορές το 76 και το 77. Η αποχώρηση του Σκάνσι και των παιχτών που είχαν συντελέσει στο "μεγάλωμα" της ομάδας, έφερε νομοτελειακά και την παρακμή. Το 1981 ο οδυνηρός υποβιβασμός θα στρέψει τους διοικούντες στην αλλαγή του τρόπου σκέψης. Θα αποτανθούν για βοήθεια στους παλιούς "εχθρούς" που έχουν γίνει πια προπονητές. Πρώτα o Σλάβκο Τρίνιτς και στη συνέχεια ο Τσόσιτς και ο  "Μόκα" Σλάβνιτς θα αναλάβουν το χτίσιμο από την αρχή μίας νέας δύναμης μετά τη γρήγορη επιστροφή στα μεγάλα σαλόνια .

 

 Η δουλειά τους θα αποδώσει καρπούς και ο Σλάβνιτς θα φύγει το 86 για την Ισπανία αφήνοντας την ομάδα στην 6η θέση. Η πιο σπουδαία παρακαταθήκη όμως ήταν η προώθηση στην αντρική ομάδα δύο νέων παιδιών γέννημα θρέμμα του Σπλίτ. Ο πρώτος ένας ψηλόλιγνος αριστερόχειρας, πρώην τερματοφύλακας της Χάϊντουκ που έμοιαζε να μην έχει θέση στο γήπεδο αφού έκανε κυριολεκτικά τα πάντα. Ο δεύτερος ήταν ένας ψηλός με απίστευτη πλαστικότητα που ήταν ακαταμάχητος στο "ζωγραφιστό". Έπρεπε όμως να βρεθεί και νέος τιμονιέρης και οι παράγοντες της ομάδας θα ζητήσουν τη συμβουλή των "γκουρού" του γιουγκοσλαβικού μπάσκετ, του Άτσα Νίκολιτς και του Ράνκο Ζεράβιτσα. Η πρόταση τους θα γίνει δεκτή και ο άσημος 34χρονος βοηθός προπονητή στον Ερυθρό Αστέρα, Μπόζινταρ Μάλκοβιτς θα αναλάβει τα ηνία της ομάδας.

 

 Η πρόσληψη του έγινε δεκτή με επιφύλαξη και σκεπτικισμό απο τους παίχτες και τους φιλάθλους. Αλλά ο συνδυασμός της δουλειάς του ρεαλιστή Μπόζα και του ατελείωτου ταλέντου των παιδιών του έφερε εκρηκτικά αποτελέσματα που κανείς δεν φανταζόταν. Το τελευταίο γρανάζι που τελειοποίησε το όλο εγχείρημα ήταν η απόκτηση ενός βετεράνου μπασκετμπολίστα που θα έβαζε τα κομμάτια στη θέση τους και θα συγκρατούσε τα χαλινάρια στα αποδυτήρια όταν ο ενθουσιασμός θα υπερέβαινε τα εσκαμμένα. Τον λέγανε Ντούσκο Ιβάνοβιτς. Το πεπρωμένο φυγείν αδύνατο λοιπόν και τα "μωρά" του Μάλκοβιτς με ηγέτες τον Τόνι και τον Ντίνο, τον Ράτζα και τον Κούκοτς θα φέρουν το πρωτάθλημα στο Σπλίτ το 1988. Αυτό που θα ακολουθούσε δεν θα μπορούσε να το συλλάβει ούτε ο πιο ευφάνταστος νους.

Όταν η Γιουγκοπλάστικα έφτασε στο Μόναχο, όλοι πίστεψαν ότι είχε ακουμπήσει το ταβάνι της. Το "νηπιαγωγείο" ήταν το απόλυτο αουτσάιντερ και άφησε με ανοιχτό το στόμα όλη την Ευρώπη με το διαστημικό μπάσκετ της επόμενης χιλιετίας. Οι πιο υποψιασμένοι κατάλαβαν οτι μια νέα δυναστεία ανέτειλε στο ευρωπαϊκό στερέωμα. Ακόμα και αυτοί όμως διατηρούσαν τις επιφυλάξεις τους στη Σαραγόσα την επόμενη χρονιά. Η Μπαρτσελόνα έπαιζε στην έδρα της και όλα ήταν υπέρ της. Εκτός από την πίστη στις δυνατότητες τους. Αυτή ανήκε εξ ολοκλήρου στους Žuti που έστειλαν ηχηρό μήνυμα οτι ήταν η καλύτερη ομάδα της Γηραιάς Ηπείρου και όποιος ήθελε το στέμμα της έπρεπε να προσπαθήσει με όλους τους τρόπους για να της το πάρει.

Ο τρόπος που βρήκε η Μπαρτσελόνα ήταν η "κλοπή" του αρχιτέκτονα Μπόζινταρ Μάλκοβιτς. Όταν δε ο Ράτζα μετακόμισε στην Αιώνια Πόλη ακόμα και οι πιο φανατικοί υποστηρικτές δεν στοιχημάτιζαν υπέρ της Ποπ 84 - όπως ήταν η ονομασία του νέου χορηγού - για ένα ιστορικό three peat. Διαψεύσθηκαν όλοι τους οικτρά. Στο Παρίσι μας έδειξε με τον πιο ηχηρό τρόπο ότι τη λέγανε ακόμα Γιουγκοπλάστικα. Ο Σάβιτς μπήκε στα παπούτσια του Ντίνο, ο Λέστερ έκανε το παιχνίδι της ζωής του και η κορυφαία ομάδα στην ιστορία του ευρωπαϊκού μπάσκετ έδειξε οτι το μάτι της ακόμα γυάλιζε και ήταν το ίδιο πεινασμένη για τρόπαια.

Εκείνη η ομάδα ήθελε τα πάντα και ήταν ευλογημένη με τόσο μεγάλο ταλέντο όσο και οι φιλοδοξίες της. Ήταν λες και αυτοί οι παίχτες γεννήθηκαν για να παίξουν μαζί και να τρομοκρατήσουν τα ευρωπαϊκά παρκέ. Ποιος μπορεί να ξέρει τη συνέχεια του ταξιδιού για το κίτρινο καράβι στον ωκεανό των τροπαίων, αν αυτή η παρέα δεν σκόρπιζε στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, όταν η πατρίδα που γνώρισαν πέθανε σε έναν αδερφοκτόνο πόλεμο, όταν διαλύθηκε απο το μίσος και τη διχόνοια>>...

 

Τα πέταλα του ασπάλαθου έχουν πέσει όλα στη γη και κρατάς στο χέρι σου μονάχα το κοτσάνι του γεμάτο με αγκάθια. Η ιστορία που σου διηγήθηκε τελείωσε πικρά . Τα μάτια σου υγραίνουν γιατί σκέφτεσαι τα χρόνια που πέρασαν και δεν ξαναγυρίζουν. Και ρωτάς "Αν δεν είχε γίνει ο πόλεμος, αν είχαν μείνει όλοι μαζί, τι θα γινόταν"; Τότε να είσαι σίγουρος ότι με αυτά που θα έβλεπες, αν ονειρευόσουν θα παρακαλούσες να μην ξυπνήσεις και αν ήταν πραγματικότητα δεν θα ήθελες ποτέ να κοιμηθείς...

Σαν Σήμερα