Το 1993 η εθνική ομάδα της Γερμανίας ήταν η απρόσμενη πρωταγωνίστρια της κατάκτησης του Ευρωμπάσκετ. Με ηγέτες τον Βελπ, τον Κοχ, τον Χάρνις και τον Γιάκελ και την τεχνική καθοδήγηση του Πέσιτς, οι Γερμανοί εκμεταλλεύτηκαν την έδρα τους και τις κοσμοϊστορικές αλλαγές της προηγούμενης διετίας στη Γηραιά Ήπειρο, το Μόναχο επιβεβαίωνε για άλλη μια φορά τη φήμη του ως ο τόπος των μεγάλων εκπλήξεων.
Στις κερκίδες του OlympiaHalle βρισκόταν και ένας άνθρωπος που η συνεισφορά του στο γερμανικό μπάσκετ ήταν τόσο μεγάλη που ακόμα και σήμερα θεωρείται αναμορφωτής. Ήταν ο Ράλφ Κλάιν, η σπουδαιότερη προπονητική μορφή που ανέδειξε το Ισραήλ, πρωτεργάτης για τις δύο χώρες που στιγμάτισαν τη ζωή του και την καριέρα του.
Ο Κλάιν γεννήθηκε ως εβραϊκής καταγωγής Γερμανός, στο Βερολίνο το 1931. Το 1933 οι Ναζί ανήλθαν στην εξουσία και ο πατέρας του βλέποντας τα μαύρα σύννεφα στον ορίζοντα, πήρε την οικογένεια του και μετανάστευσε στην Ουγγαρία, πιστεύοντας πως ήταν ασφαλείς από την καταιγίδα που ερχόταν. Δυστυχώς για τους Κλάιν, η ναζιστική μπότα πάτησε και τη Βουδαπέστη μιας και η Ουγγαρία συμμάχησε με τη Γερμανία στον Β Παγκόσμιο Πόλεμο και ο πατέρας του εκτοπίστηκε στο Άουσβιτς για να μην επιστρέψει ποτέ ξανά.
Ο δεκάχρονος Ράλφ, η μητέρα του και τα αδέρφια του απέφυγαν τον θάνατο χάρη στις ενέργειες του Σουηδού διπλωμάτη Ραούλ Βάλενμπεργκ ο οποίος με κίνδυνο της ζωής του προμήθευσε με πλαστά διαβατήρια πάνω από 350 οικογένειες εβραϊκής καταγωγής και χιλιάδες ανθρώπους, σώζοντας τους από τα κολαστήρια των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Όταν ο πόλεμος τελείωσε, ο Ράλφ που ήταν τώρα 14 χρονών βρήκε διέξοδο στον αθλητισμό, αρχικά στο ποδόσφαιρο αλλά γρήγορα το ενδιαφέρον του στράφηκε στο μπάσκετ, η εθνική ομάδα της Ουγγαρίας ήταν από τις δυνάμεις της εποχής.
Όλα αυτά μέχρι το 1951, όταν τα εναπομείναντα μέλη των Κλάιν πήραν ξανά τον δρόμο της ξενιτιάς έχοντας γίνει πάλι στόχος του καθεστώτος, τους Ναζί είχε αντικαταστήσει η κομμουνιστική κυβέρνηση. Αυτή τη φορά επέστρεψαν στις ρίζες τους, το νεοσύστατο κράτος του Ισραήλ άνοιξε την αγκαλιά του για να υποδεχθεί τους Εβραίους της διασποράς.
Ο Κλάιν εντάχθηκε στο ρόστερ της Μακάμπι Τελ Αβίβ, ξεκινώντας να γράφει τις πρώτες σελίδες στην Βίβλο του ισραηλινού μπάσκετ. Με ηγέτη τον νεαρό γκαρντ η ομάδα κέρδισε μέχρι το 1964 που ο Ράλφ αποσύρθηκε, έξι πρωταθλήματα και οχτώ κύπελλα με τον Κλάιν να είναι ο αρχηγός στα περισσότερα από αυτά, ενώ τον ίδιο ρόλο είχε και στην εθνική ομάδα με συμμετοχές σε τέσσερα Ευρωμπάσκετ (1953, 59, 61 και 1963) τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1952 και το Μουντομπάσκετ του 1954.
Το 1969 αφού έκανε πρώτα το αγροτικό του στην Χάποελ Χάιφα, τη Χάποελ Τελ Αβίβ και την εθνική Εφήβων του Ισραήλ, η ομάδα της καρδιάς του η Μακάμπι τον κάλεσε και του παρέδωσε τα κλειδιά της τεχνικής ηγεσίας. Μέχρι το 72 που αποχώρησε για τη Χάποελ Ιερουσαλήμ πήρε δύο πρωταθλήματα χωρίς ευρωπαϊκή επιτύχια αλλά ταυτόχρονα συνειδητοποίησε πόσο επιδραστικός ήταν στο παιχνίδι της Μακάμπι ο Ταλ Μπρόντι.
Ο Κλάιν γύρισε στο Γιάντ Ελιάου το 1975 και ξεκίνησε το χτίσιμο της ομάδας που θα έφτανε στην κορυφή της Ευρώπης το 1977 μέσα από δύσβατα μονοπάτια. Στην εξάδα του Κυπέλλου Πρωταθλητριών η Μακάμπι κλήθηκε να αντιμετωπίσει την ΤΣΣΚΑ του Σεργκέι Μπέλοφ στο ουδέτερο γήπεδο της Βιρτόν στο Βέλγιο, οι Σοβιετικοί δεν αναγνώριζαν το Ισραήλ και αρνήθηκαν να ταξιδέψουν μέχρι το Τελ Αβίβ. Σε ένα κατάμεστο γήπεδο από 5.000 Ισραηλινούς και μόνο τους Σοβιετικούς πράκτορες της KGB να υποστηρίζουν την ΤΣΣΚΑ όπως ομολόγησε και ο Σεργκέι Μπέλοφ, η Μακάμπι νίκησε με 91-79 και αυτή η νίκη γέννησε την ιστορική ρήση του Ταλ Μπρόντι " Anachnu al hamapa, ve'anahnu nisharim al hamapa" (Είμαστε στον χάρτη και θα παραμείνουμε στο χάρτη), το Ισραήλ μέσω του αθλητισμού δήλωνε την ύπαρξη του. Και η σφραγίδα αυτής της δήλωσης μπήκε τον Απρίλιο στον τελικό του Βελιγραδίου με τη νίκη της "Ομάδας του λαού" επί των Ιταλών της Βαρέζε, για πρώτη φορά η Μακάμπι και ο Κλάιν ήταν οι πρωταθλητές Ευρώπης.
Υπήρξε όμως και συνέχεια μέσω της εθνικής ομάδας και τον Κλάιν στο τιμόνι. Στο Ευρωμπάσκετ του 1979 οι Ισραηλινοί με ηγέτη εντός παρκέ τον Μίκι Μπέρκοβιτς κέρδισαν Γιουγκοσλάβους και Ισπανούς, φτάνοντας στον τελικό για να ηττηθούν από τη Σοβιετική Ένωση. Ο Ράλφ διεκδίκησε και το 1980 το Κύπελλο Πρωταθλητριών με τη Μακάμπι αλλά και το 82 χωρίς όμως την ανάλογη επιτυχία του 77. Μαζί του όμως η ομάδα του Τελ Αβίβ καθιερώθηκε ως μία από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις και το Γιάντ Ελιάου ήταν μια έδρα σκληρή για τον οποιονδήποτε.
Ο Ράλφ ήταν ένας από τους κορυφαίους προπονητές της Ευρώπης, σύμβολο για την Μακάμπι και το Ισραήλ οπότε η ανακοίνωση του το 1983 πως θα μετακόμιζε στη Δυτική Γερμανία για να αναλάβει τη Σατούρν αλλά και το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα, ήταν σοκαριστική. Αυτή η πράξη του Κλάιν λέει πολλά για τον χαρακτήρα του αλλά και την ψυχική δύναμη αυτού του ανθρώπου που ήθελε να κλείσει τον ημιτελή κύκλο της ζωής του εκεί που ξεκίνησε να τον σχεδιάζει, ήταν μια συμβολική κίνηση με αποδέκτες σε Ισραήλ και Γερμανία.
Όμως ο Κλάιν δεν περιορίστηκε στην συμβολικότητα, δούλεψε όπως αυτός ήξερε με συνέπεια και αποτελεσματικότητα. Το 1984 η Δυτική Γερμανία πήρε την πρόκριση για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λος Άντζελες και την επόμενη χρονιά στο δικό της Ευρωμπάσκετ κατετάγη στην 5η θέση, την καλύτερη μέχρι τότε. Οι βάσεις για το θαύμα του 93 μπήκαν στο γερμανικό μπάσκετ επί θητείας Κλάιν, του Ισραηλινού Ράλφ Κλάιν. Ο διωγμένος από τη χώρα που γεννήθηκε είχε νικήσει τους προσωπικούς του δαίμονες, όπως έλεγε ο ίδιος " η κραταιά Γερμανία στράφηκε σε έναν Εβραίο για να προπονήσει την εθνική".
Μετά τους Πανευρωπαϊκούς της Αθήνας το 87, παραιτήθηκε από τη θέση του εθνικού εκλέκτορα και γύρισε στο Ισραήλ για μια ακόμα θητεία με την αγαπημένη του Μακάμπι κατακτώντας άλλο ένα πρωτάθλημα. Αν και χτυπημένος από τον καρκίνο δεν εγκατέλειψε την προπονητική κοουτσάροντας άλλες πέντε ομάδες μη διστάζοντας το 2006 στα 75 του χρόνια, να μπει και στα χωράφια του γυναικείου μπάσκετ.
Αυτός ο πολύ μεγάλος προπονητής, ο "Πατέρας του Ισραηλινού μπάσκετ" έφυγε από τη ζωή στις 7 Αυγούστου του 2008, έχοντας γνωρίσει μεγάλες τιμές στο Ισραήλ. Η μεγαλύτερη όλων όμως ήταν η καθολική αναγνώριση στις δύο πατρίδες, ο σεβασμός για την τόλμη που επέδειξε να διεκδικήσει ένα κομμάτι του εαυτού του που άθελα του είχε αφήσει στη χώρα που γεννήθηκε.
Ήθελε να κλείσει μία ανοιχτή πληγή και ο τρόπος που επέλεξε ήταν η δουλειά του, ένας άνθρωπος που πάνω από όλα αγάπησε το μπάσκετ και αυτή η αγάπη τον οδήγησε να υπερπηδήσει τα εμπόδια, να επιστρέψει εκεί που όλα ξεκίνησαν...