Φανταστείτε ότι έχετε μπροστά σας ένα σταυρόλεξο. Στο 15 οριζόντια παραδείγματος χάριν η ερώτηση θα ήταν "Μεγάλος πρώην Γιουγκοσλάβος μπασκετμπολίστας. Μικρό όνομα Ντράζεν". Ας το παραδεχθούμε, ο Πέτροβιτς είναι αυτός που θα μας έρθει πρώτος στο μυαλό. Έτσι όμως θα αδικήσουμε τον άλλο σπουδαίο συνονόματό του, τον "Ιπτάμενο" Ντράζεν Νταλιπάγκιτς. Έναν από τους καλύτερους παίχτες στην ιστορία και από τα μεγαλύτερα "κανόνια" του ευρωπαϊκού μπάσκετ. Ο θρυλικός "Praja" έγραψε χρυσές σελίδες, κυρίως με την εθνική ομάδα από άποψη τίτλων ενώ με τους συλλόγους πάρα τα ρεκόρ σκοραρισμάτος δεν είχε ανάλογες επιτυχίες. Εν' αντιθέσει με τους συνοδοιπόρους του στη χρυσή ομάδα των Πλάβι της δεκαετίας του 70, ο Νταλιπάγκιτς δεν ξεκίνησε το μπάσκετ σε μικρή ηλικία ούτε ήταν στόχος των μεγάλων ομάδων του Γιουγκοσλαβικού πρωταθλήματος. Έβλεπε το άθλημα καθαρά σαν χόμπι και δεν σκεφτόταν καν να ακολουθήσει καριέρα μπασκετμπολίστα. Για αυτόν τον λόγο σπουδαζε στο Πανεπιστήμιο του Βελιγραδίου, όταν έλαβε την πρόσκληση να ενισχύσει μία μικτή ομάδα από τη Βοσνία σε ένα τουρνουά με αντιπάλους ομάδες από τα άλλα ομοσπονδιακά κράτη της Γιουγκοσλαβίας.
Και όντως το καλοκαίρι του 1970, παρουσία του τεχνικού της εθνικής, του Ράνκο Ζεράβιτσα, ο 19χρονος "Ντέλι" θα κάνει όλους τους προπονητές να τρίβουν τα μάτια τους και να αναρωτιούνται ποιος είναι αυτός ο άγνωστος πιτσιρικάς που κάνει πλάκα απέναντι στους καταξιωμενους Κροάτες και Σέρβους. Όλοι εκτός από την "αλεπού των πάγκων", τον ήδη Παγκόσμιο Πρωταθλητή Ζεράβιτσα. Ο πολύπειρος Ράνκο έχει πάρει τις πληροφορίες του για τον" Praja " και το φθινόπωρο του 71, αναλαμβάνοντας την τεχνική ηγεσία της Παρτιζάν θα είναι η πρώτη του απαίτηση. Οι Ασπρόμαυροι του Βελιγραδίου βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο. Το τέλος της αγωνιστικής περιόδου 70-71 θα τους βρει υποβιβασμένους στη δεύτερη κατηγορία. Αλλά μια αλλαγή στους κανονισμούς θα τους επαναφέρει στα σαλόνια των μεγάλων και η πρόσληψη του Ζεράβιτσα θα βάλει τα θεμέλια για την εδραίωση του συλλόγου στην ελίτ. Ο Νταλιπάγκιτς θα κάνει το ντεμπούτο του ως παίχτης της Παρτιζάν με μικρή καθυστέρηση. Αιτία; Το προσύμφωνο που είχε υπογράψει με την πρωταθλήτρια Γιουγκοπλάστικα πριν την παρέμβαση του Ζεράβιτσα. Για αυτό θα τιμωρηθεί από τη Γιουγκοσλαβική Ομοσπονδία με εξάμηνο αποκλεισμό που μετά από τις προσπάθειες του προπονητή του θα μειωθεί σε λίγες εβδομάδες. Μόλις 3 πόντοι ήταν η συγκομιδή στο πρώτο του παιχνίδι αλλά ήταν οι πρώτοι των χιλιάδων που θα ακολουθούσαν.
Από την επόμενη χρονιά ο "Ντάλι" σκόραρε με ρυθμό πολυβόλου. Ο τίτλος όμως του πρωταθλητή θα αργήσει λίγα χρόνια. Έπρεπε να έρθει στην ομάδα το alter ego του ο Ντράγκαν Κιτσάνοβιτς έτσι ώστε το 76 μαζί με την πρωτιά στον πίνακα των σκόρερ να φτάσουν και στον τίτλο. Το μαγικό δίδυμο Νταλιπάγκιτς Κιτσάνοβιτς ήταν τα δύο κομμάτια της υπέροχης πεντάδας των Πλάβι τη δεκαετία του 70. Ο Μίρκο Νόβοσελ που διαδέχθηκε τον Ζεράβιτσα στον πάγκο της εθνικής θα μεταφέρει τη συνεργασία των δύο σταρ της Παρτιζάν και στους Πλάβι, συνεπικουρούμενους από τα παλαιότερα μέλη, τον Τσόσιτς τον Ντελίμπασιτς και τον "Μόκα" Σλάβνιτς. Αυτοί οι πέντε θα είναι ο λόγος της κυριαρχίας των Γιουγκοσλάβων σε τρία συνεχόμενα Ευρωμπάσκετ (73, 75, 77) της πρώτης θέσης στον κόσμο το 1978 (Αργυρό το 74) και του ασημένιου μεταλλίου στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μόντρεαλ το 1976. Ο "Ντάλι" σε όλα τα τουρνουά θα αυξάνει σταδιακά τον μέσο όρο πόντων του φτάνοντας τους 23 ανά αγώνα στις Φιλιππίνες το 1978.
Μετά από την κατάκτηση του Μουντομπάσκετ θα κληθεί να υπηρετήσει την στρατιωτική του θητεία με αποτέλεσμα να χάσει όλη τη σεζόν 78-79 και την ευκαιρία για ένα ακόμα πρωτάθλημα αλλά και έναν ευρωπαϊκό τίτλο. Η Παρτιζάν ακόμα και χωρίς αυτόν υπερασπίστηκε με επιτυχία το Κύπελλο Κόρατς που είχε κατακτήσει την προηγούμενη χρονιά στον Γιουγκοσλαβικό "εμφύλιο" μεταξύ αυτής και της Μπόσνα Σαράγεβο του Ντελίμπασιτς. Ο Ντράζεν πέτυχε 48 πόντους σε εκείνον τον τελικό χαρίζοντας στον Ζεράβιτσα μία αποχώρηση αντάξια της προσφοράς του. Είχε φτάσει όμως και για αυτόν η ώρα για νέες προκλήσεις. Και αυτή τη φορά δεν θα αρνηθεί την προσφορά της Καρέρα Βενέτσια όπως έκανε το 1976 και τους Σέλτικς. Η ομάδα της Βοστόνης τον κάλεσε για δοκιμή δύο εβδομάδων στο summer camp. Ενθουσιασμένοι απο τον Praja του προσέφεραν εγγυημένο πενταετές συμβόλαιο. Ο Νταλιπάγκιτς όμως θα αρνηθεί κλωτσώντας την ευκαιρία να γίνει ο πρώτος Ευρωπαίος που θα έπαιζε στο ΝΒΑ. Αιτία της άρνησης του ήταν οι γελοίοι κανονισμοί της FIBA που θεωρούσε επαγγελματίες μόνο τους παίχτες που έπαιζαν στην Αμερική και αυτομάτως τους απαγόρευε τη συμμετοχή στις διοργανώσεις της. Αφού λοιπόν είχε απορρίψει την προοπτική του ΝΒΑ, η Ιταλία, το Ελ Ντοράντο του ευρωπαϊκού μπάσκετ ήταν μονόδρομος. Στη Βενετία θα καταφτάσει ως χρυσός Ολυμπιονίκης και με το βραβείο του καλύτερου Ευρωπαίου μπασκετμπολιστα.Θα προσπαθήσει να φέρει ένα τρόπαιο στην πόλη των Δόγηδων αλλά θα ηττηθεί στον τελικό του Κορατς από τη Μπανταλόνα. Παραδόξως θα επιστρέψει στην Παρτιζάν το καλοκαίρι του 1981 και ως πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος θα οδηγήσει την νεανική ομάδα του Βελιγραδίου στον τελικό αλλά η Τσιμπόνα είναι καλύτερη και θα κερδίσει.
Όπως καλύτερη ήταν και η Σοβιετική Ένωση στον τελικό του Ευρωμπάσκετ και ο "Ντέλι" θα πάρει μεταγραφή στη Ρεάλ ως δεύτερος στην Ευρώπη. Στην ισπανική πρωτεύουσα θα αγωνιστεί μόνο στα ματς της Ευρώπης χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Θα επιστρέψει στην αγαπημένη του Ιταλία κάνοντας αυτό που ξέρει καλύτερα, να σκοράρει. Στην αρχή με την Ουντινε και μετά ξανά στην Βενετία. Τα ρεσιτάλ του ανεπανάληπτα. Τρεις χρονιές οι μέσοι όροι του θα είναι άνω των 30 ενώ στις 25 Ιανουαρίου 1987 σε ηλικία 36 ετών παρακαλώ, θα πετύχει εναντίον της Βιρτους Μπολόνια και του αμυντικού ογκόλιθου Μάρτι Μπέρνς 70(!!!!!) πόντους. Οι εμφανίσεις του στο δυσκολότερο πρωτάθλημα της Ευρώπης όπως ήταν εκείνη την εποχή το ιταλικό, θα ξεσηκώσει συζητήσεις για το αν πρέπει να κληθεί ξανά στην εθνική από την οποία αποσύρθηκε μετά την κατάκτηση της τρίτης θέσης στο Μουντομπάσκετ του 1986. Ο Τσόσιτς το σκέφτεται αλλά ο Νταλιπάγκιτς ξεκόβει κάθε υπόνοια επιστροφής. Όταν κρέμασε οριστικά τη γαλάζια φανέλα με το νούμερο 14, το έκανε έχοντας φορέσει 12 μετάλλια από μεγάλα τουρνουά στο στήθος του καθώς και ως πρώτος σκόρερ στην ιστορία των Πλάβι με 3700 πόντους. Το προαναφερθέν ρεκόρ θα παραμείνει για πάντα ακατάρριπτο εφόσον η Γιουγκοσλαβία δεν υφίσταται πια ως χώρα. Ο "Ντάλι" θα δώσει τις τελευταίες του παραστάσεις επί γιουγκοσλαβικού εδάφους, φορώντας τη φανέλα όχι της παλιάς αγαπημένης Παρτιζάν αλλά του αιωνίου αντιπάλου Ερυθρού Αστέρα. Βαδίζοντας στην τέταρτη δεκαετία της ζωής του, θα αποδείξει ότι η τέχνη του σκοραρίσματος είναι σαν το ποδήλατο.
Δεν ξεχνιέται ποτέ. Θα σταματήσει το μπάσκετ με το παράσημο του τέταρτου σκόρερ του τελευταίου ενωμένου πρωταθλήματος, πίσω από τρεις παίκτες (Κόμαζετς, Ζάρκο, Κούκοτς) που θα μπορούσαν να είναι παιδιά του. Άφησε όμως για πάντα το αχνάρι του στην ιστορία του αθλήματος. Ο Νταλιπάγκιτς αν το δούμε εντελώς ψυχρά, δεν έκανε τίποτα άλλο μέσα στο παρκέ από το να σκοράρει. Ο Τσόσιτς ήταν σίγουρα πιο ταλαντούχος, ο Κιτσάνοβιτς πιο καθοριστικός, ο Σλάβνιτς έκανε περισσότερες δουλειές, ο Μίρζα ήταν καλλιτέχνης. Αλλά ο "Ντάλι" ήξερε πολύ καλά τα βασικά. Ήταν ο πρώτος μπασκετμπολιστας στην Ευρώπη που έπαιξε τόσο αποτελεσματικά το pick and roll. Σίγουρα η παραμονή του στην Αμερική έπαιξε κάποιον ρόλο. Ήταν επίσης απίστευτα θεαματικός, εκμεταλλευόμενος το εκπληκτικό άλμα του, σε σημείο οι δημοσιογράφοι να του χαρίσουν το προσωνύμιο "The sky jumper". Για τους συμπατριώτες του αλλά και για όλους τους μπασκετάνθρωπους της Ευρώπης, είχε όλα τα φόντα να παίξει και να διακριθεί στο ΝΒΑ. Όπως είπε κάποτε με τη γνωστή αλαζονεία που ανέκαθεν διέκρινε τους Γιουγκοσλάβους ο Μίρζα Ντελίμπασιτς "Δεν καταλαβαίνω γιατί ο Μπέρντ που είχε μόνο σουτ και δεν πήδαγε ούτε εφημερίδα, θεωρείται καλύτερος από τον Praja που και φοβερός σουτέρ ήταν αλλά και το άλμα του έφτανε μέχρι τον Θεό". Υπερβολικός; Σίγουρα... Αλλά ποιος μπορεί να τον κατηγορήσει; Αυτή είναι η χαρά του μπάσκετ. Σκορ και θέαμα. Και ο Νταλιπάγκιτς τα έκανε και τα δύο με έναν τρόπο μαγικό...