Παρακαλώ περιμένετε...
Του Αντρέα Τσεμπερλίδη
Στάθηκαν μπροστά του κοιτάζοντας τον με δέος. Οι μεγαλύτεροι βγήκαν μπροστά και του είπαν "Μη μας αφήνεις απο τώρα, είσαι η νιότη μας που μας χάρισε τα όνειρα. Είσαι παιδί δικό μας, σάρκα απο τη σάρκα του λαού μας, το ίδιο αίμα κυλάει στις φλέβες μας. Περπάτησες ανάμεσα μας, φώτισες τις σκιές των πιο κρυφών μας πόθων. Σε αγαπήσαμε πολύ και τώρα αυτή η αγάπη σου φωνάζει δυνατά, υποκλίνεται μπροστά σου".
Εκείνος δεν απαντούσε δεν το έκανε ποτέ, ο χαρακτήρας του δεν τον άφηνε να εκδηλώνει συναισθήματα. Τότε ένα μικρό παιδί ξεχώρισε απο το πλήθος και προχώρησε προς το μέρος του. Κάποιοι προσπάθησαν να το εμποδίσουν, εκείνος σήκωσε το χέρι του σαν να έλεγε "Αφήστε τα παιδιά να έρθουν σε εμένα". Το παιδί πλησίασε, τον κοίταξε με βλέμμα που διάβασε την ψυχή και με την αθωότητα της ηλικίας του, του είπε " Ο πατέρας μου λέει πως κάποτε τα έβαλες με γίγαντες και νίκησες. Αλλά εσύ είσαι λίγο πιο ψηλός απο εμένα, στα αλήθεια τους σκότωσες;"
Κοίταξε το παιδί με τρυφερότητα, του χάιδεψε απαλά τα μαλλιά και ξεστόμισε μόνο δύο λέξεις. "Αλήθεια είναι". "Σε πιστεύω" είπε το παιδί "Σε πιστεύω και ας μη σε είδα ποτέ μου. Πες μου όμως εσύ που ήρθες στην πατρίδα μας απο μέρη μακρινά, εσύ που ήρθες για να γίνεις Βασιλιάς, ένα μόνο σου ζητάμε πριν μας αφήσεις, προτού πας στον Κήπο των Ενδόξων μίλησε μας για τελευταία φορά, δώσε μας την αλήθεια σου".
Και εκείνος απάντησε "Για τι άλλο μπορώ να σας μιλήσω απο αυτά που ήδη γνωρίζετε, αυτά που ακόμα και τώρα κάνουν τις καρδιές σας να σκιρτάνε;" Τα λόγια έβγαιναν δύσκολα ποτέ δεν του άρεσαν. Σιωπή επικρατούσε, όλοι περίμεναν αυτόν και τελικά εκείνος σήκωσε το κεφάλι, η βαθιά φωνή του καβάλησε τον άνεμο για να φτάσει παντού, μέχρι εκεί που η θάλασσα αγκαλιάζει τα βουνά. "Θα σας πω για την αγάπη αυτή που ένιωσα απο τότε που ήρθα ξένος σε μια πατρίδα που δεν ήξερα, έναν τόπο άγνωστο και μακρινό αλλά παραδόξως τόσο κοντινό και οικείο".
"Και εσείς με αγκαλιάσατε, μου δώσατε την καρδιά σας και αφήσατε την ψυχή σας να την κατευθύνει το πάθος σας, οι φωνές σας με έσπρωχναν ψηλότερα κάθε φορά πιο κοντά στον ουρανό. Και όταν μαχόμουν μαχόσασταν και όταν νικούσα νικούσατε και όταν πονούσα πονούσατε. Και εσείς και εγώ ζούσαμε την κάθε στιγμή σαν να ξέραμε πως ο χρόνος δεν σταματά να κυλά, αυτό που ζήσαμε χθες ήταν το όνειρο του μέλλοντος, το αύριο η μνήμη του παρελθόντος".
"Και όλα αυτά ήταν όμορφα, ήταν η εικόνα που βλέπατε όταν κλείνατε τα μάτια σας, η μελωδία που ακούγατε όταν έπεφτε η σιγή. Και κάποτε έφτασε η στιγμή, ήρθε εκείνη η ώρα που έπρεπε να φύγω. Έφυγα λοιπόν αλλά δεν χάθηκα στο κενό, δεν ήπια απο το ποτάμι της λήθης. Γιατί δεν με αφήσατε εσείς να γίνω ανάμνηση μακρινή, οι πράξεις μου σημάδεψαν την καρδιά σας περισσότερο απο τα λιγοστά λόγια μου. Και αν κάτι έμαθα καλά τον καιρό που ήμουνα μαζί σας, ένα είναι αυτό. Στη μνήμη, η αγάπη ζει για πάντα"...
8 Σεπτεμβρίου 2017