1955: Γεννιέται ο James Edwards. Ένας ψηλός με σχεδόν 20 χρόνια καριέρα στο ΝΒΑ και τρία πρωταθλήματα. Σε ένα εκ των οποίων μάλιστα - με τους Pistons το 1990 - ήταν βασικό στέλεχος της ομάδας.
Παρακαλώ περιμένετε...
Του Αντρέα Τσεμπερλίδη
" Ακόμα και αν δεν εγκατέλειπες τον μάταιο τούτο κόσμο πριν απο έξι χρόνια, πόσο θα άντεχες ; Τρεις μήνες; Έξι; Έναν χρόνο; Όχι παραπάνω. Γιατί ρε Ρόι; Γιατί; Αναρωτιέμαι άραγε, όταν βρισκόσουν σε εκείνο το δωμάτιο του νοσοκομείου ανάμεσα σε καλώδια και μηχανήματα περιμένοντας να πεθάνεις - το ήξερες πως αυτό θα γίνει- εκείνες λοιπόν τις στιγμές που ήσουν καθαρός, περνούσε καθόλου απο το μυαλό σου πως πέταξες στα σκουπίδια το θεόσταλτο ταλέντο σου και το έπνιξες στην απέραντη θάλασσα της άσπρης σκόνης και του αλκοόλ; Ήσουν ευλογημένος ρε φίλε και εσύ αντί να κάνεις την καριέρα που όλοι πίστευαν, κατέληξες να τη βγάζεις με δέκα δολλάρια την βδομάδα ίσα ίσα για να τριγυρίζεις στουπί.
Τι δεν πήγε καλά ρε Ρόι; Τι έφταιξε; Στο Μίσιγκαν ήσουν απλά καταπληκτικός, ο καλύτερος ψηλός του κολεγιακού και οι Μάβερικς ένιωθαν τόσο τυχεροί που οι πρώτες έξι ομάδες σε προσπεράσαν και μπόρεσαν να σε τσιμπήσουν αυτοί στο ντραφτ. Είχες όλο το πακέτο για να γίνεις όχι απλά ένας σπουδαίος μπασκετμπολίστας αλλά ένας αληθινός αρτίστας, ένας καλλιτέχνης του παρκέ. Ήσουν απρόβλεπτος, γρήγορος με χίλιες δυο κινήσεις μέσα και έξω απο τη ρακέτα. Σε είπαν νέο Καρλ Μαλόουν, πως ήσουν ισάξιος του Ολάζουον και ρε πούστη μου ήταν όλα αλήθεια. Όσο όμως εκρηκτικός ήσουν μέσα στο γήπεδο δυστυχώς άλλο τόσο ήσουν και έξω απο αυτό. Έχασες τον έλεγχο Ρόι, δεν κατάφερες να βάλεις φρένο στον ίδιο σου τον εαυτό, έζησες μια ζωή στην κόψη του ξυραφιού. Δεν θα σου πω ψέμματα, η αλήθεια είναι πως κάποτε προσπάθησες να τα αφήσεις όλα πίσω σου και να επανέλθεις. Θυμάσαι; Ήταν τότε που πήγες στην κλινική του Τζών Λούκας. Ήταν ίσως η πρώτη φορά που ένιωσες ασφάλεια και βρήκες την ηρεμία που χρειαζόσουν. Κάπου είχα ακούσει μια ιστορία πως στα αυτοσχέδια διπλά που στήνατε στο ανοιχτό γήπεδο, εσύ ήσουν πάντα ο καλύτερος παίζοντας για την πλάκα σου. Ξέρεις κάτι; Το πιστεύω. Το πιστεύω γιατί το είδα και εγώ έστω και μέσα απο μία οθόνη τηλεοράσεως όταν ήρθες εκείνο το καλοκαίρι στη Θεσσαλονίκη.
Για σκέψου, ο Ρόι Τάρπλεϊ στην Ελλάδα. Είχαμε καλό πρωτάθλημα, το καλύτερο της Ευρώπης έλεγε ο Καρατζάς αλλά ακόμα και για αυτό ήσουν πολυτέλεια ρε αλάνι. Το μήνυμα το έστειλες απο το πρώτο ντέρμπι κιόλας όταν όλο το Αλεξάνδρειο, κίτρινο και ασπρόμαυρο σε είδε να κάνεις χαζούς τους αντιπάλους σου. Ήσουν ο νέος βασιλιάς, στο Τορίνο φόρεσες το στέμμα αλλά πόσο μπορεί το παραμύθι να μείνει χωρίς δράκο; Τα φαντάσματα του παρελθόντος έκαναν ξανά την εμφάνιση τους και εσύ έφυγες σαν κυνηγημένος. Έλα τώρα, παραδέξου το. Ποτέ δεν αναλογίστηκες τις συνέπειες των πράξεών σου. Το ίδιο έκανες και στο Τελ Αβίβ όταν όλοι πανηγύριζαν, εσύ διάλεξες εκείνη την ώρα για να κάνεις ροντέο τα αποδυτήρια. Και το επόμενο βράδυ σερνόσουνα στο γήπεδο, κάποιος άγνωστος φόραγε τα ερυθρόλευκα, δεν ήταν δυνατόν να είσαι εσύ αυτός. Μάλλον το ίδιο πίστευε και το Ντάλας που σε κάλεσε πίσω για να σου δώσει μία δεύτερη ευκαιρία. Αλλά εσύ φυσικά σαν γνήσιος Μάβερικ (ο όρος για το αμαρκάριστο ζώο που δεν ακολουθεί το κοπάδι) αντισυμβατικός και αρνούμενος να ακολουθήσεις τους κανόνες, έγραψες στα παλαιότερα των υποδημάτων σου και τα 20 εκατομμύρια και την εμπιστοσύνη των ανθρώπων του Ντάλας. Λογικό δεν ήταν να σε πετάξουν με τις κλωτσιές εκτός ΝΒΑ; Διαμαρτύρηθηκες, ισχυρίστηκες πως σε περιμένανε στην γωνία αλλά και εσύ ρε Ρόι έκανες ο,τι μπορούσες για να σε διώξουν.
Εντάξει, δεν χρειαζόντουσαν και πολλά εδώ που τα λέμε μόνο να κυλήσεις ξανά στις γνωστές αδυναμίες σου. Ύστερα θυμάσαι που βρήκες καταφύγιο; Σωστά, στην χώρα που σε αγαπούσε και έκανε τα στραβά μάτια στα παραπτώματα σου. Και εσύ όμως σαν ένδειξη καλής θέλησης φροντίσες να μας αποζημιώσεις, δείχνοντας μας τα τελευταία δείγματα του ανυπέρβλητου ταλέντου σου φορώντας κυανόλευκα. Και μετά Ρόι η κατρακύλα δεν είχε τελειωμό. Γερασμένος, κουρασμένος και διαλυμένος ψυχολογικά σαν περιπλανώμενος Ιουδαίος περιέφερες ανά την υφήλιο το ταλαιπωρημένο σου κορμί για να εξασφαλίσεις μερικές χιλιάδες δολλάρια που θα σου επέτρεπαν όχι να ζήσεις αλλά να ξεπληρώσεις τα συσσωρευμένα χρέη σου. Και ήταν πολλά τα άτιμα, τόσα που σε οδήγησαν μέχρι την φυλακή. Ήσουν όμως εγωιστής, ήθελες να σταματήσεις το μπάσκετ εκεί που πάντα πίστευες πως έπρεπε να αποτελείς περίοπτο μέλος. Ζήτησες λοιπόν να επιστρέψεις έστω με ένα δεκαήμερο συμβόλαιο στο ΝΒΑ για να κρεμάσεις την φανέλα σου με περηφάνια. Σου ζήτησαν να κάνεις ειδικές συνεδρίες. Το έκανες. Σου ζήτησαν να περνάς drug test κάθε εβδομάδα για έναν ολόκληρο χρόνο. Το έκανες και ρε φίλε ήσουν καθαρός. Και μετά έτσι απλά χωρίς δικαιολογία, δίχως να σκεφτούν πως ένας άνθρωπος με τα δικά σου προβλήματα θα κατέρρεε ψυχολογικά, σου αρνήθηκαν την επιστροφή.
Θύμωσες, έκλαψες, αντέδρασες. Επικάλεστηκες ένα άρθρο του Συντάγματος για τις ίσες ευκαιρίες στην εργασία και πηγές στα δικαστήρια τους πολέμιους σου. Οι περισσότεροι είπαν πως το έκανες για τα λεφτά επειδή ζητούσες έξι εκατομμύρια δολλάρια αλλά εγώ δεν το πιστεύω Ρόι. Ήθελες απλά να φύγεις με το κεφάλι ψηλά και το όνομα σου καθαρό. Κάπου πήρε το αυτί μου πως τελικά σου πέταξαν ένα ξεροκόματο, γύρω στις 50.000 δολλάρια και έκλεισε η υπόθεση. Αν όντως τα πήρες αυτά τα λεφτά που ήταν σταγόνα στον ωκεανό, λυπάμαι που θα στο πω αλλά είμαι σίγουρος πως τα έφαγες παρέα με τους δύο καλύτερους σου φίλους. Και ήταν αυτοί οι δύο που σε οδήγησαν τελικά στο τέλος σου που ίσως ήταν και λυτρωτικό για εσένα. Η μάχη με τον δαίμονα που σε βασάνισε όλα αυτά τα χρόνια ήταν εξαρχής χαμένη. Δεν θα γράψω περισσότερο Ρόι. Πάω να να κάτσω στον υπολογιστή να σε χαζέψω για άλλη μια φορά. Και όσο και αν ακούγεται οξύμωρο, θα ανοίξω και μια μπύρα να την πιω στην υγειά σου ρε παιχταρά. Μακάρι εκεί που βρίσκεσαι, η ταλαιπωρημένη σου ψυχή να έχει βρει την γαλήνη"...