1955: Γεννιέται ο James Edwards. Ένας ψηλός με σχεδόν 20 χρόνια καριέρα στο ΝΒΑ και τρία πρωταθλήματα. Σε ένα εκ των οποίων μάλιστα - με τους Pistons το 1990 - ήταν βασικό στέλεχος της ομάδας.
Παρακαλώ περιμένετε...
Του Αντρέα Τσεμπερλίδη
Στα 20 του ήταν πρώτος σκόρερ του γιουγκοσλαβικού πρωταθλήματος και όλοι έλεγαν πως ήταν ο διάδοχος του Ντράζεν. Στα 21 ήταν Πρωταθλητής Κόσμου και Ευρώπης, στα 22 του αργυρός Ολυμπιονίκης και απο τα πιο καυτά ονόματα στο ευρωπαϊκό μπάσκετ. Οι προσδοκίες τεράστιες αλλά ο Άριαν Κόμαζετς, δεν κατάφερε να τις δικαιώσει πλην των δύο σεζόν που αγωνίστηκε στην Ιταλία με τη Βαρέζε. Η ευμετάβλητη ψυχολογία του και η αδυναμία να δείξει ηγετικά χαρακτηριστικά δεν επέτρεψαν στον τρομερό σουτέρ και σκόρερ Άριαν να κάνει ακόμα πιο σπουδαία καριέρα.
Όχι ότι έκανε άσχημη δηλαδή αλλά όταν στα 16 σου συμμετέχεις στην πρώτη ομάδα της Ζαντάρ και στα 18 είσαι πενταδάτος και διεκδικείς το πρωτάθλημα, τότε σίγουρα μπορείς να πεις πως κάτι στράβωσε στην πορεία. Πορεία που ξεκίνησε για τον Κόμαζετς με τις καλύτερες των συνθηκών και τον έφερε το 1988 στη σεζόν που πολλοί χαρακτηρίσαν την καλύτερη στην ιστορία του γιουγκοσλαβικού πρωταθλήματος, παρέα με τον Στόγιαν Βράνκοβιτς και τον θείο του Πέταρ Πόποβιτς να οδηγεί τη Ζαντάρ στα προημιτελικά με αντίπαλο τους Σλοβένους της Ολύμπια Λιουμπλίανα. Η σειρά ήταν αμφίρροπη και κρίθηκε σε εξωγηπεδικό επίπεδο όταν η KSJ τιμώρησε πριν απο τον τρίτο και καθοριστικό αγώνα τον Κόμαζετς επειδή είχε απουσιάσει αδικαιολόγητα από προπονήσεις της εθνικής Εφήβων, στερώντας έτσι από τη Ζαντάρ το μεγάλο της όπλο που είχε πετύχει απο 25 πόντους στα δύο προηγούμενα παιχνίδια.
Ο Κόμαζετς δεν ήταν πια ο ταλαντούχος πιτσιρικάς αλλά ένας ισότιμος μπασκετμπολίστας με τα μεγάλα αστέρια του πρωταθλήματος όπως έδειξε και η επόμενη χρονιά που το τέλος της τον βρήκε στην τέταρτη θέση του πίνακα των σκόρερ αλλά εκτός τελικής δωδεκάδας απο το Ευρωμπάσκετ του Ζάγκρεμπ αφού ο Ίβκοβιτς προτίμησε τον Ντανίλοβιτς. Πεισμωμένος απο το κόψιμο αλλά και με το βάρος στους ώμους του ενός ολόκληρου γηπέδου (δεν είναι υπερβολή αυτό που γράφω, το συμβόλαιο που υπέγραψε με τη Ζαντάρ το 1989 προέβλεπε εκτός των άλλων παροχών και την υποθήκη του Jazine σε περίπτωση αφερεγγυότητας της διοίκησης προς το πρόσωπο του) αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος με 31 πόντους μέσο όρο και τρίτος στην ψηφοφορία για τον πολυτιμότερο παίχτη.
Αυτή τη φορά ο Ντούντα δεν είχε καμία δικαιολογία για να μην τον πάρει στην Αργεντινή για το Μουντομπάσκετ, το νέο αστέρι των Πλάβι γύρισε στη Ζάρα με το χρυσό μετάλλιο του πρωταθλητή για να βρει όλους τους αντιπάλους της Ζαντάρ να έχουν κάνει ουρά για να τον αποκτήσουν. Τσιμπόνα, Παρτιζάν, Ερυθρός Αστέρας και Ολύμπια Λιουμπλίανα κατέθεσαν επίσημες προτάσεις το καλοκαίρι του 90 αλλά καμία δεν έφτασε τα δυσθεώρητα οικονομικά ύψη που κοστολογούσε το πολυτιμότερο περιουσιακό της στοιχείο η διοίκηση των Κροατών. Και ο ίδιος ο Άριαν δεν πίεσε για τη μεταγραφή, το είχε δηλώσει άλλωστε πως η μοναδική ομάδα που ήθελε να παίξει εκτός της Ζαντάρ, ήταν η πρωταθλήτρια Ευρώπης Γιουγκοπλάστικα που όμως δεν έδειξε ποτέ ενδιαφέρον.
O Κόμαζετς έμεινε στο Jazine και για τη χρονιά 90-91 γράφοντας ιστορία με τον τίτλο ξανά του πρώτου σκόρερ, στο τελευταίο πρωτάθλημα της Γιουγκοσλαβίας ως μία ενιαία και αδιαίρετη χώρα. Όταν επέστρεψε από τη Ρώμη στις 30 Ιουνίου με το χρυσό μετάλλιο του πρωταθλητή Ευρώπης στις αποσκευές του, δεν ήταν πια Γιουγκοσλάβος αλλά Κροάτης. Εν μέσω του πολέμου φυσικά δεν γινόταν λόγος για αθλητικές δραστηριότητες και έτσι Ζαντάρ και Κόμαζετς περιορίστηκαν στο Κύπελλο Κόρατς μέχρι τις 12 Μαρτίου του 92 που με χίλιες μύριες προφυλάξεις ξεκίνησαν δειλά δειλά οι πρώτοι αγώνες του νεοσύστατου κροατικού πρωταθλήματος. Ταυτόχρονα άρχισαν να ηχούν στα αυτιά του Άριαν και οι πρώτες σειρήνες απο το εξωτερικό με την τότε Κνορ Μπολόνια να είναι αυτή που εκδήλωσε πρώτη το ενδιαφέρον της για τον Κροάτη.
Το μέλλον του όμως δεν βρισκόταν στην Ιταλία ή τουλάχιστον όχι ακόμα. Το καλοκαίρι του 92 ο Παύλος Γιαννακόπουλος αποφασισμένος να επαναφέρει τον Παναθηναϊκό στην κορυφή, ξοδεύει χωρίς φειδώ τα χρήματα του φέρνοντας στη Γλυφάδα τον Νίκο Γκάλη, τον Τιιτ Σοκ και τον Στόγιαν Βράνκοβιτς. Ο Παβλίσεβιτς όμως του ζητάει άλλον έναν σκόρερ με τον εκλεκτό του να μην είναι άλλος από τον Άριαν που ήρθε στην Ελλάδα με το ασημένιο μετάλλιο των Ολυμπιακών Αγώνων της Βαρκελώνης. Η χρονιά στην πατρίδα μας είχε πολλά σκαμπανεβάσματα για τον 22χρονο Κροάτη. Ενώ ήταν σταθερά το δεύτερο βιολί στην επίθεση του Παναθηναϊκού πίσω από τον Γκάνγκστερ -και το πρώτο σε κάποιες περιπτώσεις- η επιρροή που του ασκούσε η τότε αρραβωνιαστικιά και μετέπειτα σύζυγος του, η οποία δεν επιθυμούσε την μεταγραφή στην Ελλάδα προτιμώντας την Ιταλία και οι φήμες για κάκιστες σχέσεις με τον Νικ έκαναν το κλίμα στον Παναθηναϊκό όλο και πιο βαρύ για τον ευαίσθητο Άριαν. Ήρθε και εκείνη η κρίση άγχους στα αποδυτήρια και το γλυκό έδεσε με τις δύο πλευρές να ψάχνουν τρόπους το καλοκαίρι του 93 για ένα βελούδινο διαζύγιο.
Τη λύση τελικά έδωσε η αγαπημένη χώρα της κυρίας Κόμαζετς μέσω της ιστορικής Βαρέζε που βρισκόταν στα αλώνια της ιταλικής Α2 και επιθυμούσε την άμεση προαγωγή της στα μεγάλα σαλόνια. Ο Άριαν στο μικρό και ήσυχο Βαρέζε βρήκε τον δικό του επίγειο παράδεισο, ήρεμος και χωρίς την πίεση των τίτλων, θύμησε τον Κόμαζετς της Ζαντάρ. Σκοράροντας με ρυθμούς πολυβόλου, το Παλασπόρτ Λίνο Ολντρίνι γέμιζε κάθε αγωνιστική απο φιλάθλους που ήθελαν να απολαύσουν τον Κροάτη μπόμπερ. Η άνοδος ήρθε πανηγυρικά για τη θρυλική ομάδα με τον Άριαν να συλλέγει ατομικούς τίτλους ως πρώτος σκόρερ και MVP. Η Βαρέζε εννοείται πως ενεργοποίησε τον όρο ανανέωσης μαζί του και δεν τον μετάνιωσε ποτέ. Στο ιταλικό πρωτάθλημα της σεζόν 94-95 ο Κόμαζετς έκανε πράγματα και θαύματα, ίσως στην καλύτερη χρονιά της καριέρας του. Ξανά πρώτος σκόρερ, ξανά πολυτιμότερος παίχτης, οι 30+ πόντοι ήταν βούτυρο στο ψωμί του, το ΝΒΑ έστρεψε το βλέμμα πάνω του.
Το καλοκαίρι κυκλοφορούσε ελεύθερος και περιζήτητος σε όλη την Ευρώπη αλλά αυτός ήθελε να δοκιμάσει την τύχη του στο πρωτάθλημα των καλύτερων. Συζήτησε με το Φοίνιξ, οι Νετς μέσω του Γουίλις Ριντ τον πλεύρισαν αλλά δεν τα βρήκε με κανέναν από τους δύο. Και κάπως έτσι, μετά το Ευρωμπάσκετ της Αθήνας υπέγραψε με την Μπάκλερ Μπολόνια που έψαχνε τον αντικαταστάτη του Ντανίλοβιτς.
Οι Μπολονέζοι μαγεμένοι και αυτοί από τις εμφανίσεις του με τη Βαρέζε, έσπευσαν να του προσφέρουν διετές συμβόλαιο, θα το μετάνιωναν αργότερα. Παρά το γεγονός πως η ομάδα τερμάτισε στην πρώτη θέση της κανονικής περιόδου και ο Κόμαζετς σκόραρε με καλά έως τρομερά νούμερα (51 πόντους στις 3 Δεκεμβρίου 1995) ο αποκλεισμός στα ημιτελικά των πλέι οφ από τη Στεφανέλ Μιλάνο και η κατά κράτος ήττα του Άριαν απο τον Ντέγιαν Μποντιρόγκα, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Η διοίκηση και ο τύπος τον κατηγόρησαν ανοιχτά πως δεν άντεχε την πίεση του πρωταθλητισμού, ο μήνας του μέλιτος ήταν προ πολλού παρελθόν. Το συμβόλαιο του όμως ήταν πολύ δυνατό για να σπάσει και αναγκαστικά οι δύο πλευρές πορεύθηκαν μαζί κάνοντας υπομονή να τελειώσει η επόμενη χρονιά. Αυτός που έκοψε τον δεσμό ήταν ο Κόμαζετς με την απόφαση του να χειρουργηθεί στον αστράγαλο και τελικά να επιστρέψει στα πλέι οφ για να γνωρίσει τον οδυνηρό αποκλεισμό στα ημιτελικά απο την αιώνια αντίπαλο Φορτιτούντο.
Βίρτους και Άριαν αποχαιρετίστηκαν με ανακούφιση, ο Ντανίλοβιτς επέστρεψε στον θρόνο και ο Κόμαζετς στην πάντα φιλόξενη αγκαλιά του Βαρέζε. Στο γνώριμο περιβάλλον που του πρόσφερε σιγουριά και ασφάλεια, ο Κροάτης ξεδίπλωσε το ταλέντο του ακόμα και αν οι μέσοι όροι ήταν πεσμένοι και οδήγησε την ομάδα στην έξοδο για το Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα μετά απο 18 χρόνια. Στα 28 του ο Κόμαζετς δεν είχε πια τίποτα να δείξει και να αποδείξει στην Ιταλία, ήθελε έναν σύλλογο με μεγαλύτερες φιλοδοξίες απο τη Βαρέζε και έναν προπονητή που θα τον εμπιστευόταν.
Ο Ντούσαν Ίβκοβιτς που έψαχνε στην αγορά έναν παίχτη με τα χαρακτηριστικά του Άριαν, δηλαδή ένα τριάρι που μπορούσε να παίξει και στο δύο με εξαιρετικό μακρινό σουτ, όταν έμαθε πώς ήταν ελεύθερος έβαλε στην άκρη τις περιπτώσεις των Μπιλ Έντουαρντς, Μάριο Έλι και Ντέιλ Έλις, αποφασίζοντας να εμπιστευτεί τον παλιό του παίχτη στην εθνική. Στις 16 Ιουλίου του 1998, ο Άριαν Κόμαζετς με νέο ξυρισμένο λουκ υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας 1+1 χρόνο και πήρε την ερυθρόλευκη φανέλα με το νούμερο 4. Όλα έδειχναν ιδανικά, ο Ολυμπιακός αποκτούσε έναν παίχτη σε εξαιρετική ηλικία με εγνωσμένη ικανότητα στο σκοράρισμα και ο Άριαν το κίνητρο να δείξει πως είναι ικανός να κουβαλήσει μια ομάδα στο υψηλότερο ευρωπαϊκό επίπεδο.
Κόμαζετς και Ολυμπιακός ξεκίνησαν καλά, ο παίχτης "εκδικήθηκε" τη Μπολόνια με 25 πόντους στο μεταξύ τους παιχνίδι αλλά η ατυχία θα τον χτυπήσει τον Νοέμβριο σε ένα ματς της εθνικής Κροατίας για τα προκριματικά του Ευρωμπάσκετ 99. Εναντίον της Βοσνίας θα γυρίσει τον χειρουργημένο αστράγαλο του και η μαγνητική δείχνει σοβαρή ζημιά στους συνδέσμους. Η εγχείρηση ήταν αναπόφευκτη και ο χρόνος αποθεραπείας και επιστροφής ορίστηκε μεταξύ έξι και οχτώ εβδομάδων. Τελικά επανήλθε στα παρκέ μετά από ενάμιση μήνα, στις 16 Ιανουαρίου κόντρα στο Μαρούσι αλλά ο σοβαρός τραυματισμός έχει αφήσει τα σημάδια του. Παρουσιάζεται φοβισμένος και αργεί να βρει αγωνιστικό ρυθμό. Ο Ίβκοβιτς δεν τον χρησιμοποιεί πολύ αρχικά, ίσως και θέλοντας να τον προστατεύσει μα και όταν του αυξάνει σταδιακά τον χρόνο συμμετοχής, ο Άριαν απέχει απο τον παλιό καλό εαυτό του.
Ο Ολυμπιακός θα καταφέρει να προκριθεί στο Φάιναλ Φορ αλλά στον ημιτελικό η πυραυλοκίνητη Ζαλγκίρις δεν αφήνει περιθώρια και ο Κόμαζετς ήταν άφαντος. Όπως αρνητικός ήταν και στους τελικούς του ελληνικού πρωταθλήματος αδυνατώντας ξανά να σταματήσει τον Μποντιρόγκα. Στον Πειραιά δεν ήταν ευχαριστημένοι με την παρουσία του, πρόθεση για ανανέωση δεν υπήρχε και έτσι ο Κόμαζετς επέστρεψε μετά απο 8 χρόνια στο Ζαντάρ παρέα με τον Ντίνο Ράτζα. Με τον παλιόφιλο Ντίνο κατέκτησαν το Κύπελλο Κροατίας και έφτασαν μέχρι τα ημιτελικά του Σαπόρτα για να αποκλειστούν απο την ΑΕΚ.
Και ξαφνικά, το καλοκαίρι του 2000 κυκλοφόρησε η είδηση πως ο Άριαν Κόμαζετς πάει στο ΝΒΑ. Προκάλεσε αίσθηση αφού τα καλά του χρόνια όταν και το όνομα του βρισκόταν στα μπλοκάκια των σκάουτερ ήταν πίσω αλλά πρόταση όντως του έγινε αν και η αλήθεια ήταν κάπου στη μέση. Το Βανκούβερ του έδωσε μη εγγυημένο συμβόλαιο για την pre season και αυτό ήταν. Το κεφάλαιο ΝΒΑ έγραψε για τον Κόμαζετς δύο αγώνες, εφτά λεπτά συνολικά και έναν πόντο. Δύο εβδομάδες πριν απο την έναρξη κόπηκε απο το ρόστερ, γύρισε στην Κροατία και έμεινε εκτός όλη τη σεζόν 2000-01 μέχρι το καλοκαίρι που τον θυμήθηκε ο Ντράγκαν Σάκοτα για λογαριασμό της ΑΕΚ.
Ο Κροάτης ήρθε στις 21 Αυγούστου του 2001 για τρίτη φορά στη χώρα μας αλλά η Ελλάδα δεν του ταίριαξε ποτέ. ΑΕΚ και Κόμαζετς είχαν παράπονα εκατέρωθεν και με συνοπτικές διαδικασίες η συνεργασία λύθηκε λίγο πριν τα Χριστούγεννα. Αντίθετα, οι δεσμοί με την Ιταλία ήταν πάντα ισχυροί και δεν είναι τυχαίο πως εκεί διάλεξε να ρίξει αυλαία στην καριέρα του, το 2004 με τη φανέλα της Αβελίνο.
Ένας χαρισματικός σουτέρ και σκόρερ που όμως χρειαζόταν ειδική μεταχείριση και περιβάλλον που ένιωθε προστατευμένος, ο Άριαν Κόμαζετς έγραψε τη δική του ιστορία στο ευρωπαϊκό μπάσκετ μα σίγουρα τα προσόντα του ήταν ικανά να τον πάνε ακόμα μακρύτερα στο μονοπάτι των σπουδαίων της Γηραιάς Ηπείρου...